Την απόφαση της Τουρκίας για την επέκταση της άδειας εισόδου στο παραλιακό μέτωπο των Βαρωσίων στην Κύπρο, καταδίκασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την ομιλία του στην εκδήλωση για την απονομή του βραβείου «Αυτοκράτειρα Θεοφανώ» στην πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
«Η απόφαση αυτή συνιστά κατάφωρη παραβίαση των Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και η Ελλάδα πρόκειται να στηρίξει όλες τις σχετικές προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας», δήλωσε ο κ. πρωθυπουργός.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Κυρ. Μητσοτάκης, αναφέρθηκε στη Ροτόντα τονίζοντας ότι «αποτελεί σήμερα τοπόσημο μιας δυναμικής μητρόπολης, που είναι υπερεθνικός βαλκανικός πόλος. Κάτι που δεν συμβαίνει, δυστυχώς, με ένα άλλο κορυφαίο σύμβολο συνάντησης θρησκειών και πολιτισμών, την Αγία Σοφία».
Χαρακτήρισε δε «πολύ σημαντικό ότι μόλις χθες ο Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και υποψήφιος Πρόεδρος, Τζό Μπάιντεν, ένωσε τη φωνή του με το παγκόσμιο κύμα διαμαρτυρίας για τη μετατροπή της σε τέμενος. Κάλεσε την Τουρκία, με ρητό τρόπο, να επαναφέρει τον χαρακτήρα της ως μνημείο ολόκληρης της ανθρωπότητας», είπε.
Η Ελλάδα σηκώνει δυσανάλογα βάρη στο μεταναστευτικό
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στο μεταναστευτικό, λέγοντας πως η Ελλάδα σηκώνει τα βάρη του κατά τρόπο δυσανάλογο, υπερασπιζόμενη τα ανατολικά σύνορα της πατρίδας μας, τα οποία είναι και τα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης, σώζοντας συνεχώς χιλιάδες ζωές στο Αιγαίο, φιλοξενώντας χιλιάδες κατατρεγμένων ανθρώπων στις δομές της.
«Όμως η πίεση είναι τεράστια για τις δυνάμεις μιας και μόνο χώρας. Οι πρόσφυγες, πολλοί για να χωρέσουν στην έκτασή της», παρατήρησε ο πρωθυπουργός και συνέχισε: «Η Ελλάδα μπορεί να απέδειξε ως τώρα τόσο την αποτρεπτική της δυνατότητα, όσο και την ανθρωπιστική της συμπεριφορά. Το πρόβλημα, ωστόσο, μεγεθύνεται. Και δυστυχώς γίνεται εκρηκτικό σε συνθήκες πανδημίας. Η πρόσφατη καταστροφή της Μόριας πιστοποίησε την ετοιμότητά της Πολιτείας να δημιουργήσει σε χρόνο-ρεκόρ μία εναλλακτική δομή. Σηματοδότησε όμως και τα όρια της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής».
Ειδικότερα για το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είπε ότι πρέπει να αποτελεί σοβαρό σημείο εκκίνησης της αναθεώρησης της πολιτικής της, ώστε η Ευρώπη να αποκτήσει ενιαίο και σταθερό έλεγχο των συνόρων της, κοινούς και ευέλικτους κανόνες ασύλου, αλλά, κυρίως, ένα δίκαιο σύστημα επιμερισμού των προσφυγικών ροών.
Μιλώντας για την απονομή του βραβείου, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι «η διάκριση "Αυτοκράτειρα Θεοφανώ" γεννήθηκε για να τιμά πρόσωπα θεσμούς και οργανισμούς που εμβαθύνουν την ευρωπαϊκή ιδέα και αποτελεί και μια γέφυρα που συνδέει τη Θεσσαλονίκη με την Ευρώπη».
«Σήμερα έχουμε τη γιορτή της Ευρώπης και των αξιών της και είναι χαρά μου που το Βραβείο θα το παραλάβει η ίδια πρόεδρος της Κομισιόν, έστω και διαδικτυακά, είναι το κατάλληλο πρόσωπο για να μεταφέρει στις Βρυξέλλες την τιμή που αποδίδει η Θεσσαλονίκη στην ίδια και το μέλλον της κοινής μας πατρίδας», είπε ο πρωθυπουργός, επισημαίνοντας ότι «είναι ένα Βραβείο που φέρει το όνομα μιας ισχυρής γυναίκας του 10ου αιώνα στα χέρια μιας δυναμικής και ηγετικής φυσιογνωμίας του 21ου αιώνα».
Δείτε την εκδήλωση:
Ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού:
Είναι χαρά μου και μεγάλη μου τιμή να είμαι ο πρώτος ομιλητής σε αυτήν την ξεχωριστή εκδήλωση. Οι συνθήκες είναι πρωτόγνωρες, επιβάλλονται λόγω της ανάγκης να προστατευτούμε από τον κορονοϊό. Ευτυχώς, όμως, η τεχνολογία ξέρει και μπορεί να καταργεί και τις αποστάσεις και το χρόνο. Ας ταξιδέψουμε, λοιπόν, στον χρόνο.
Στα τέλη του 10ου αιώνα, μια βυζαντινή πριγκίπισσα άφηνε την Κωνσταντινούπολη για τη Σαξονία. Ήταν η ανιψιά του αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή, Θεοφανώ, που θα παντρευόταν τον Όθωνα τον Β΄ για να καθίσει στο πλευρό του στον θρόνο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αργότερα, μάλιστα, έμελλε να κρατήσει και μόνη της τα σκήπτρα, μετά τον θάνατό του. Εκείνος ο γάμος έδωσε γερμανικά δικαιώματα στον τίτλο του «Αυτοκράτορα των Ρωμαίων», τον οποίο μέχρι τότε έφερε μόνο ο εστεμμένος της Βασιλεύουσας.
Αυτομάτως, όμως, εμβόλιασε και την Δύση με τον πολιτισμό και την κουλτούρα του Βυζαντίου, όπου κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο. Θα μπορούσε, λοιπόν, να πει κανείς ότι ήταν η πρώιμη ένωση της ηπείρου μας.
Περισσότερο από μια χιλιετία μετά, αγαπητέ Σταύρο, η Αυτοκράτειρα Θεοφανώ κάνει το αντίστροφο ταξίδι: Ως ισχυρό σύμβολο, πλέον, σε μια από τις πιο ακμαίες πόλεις της Ανατολικής Αυτοκρατορίας. Και δωρίζει το όνομά της σε ένα βραβείο αφιερωμένο στην ιστορική σύνδεση των ευρωπαϊκών λαών. Αλλά, κυρίως, στο κοινό τους μέλλον.
Η διάκριση «Αυτοκράτειρα Θεοφανώ» γεννήθηκε για να τιμά πρόσωπα, θεσμούς και οργανισμούς, που προωθούν και εμβαθύνουν την ευρωπαϊκή ιδέα. Όσους, δηλαδή, συμβάλλουν στη συνειδητοποίηση των διαφορετικών αφετηριών της Ευρώπης, που όλες τους, όμως, εκβάλλουν στην κοινή της κοίτη -όπως είπε και ο Δημήτρης- στην ισότιμη ένωση των κρατών της.
Είναι ένα έπαθλο ευρωπαϊκό στην κυριολεξία. Γιατί η ιδέα του ανήκει στον πρώην πρόεδρο του Συμβουλίου, Herman Van Rompuy. Η υλοποίησή της, σε μια ομάδα από ανήσυχους ανθρώπους από τη Βόρεια Ελλάδα, με πρωτεργάτη τον Σταύρο Ανδρεάδη. Επιπλέον, αποτελεί μια γέφυρα που συνδέει ακόμα περισσότερο -ειδικά- τη Θεσσαλονίκη με την Ευρώπη.
Γιατί ενώ τις υποψηφιότητες τις εισηγείται η Συμβουλευτική Επιτροπή, η Διοικούσα Επιτροπή, που αποτελείται από προσωπικότητες που πρωταγωνιστούν στην κοινωνία και στα γράμματα και στην επιχειρηματικότητα της Μακεδονίας, κάνει την τελική επιλογή.
Η ίδια η Θεσσαλονίκη, άλλωστε, υπήρξε πρόπλασμα της Ευρώπης ως περιοχή. Αφού επί αιώνες διεκδικήθηκε από πολλούς κατακτητές, ωρίμασε ως σταυροδρόμι πολιτισμών και εστία διαφορετικών πληθυσμών.
Όπως και ο θαυμάσιος χώρος, που μας φιλοξενεί: Η Ροτόντα. Χτίστηκε -κατά πάσα πιθανότητα- ως μαυσωλείο, έγινε μετά χριστιανική εκκλησία, έχοντας λειτουργήσει ενδιάμεσα ως τζαμί. Για να αποτελεί σήμερα τοπόσημο μιας δυναμικής μητρόπολης, που είναι υπερεθνικός βαλκανικός πόλος.
Κάτι που δεν συμβαίνει, δυστυχώς, με ένα άλλο κορυφαίο σύμβολο συνάντησης θρησκειών και πολιτισμών, την Αγία Σοφία.
Είναι πολύ σημαντικό ότι μόλις χθες ο Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και υποψήφιος Πρόεδρος, Joe Biden, ένωσε τη φωνή του με το παγκόσμιο κύμα διαμαρτυρίας για τη μετατροπή της σε τέμενος. Κάλεσε την Τουρκία, με ρητό τρόπο, να επαναφέρει τον χαρακτήρα της ως μνημείο ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι, δέκα αιώνες από εκείνο το πρώτο ταξίδι της βυζαντινής πριγκίπισσας, η προσέγγιση των χωρών της Ευρώπης δεν θεμελιώνεται πια πάνω στους γάμους των μοναρχών της. Οικοδομείται, αντίθετα, πάνω στην αλληλεπίδραση των πολιτών της, που είναι και η ουσία του δημοκρατικού της κεκτημένου: Όχι απλώς να συνδέονται τα κράτη. Αλλά να συμπλέουν οι κοινωνίες τους.
Το πρώτο βραβείο, λοιπόν, ανήκει δικαιωματικά σε έναν θεσμό που για παραπάνω από τρεις δεκαετίες υπηρετεί την ώσμωση, την αλληλοκατανόηση των Ευρωπαίων. Πώς; Διαπλάθοντας τη νέα γενιά και δίνοντας αληθινή υπόσταση στην ιδιότητα του ευρωπαίου πολίτη.
Γιατί με το πρόγραμμα ERASMUS έχουν ήδη ταυτιστεί σχεδόν 10 εκατομμύρια νέες και νέοι, από το Κορκ μέχρι το Ηράκλειο, από το Πόρτο μέχρι το Ταλίν. Που ταξίδεψαν και σπούδασαν σε εκατοντάδες πόλεις της ηπείρου, γνωρίζοντας εμπειρίες στα αμφιθέατρα και στα στέκια κάθε πόλης, πριν προικίσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση με ένα νέο, δυναμικό αέρα.
Μέσα από το βίωμα, οι συμμετέχοντες στο ERASMUS συνειδητοποίησαν κάτι σημαντικό, ότι οι επιμέρους ιστορικές και τοπικές διαφοροποιήσεις αποτελούν μόνο ψηφίδες κι όχι ρωγμές μιας ευρύτερης γεωγραφικής και πολιτιστικής ενότητας. Γι’ αυτό και πολλοί απ’ αυτούς πρωταγωνιστούν σήμερα στην πολιτική, επιστημονική και καλλιτεχνική ζωή των χωρών μας.
Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι ο καλός μου φίλος, ο Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, Xavier Bettel, βρίσκει πάντοτε την ευκαιρία να μιλήσει θερμά για το δικό του εξάμηνο στο ERASMUS εδώ στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη. Και βέβαια για την πολύ όμορφη του ζωή, στην πρωτεύουσα του Βορρά.
Απονέμοντας, λοιπόν, το πρώτο από τα βραβεία «Αυτοκράτειρα Θεοφανώ» στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, η Διοικούσα Επιτροπή τιμά τον πυρήνα των ευρωπαϊκών αξιών: Της αλληλοκατανόησης, της συναδέλφωσης των πολιτών, που οδηγεί και στη συνεργασία των χωρών.
Τιμά όμως ταυτόχρονα την οικουμενική και πνευματική ακτινοβολία της Ευρώπης. Αυτήν που στον Ολλανδό φιλόσοφο Έρασμο βρίσκει έναν από τους πιο αυθεντικούς εκπροσώπους της.
Οι νέες και οι νέοι του ERASMUS υπήρξαν οι πρώτοι οι οποίοι έζησαν σε μια ενιαία και ελεύθερη Ευρώπη. Χωρίς τις θρησκευτικές αντιπαλότητες, τους εθνικούς πολέμους, τις πολιτικές συγκρούσεις που την δίχασαν όλους τους προηγούμενους αιώνες.
Ήταν όμως και οι πρώτοι που είδαν όχι μόνο τα επιτεύγματα αλλά και τις υστερήσεις του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Γιατί μαζί με τους νέους φίλους στις χώρες που σπούδασαν, γνώρισαν και τα προβλήματα που εξακολουθούν να υπάρχουν. Με άλλα λόγια, δίπλα στα αγαθά της Ευρωπαϊκής Ένωσης μοιράστηκαν τον σκεπτικισμό για τις αδυναμίες της. Η γνώμη τους, λοιπόν, είναι βαρύνουσα.
Ιδίως στην εποχή μας, στην οποία κλονίζονται πολλές από τις βεβαιότητες με τις οποίες πορευθήκαμε για δεκαετίες. Γιατί στο πάγιο ζητούμενο της ασφάλειας, της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, προστίθενται καινούργιοι κίνδυνοι. Όπως οι υγειονομικές απειλές, η κλιματική κρίση. Ενώ η ανάδυση νέων κέντρων ισχύος αμφισβητεί σοβαρά την ιστορική αίγλη και την επιρροή της Ευρώπης στον κόσμο.
Κυρίες και κύριοι, όλα αυτά προκαλούν εσωτερικούς κραδασμούς, καθώς κάποιες άστοχες επιλογές εντείνουν τις εσωτερικές ανισότητες. Άλλοι δισταγμοί τραυματίζουν την ευρωπαϊκή αυτοπεποίθηση. Και ορισμένες αδράνειες αποθρασύνουν αυτόκλητους τρίτους που σπεύδουν να δράσουν αυθαίρετα σε περιοχές όπου η Ευρώπη έχει στρατηγικά συμφέροντα. Είναι προκλήσεις τις οποίες οφείλουμε να δούμε κατάματα και να αντιμετωπίσουμε.
Γιατί με τη σειρά τους οι κοινωνίες της κοινής μας πατρίδας ανησυχούν. Κλονίζεται η συνοχή τους και η εμπιστοσύνη τους στο κοινό όραμα. Ενώ ο ανορθολογισμός, ο λαϊκισμός, η μισαλλοδοξία βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθούν.
Με την πανδημία του Covid να μαίνεται και με την οικονομική κρίση να απειλεί την εργασία και τον πλούτο, οι δυσκολίες αυτές μεγεθύνονται. Και είναι φυσικό τα βλέμματα των λαών να στρέφονται προς τις κυβερνήσεις τους. Τις εθνικές αλλά και την υπερεθνική, την ευρωπαϊκή. Μεγεθύνονται συνεπώς και οι δικές μας ευθύνες.
Γιατί η Ευρώπη προχωρεί όταν ακούει τα αιτήματα των λαών της. Και αυτοί ευημερούν όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση απαντά στις προσδοκίες τους. Είμαστε εδώ, λοιπόν, για να διατρανώσουμε ότι ερχόμαστε από μακριά και πηγαίνουμε μακριά.
Και πράγματι πρόσφατα κάναμε ένα πολύ σοβαρό βήμα προς κάτι που άλλοτε έμοιαζε με ταμπού: Τη δυνατότητα, δηλαδή, της Ευρωπαϊκής Ένωσης να χρηματοδοτείται και να χρηματοδοτεί ως υπερεθνική οντότητα η ίδια. Μία απόπειρα, δεν πρέπει απλά να πετύχει. Αλλά πρέπει να καταστεί αφετηρία μιας νέας πορείας.
Η συγκυρία, ωστόσο, ανέδειξε και ένα άλλο μέτωπο στο οποίο δοκιμάζεται η ευρωπαϊκή ιδέα: Τα σύνορα της Ευρώπης. Tο περίγραμμα όχι μόνο της ευρωπαϊκής κυριαρχίας αλλά και του ίδιου του αξιακού της φορτίου.
Κάτι που αμφισβητείται όταν μία τρίτη χώρα, όπως η Τουρκία, επιχειρεί να παραβιάσει δικαιώματα δύο κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ελλάδας και της Κύπρου. Θέτοντας, μάλιστα, σε κίνδυνο και μία ευαίσθητη ζώνη όχι μόνο για την Ευρώπη, αλλά και για την παγκόσμια ασφάλεια.
Η απάντηση του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο θέμα αυτό υπήρξε σαφής και ομόθυμη: Τάχθηκε ρητά στο πλευρό της Αθήνας και της Λευκωσίας.
Κάλεσε την Άγκυρα να εγκαταλείψει τις μονομερείς και επιθετικές ενέργειες, επιστρέφοντας στις συζητήσεις για τις θαλάσσιες ζώνες με βάση μόνο το Διεθνές Δίκαιο.
Της επεσήμανε ότι είναι η δική της συμπεριφορά που, τελικά, θα κρίνει το μέλλον των ευρω-τουρκικών σχέσεων. Και τέλος ζήτησε την επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό, πάντα υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Θέλω, με την ευκαιρία αυτή, να καταδικάσω την απόφαση της Τουρκίας για την επέκταση της άδειας εισόδου στο παραλιακό μέτωπο των Βαρωσίων. Η απόφαση αυτή, συνιστά κατάφωρη παραβίαση των Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Η Ελλάδα πρόκειται να στηρίξει όλες τις σχετικές προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Κυρίες και κύριοι, δίπλα στον κορονοϊό, τις οικονομικές αναταράξεις, τους κινδύνους για τη διεθνή ασφάλεια, μία ακόμη πρόκληση δοκιμάζει την Ευρώπη: Είναι το Μεταναστευτικό, τα βάρη του οποίου σηκώνει η πατρίδα μας κατά τρόπο δυσανάλογο. Υπερασπιζόμενη τα ανατολικά σύνορα της πατρίδας μας, τα οποία είναι και τα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης. Σώζοντας συνεχώς χιλιάδες ζωές στο Αιγαίο. Φιλοξενώντας χιλιάδες κατατρεγμένων ανθρώπων στις δομές της.
Όμως η πίεση είναι τεράστια για τις δυνάμεις μιας και μόνο χώρας. Οι πρόσφυγες πολλοί για να χωρέσουν στην έκτασή της.
Η Ελλάδα μπορεί να απέδειξε ως τώρα τόσο την αποτρεπτική της δυνατότητα, όσο και την ανθρωπιστική της συμπεριφορά. Το πρόβλημα, ωστόσο, μεγεθύνεται. Και δυστυχώς γίνεται εκρηκτικό σε συνθήκες πανδημίας.
Η πρόσφατη καταστροφή της Μόριας πιστοποίησε την ετοιμότητά της Πολιτείας να δημιουργήσει σε χρόνο-ρεκόρ μία εναλλακτική δομή. Σηματοδότησε όμως, αγαπητέ κύριε Αντιπρόεδρε, και τα όρια της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής.
Το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να αποτελεί σοβαρό σημείο εκκίνησης της αναθεώρησης της πολιτικής της. Ώστε η Ευρώπη να αποκτήσει ενιαίο και σταθερό έλεγχο των συνόρων της. Κοινούς και ευέλικτους κανόνες ασύλου. Αλλά, κυρίως, ένα δίκαιο σύστημα επιμερισμού των προσφυγικών ροών.
Αρκετά, όμως, με τα πολλά που έχουμε μπροστά μας και καλούμαστε να κάνουμε πράξη. Όπως είπε και πρόσφατα η αγαπητή Ursula στο Ευρωκοινοβούλιο, «ας σταματήσουμε να μιλάμε και ας πιάσουμε δουλειά, ώστε να οικοδομήσουμε τον κόσμο στον οποίο θέλουμε να ζήσουμε».
Σήμερα έχουμε τη γιορτή της Ευρώπης και των αξιών της. Και είναι χαρά μου που το βραβείο «Αυτοκράτειρα Θεοφανώ» για τον θεσμό ERASMUS θα το παραλάβει η ίδια η πρόεδρος της Κομισιόν -έστω και διαδικτυακά- είναι, νομίζω, το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να μεταφέρει στις Βρυξέλλες την τιμή που αποδίδει η Θεσσαλονίκη στην ίδια και το μέλλον της κοινής μας πατρίδας.
Ένα βραβείο που φέρει το όνομα μιας ισχυρής γυναίκας του 10ου αιώνα στα χέρια μιας δυναμικής και ηγετικής φυσιογνωμίας του 21ου. Σας ευχαριστώ.»