Η αναταραχή στη λειτουργία των χρηματιστηρίων εμπορευμάτων δεν λέει να υποχωρήσει, αυξάνοντας την ανησυχία για τη ρευστότητα των αγορών και την οικονομική υγεία των συναλλασσομένων. Όσο οι τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και των άλλων προϊόντων παραμένουν στα ύψη, τόσο θα μεγαλώνουν οι ανάγκες περαιτέρω χρηματοδότησης για όλους τους εμπλεκόμενους. Δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να χρειαστεί η οικονομική ενδυνάμωση των συστημάτων χρηματιστηριακής εκκαθάρισης, ακόμα και η παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών.
Πριν μία εβδομάδα περίπου, μας απασχόλησε η κατάσταση που επικρατεί στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων, με αφορμή την προσπάθεια της Trafigura να εξασφαλίσει άμεσα χρηματοδότηση για την ενίσχυση του ισολογισμού της (https://www.liberal.gr/economy/i-anatarachi-stis-agores-emporeumaton-kai-ta-megala-margin-calls/438303). Καθώς περνούν οι μέρες, είναι φανερό πως η Trafigura δεν είναι η μόνη εταιρεία από τον χώρο των μεγάλων traders εμπορευμάτων που χρειάζεται περισσότερα κεφάλαια. Αρκετές ακόμα βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση, καθώς η μεγάλη αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων δυσκολεύει πολύ την δραστηριοποίηση τους στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων και απειλεί την ομαλή λειτουργία των χρηματιστηρίων και του διεθνούς εμπορίου γενικότερα.
Όπως μαθαίνουμε από τα ρεπορτάζ του διεθνούς Τύπου την εβδομάδα που μας πέρασε, η Trafigura ολοκλήρωσε τις διαδικασίες για την λήψη άλλης μίας γραμμής χρηματοδότησης, ύψους 2,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μία άλλη συνάδελφος της Trafigura, η ελβετική Mercuria Energy Group, ανακοίνωσε πως εξασφάλισε χρηματοδότηση ύψους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων από μία ομάδα τραπεζών, χωρίς να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες. Όπως δήλωσε ένα ανώτατο στέλεχος της επιχείρησης, η έξτρα χρηματοδότηση είναι απόλυτα αναγκαία λόγω των εξελίξεων στις διεθνείς αγορές, αφού έχει ανέβει κατά πολύ το επίπεδο κινδύνου της αγοράς.
Τα ανώτατα στελέχη της Trafigura, της Mercuria και όλων των άλλων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο ίδιο αντικείμενο είχαν την ευκαιρία να βρεθούν μαζί, μέσα στην εβδομάδα που πέρασε, και να ανταλλάξουν απόψεις για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στις διεθνείς αγορές εμπορευμάτων και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αυτά έγιναν στην Λωζάνη, στα πλαίσια του παγκόσμιου συνέδριου εμπορευμάτων που οργάνωσαν οι Financial Times. Τα σχετικά ρεπορτάζ των Financial Times, του Reuters και του Bloomberg, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία σχετικά με το τι απασχολεί τις διοικήσεις των εταιρειών.
Όλοι οι αξιωματούχοι που μίλησαν στο συνέδριο φοβούνται πως οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου μπορεί να παραμείνουν στα τωρινά υψηλά επίπεδα, ή να ανέβουν πολύ περισσότερο, καθώς η λειτουργία των παγκόσμιων ενεργειακών αγορών έχει διαταραχθεί σοβαρά. Ορισμένοι από αυτούς δεν απέκλεισαν το ενδεχόμενο να δούμε το πετρέλαιο να ξεπερνά τα 250 δολάρια/βαρέλι, μέσα στο 2022, ενώ οι περισσότεροι εμφανίστηκαν σχεδόν σίγουροι πως τα 150 δολάρια θα ξεπεραστούν σύντομα.
Για την αγορά του φυσικού αερίου, ακούστηκε η άποψη πως το περίφημο συμβόλαιο ευρωπαϊκού φυσικού αερίου, το ολλανδικό TTF, είναι πλέον ακατάλληλο και πρέπει να βρεθεί κάποιο άλλο χρηματιστηριακό προϊόν το οποίο να είναι πιο αντιπροσωπευτικό της πραγματικής κατάστασης της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου, δεδομένης της όλο και μεγαλύτερης συμμετοχής των φορτίων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Αυτό στο οποίο αναφέρθηκαν όλοι οι συμμετέχοντες, είναι το μείζον θέμα που έχει προκληθεί από τις όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις των χρηματιστηρίων εμπορευμάτων για παροχή περαιτέρω εγγυήσεων από τους συναλλασσόμενους στις αγορές, τα margin calls στα οποία αναφερθήκαμε την προηγούμενη εβδομάδα. Σχεδόν όλοι συμφώνησαν πως αν οι τιμές των εμπορευμάτων ανέβουν και άλλο, θα αρχίσει να μειώνεται δραστικά ο αριθμός των συμμετεχόντων στις χρηματιστηριακές συναλλαγές, με βέβαιο επακόλουθο την μείωση της ρευστότητας των χρηματιστηριακών αγορών εμπορευμάτων. Ο φόβος είναι πως κάποια στιγμή τα χρηματιστήρια μπορεί να «παγώσουν» και να δημιουργηθεί ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα στο διεθνές εμπόριο.
Η ανησυχία της Trafigura και των συναδέλφων της δεν έχει κρατηθεί κρυφή από τις εποπτικές αρχές. Όπως είχαμε δει την προηγούμενη εβδομάδα, η επιχειρηματική ένωση στην οποία συμμετέχουν, μαζί και με πολλές πετρελαϊκές εταιρείες, είχε στείλει επιστολή στις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τις εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, επισημαίνοντας τους κινδύνους που δημιουργούνται από τη συνεχή αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών.
Στην επιστολή αυτή είχαν λίγο πολύ προτρέψει τις εποπτικές αρχές να είναι έτοιμες για την περίπτωση που θα χρειαστεί να «τροφοδοτήσουν» την παγκόσμια αγορά εμπορευμάτων και τα χρηματιστήρια εμπορευμάτων με όση χρηματική ρευστότητα χρειαστεί για να διασφαλισθεί η ομαλή λειτουργία τους. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Bloomberg, την Τρίτη που μας πέρασε πραγματοποιήθηκε συνάντηση των εκπροσώπων της ένωσης με αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ υπάρχει τακτική επαφή της ένωσης με την ηγεσία της Κεντρικής Τράπεζας της Αγγλίας.
Κατά την άποψη του συντάκτη του ρεπορτάζ, οι εποπτικές αρχές αναγνωρίζουν την σοβαρότητα της κατάστασης αλλά δεν είναι πρόθυμες να επέμβουν παρά μόνο αν τα πράγματα χειροτερέψουν τόσο πολύ που ο κίνδυνος γίνει πλέον συστημικός, καθώς δεν θα ήθελαν να φανεί πως «σώζουν» κάποιες επιχειρήσεις, όπως είχε γίνει με ορισμένες τράπεζες το 2008 – 2009.
Μία πιθανή λύση στο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί, αν και όχι τόσο άμεση, πρότεινε ο αρθρογράφος του Bloomberg Marc Rubenstein, παλιό στέλεχος hedge funds. Ο Rubenstein υποστηρίζει πως θα πρέπει να ληφθούν νομοθετικές και εποπτικές πρωτοβουλίες ώστε να αυξηθεί το ύψος των απαιτούμενων κεφαλαίων για τη λειτουργία των χρηματιστηρίων εμπορευμάτων και ειδικότερα για τα συστήματα εκκαθάρισης. Κατ’ αυτόν, οι τωρινές κεφαλαιακές απαιτήσεις για τα χρηματιστηριακά συστήματα εκκαθάρισης είναι μάλλον χαμηλές.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την «μετακύλιση» του κινδύνου προς τους συναλλασσόμενους, πράγμα το οποίο εμφανίζεται με την μορφή των αυξημένων εγγυήσεων που ζητά το σύστημα εκκαθάρισης κάθε φορά που αυξάνεται η μεταβλητότητα ή οι τιμές.
Ένα σχετικό παράδειγμα που μας έρχεται στο νου είναι η πρόσφατη περιπέτεια με το νικέλιο, του οποίου η τιμή σχεδόν τετραπλασιάστηκε, σε έναν βαθμό λόγω και των μεγάλων margin calls που ζητήθηκαν από τους συναλλασσόμενους όταν η τιμή του μετάλλου άρχισε να ανεβαίνει εξ αιτίας της ρωσικής εισβολής. Αν το χρηματιστήριο μετάλλων δεν είχε καταφύγει στο ακραίο μέτρο της αναστολής διαπραγμάτευσης και της ακύρωσης των συναλλαγών, ένα μεγάλο μέρος των συναλλασσόμενων θα είχε κυριολεκτικά καταστραφεί οικονομικά λόγω των τεράστιων ποσών που θα έπρεπε να καταβάλλει προς το σύστημα εκκαθάρισης του χρηματιστηρίου.
Είναι δύσκολο να προβλέψουμε τη στάση των εποπτικών αρχών και των κεντρικών τραπεζών στην περίπτωση που οι διεθνείς γίγαντες της αγοράς εμπορευμάτων αδυνατούν πλέον να εξασφαλίσουν την απαραίτητη χρηματοδότηση προκειμένου να μπορέσουν να δραστηριοποιηθούν με αποτελεσματικότητα στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων. Επειδή όμως αυτό, αν συμβεί, θα συνοδεύεται από ακόμα υψηλότερες τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, πιθανώς και μετάλλων ή αγροτικών προϊόντων, πιστεύουμε πως θα προτιμήσουν να κατηγορηθούν ως πολύ φιλικοί προς την Trafigura και τους ομοίους της από το να δουν το παγκόσμιο εμπόριο να γονατίζει.