Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η κρίση συνεχίζεται για ένατο διαδοχικό χρόνο, η κυβέρνηση επιμένει στην ίδια καταστροφική τακτική των καθυστερήσεων και όσοι επιχειρούνστην καρδιά της πραγματικής οικονομίας βρίσκονται στο ίδιο έργο θεατές. Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, η ελληνική οικονομία ξεκινάει σε πλήρη στασιμότητα, χάνει την ευκαιρία να ανακάμψει και βυθίζεται ακόμη περισσότερο στην ανασφάλεια και την αβεβαιότητα.
Σε αυτό το σκηνικό, η αγορά προσπαθεί να «μαντέψει» τις επόμενες κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης καθώς πλέον γίνεται αντιληπτό πως όσο πλησιάζουμε στο καλοκαίρι, τόσο ξυπνούν μνήμες από το δραματικό 2015. Όσο για τις επενδύσεις, αυτές είναι πραγματικά άφαντες. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής κρίσης είναι η απότομη πτώση της συμμετοχής των επενδύσεων στο ΑΕΠ. Από το 26% του 2007, κατρακύλησαν στο 11,4% του 2016, δείχνοντας ότι οι επενδυτές δεν μπορούν να εμπιστευτούν μία χώρα που δεν έχει ξεκάθαρο προσανατολισμό.
Τα αποτελέσματα των αέναων διαπραγματεύσεων φαίνονται παντού. Από τις τράπεζες – με τις εκροές καταθέσεων στο πρώτο τρίμηνο να ξεπερνούν σύμφωνα με πληροφορίες ίσως και τα 4 δισ. ευρώ και μάλιστα σε περιβάλλον capitalcontrols – μέχρι τη νέα στάση πληρωμών από δημόσιο και ιδιώτες. Και μόνο το γεγονός ότι τον Ιανουάριο του 2017 οι καταθέσεις μειώθηκαν περισσότερο από τον Ιούλιο του 2015, που ήταν ο πρώτος μήνας εφαρμογής των capitalcontrols, λέει πολλά.
Τα λουκέτα στην αγορά αυξάνονται καθημερινά και οι καταναλωτές «βλέπουν» μόνο αρνητικές εξελίξεις για το επόμενο διάστημα. Ενδεικτικά, ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή επιδεινώθηκε τον Φεβρουάριο, τόσο σε σύγκριση με τον Ιανουάριο (-5,5 μονάδες), όσο και σε σύγκριση με τον Φεβρουάριο του 2016 (-6,5 μονάδες).
Στο μεταξύ, τα κρατικά ταμεία «στερεύουν», οι άνεργοι ξεπερνούν κατά πολύ το 1 εκατομμύριο, οι φόροι μένουν απλήρωτοι (πάνω από 1,5 δισ. ευρώ τα ληξιπρόθεσμα μόνο τον Ιανουάριο) και τα «κόκκινα» δάνεια απειλούν τη σταθερότητα του συστήματος.
«Έτσι δεν πάμε πουθενά. Η οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη ανάμεσα στη διαρκή αύξηση των φόρων και την αβεβαιότητα που προκαλούν οι πολύμηνες καθυστερήσεις στην αξιολόγηση», σημειώνει Έλληνας οικονομολόγος του εξωτερικού.Σύμφωνα με τον ίδιο, οι συνθήκες σήμερα είναι χειρότερες από το 2015 γιατί η ελληνική οικονομία δεν έχει άλλες αντοχές. Όσο καθυστερούμε να εφαρμόσουμε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα και απλά χάνουμε χρόνο, τόσο πηγαίνουν όλα πίσω.
«Όταν πνίγεσαι, η προσπάθεια να σωθείς γίνεται όσο περνάει η ώρα πιο δύσκολη. Η ελληνική οικονομία μοιάζει με τον πνιγμένο που την ώρα που πάει να βγάλει το κεφάλι να πάρει ανάσα, έρχεται κάποιος και τον σπρώχνει πιο βαθειά». Κάθε φορά που οι διαπραγματεύσεις παρατείνονται, στο τέλος έρχονται πιο πολλά μέτρα, αυτό το είδαμε το πρώτο εξάμηνο του 2015, το είδαμε το 2016 με τις πολύμηνες καθυστερήσεις, το βλέπουμε και τώρα. «Με άλλα λόγια, οι αντοχές τόσο της κοινωνίας όσο και της οικονομίας έχουν τελειώσει και κάθε πισωγύρισμα, κάθε «λάθος» από δω και πέρα, μπορεί να αποβεί μοιραίο».
Την ίδια ώρα χάνεται το στοίχηματης ανάκαμψης και των υπερβολικά αισιόδοξων προβλέψεων για ανάπτυξη 2,7% το 2017, ενώ δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που προειδοποιούν για πλήρη εκτροχιασμό αν δεν αλλάξει άμεσα το κλίμα. Όπως στις αρχές του 2015, έτσι και σήμερα η οικονομία δεν αξιοποιεί το momentumτων προηγούμενων μηνών και βυθίζεται εκ νέου στη δυσμένεια. Η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση απομακρύνεται, η έξοδος στις αγορές μοιάζει σήμερα ουτοπία και όλα αυτά φέρνουν πιο κοντά ένα τέταρτο μνημόνιο με ότι αυτό συνεπάγεται.
Τον περασμένο Οκτώβριο, όταν έκλεισαν και οι τελευταίες εκκρεμότητες από την πρώτη αξιολόγηση και εκταμιεύτηκε η δόση, το κυβερνητικό επιτελείο εξέφραζε τη βεβαιότητα ότι η επόμενη αξιολόγηση θα ολοκληρωνόταν ταχύτατα έτσι ώστε η οικονομία να ξεφύγει από τη στασιμότητα του πρώτου εξαμήνου του 2016. Έχουν περάσει σχεδόν πέντε μήνες και τα Eurogroup συνεχίζουν να είναι «καθοριστικά» και οι διαπραγματεύσεις συνεχίζουν να φτάνουν σε πολύ καλό σημείο αλλά να μην κλείνουν οριστικά.
Σοκάρουν τα στοιχεία για τις καταθέσεις
Μπορεί να έχει γίνει πια… κουραστικό, όμως τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν την έκταση της κόπωσης που παρατηρείται σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Πάνω από 4 δισ. ευρώ οι εκροές καταθέσεων από την αρχή του έτους, πάνω από 2 δισ. ευρώ τα νέα «κόκκινα» δάνεια.
Μία σύγκριση των συνθηκών και των εξελίξεων που στιγμάτισαν τις τράπεζες στο α'' εξάμηνο του 2015 με την τρέχουσα αβεβαιότητα μπορεί να δώσει μία εικόνα για την κρισιμότητα της κατάστασης.
Από τον Νοέμβριο του 2014 έως τον Ιούλιο του 2015 έκαναν φτερά καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων ύψους 43 δισ. ευρώ. Τα 16 δισ. ευρώ βγήκαν από το τραπεζικό σύστημα στο δίμηνο πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας. Τα πρώτα μαύρα σύννεφα στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές μέσα στον Φεβρουάριο είχαν ως αποτέλεσμα να σημειωθούν νέες εκροές 7,5 δισ. ευρώ.
Όμως η επίτευξη συμφωνίας στο τέλος Φεβρουαρίου, παρά τη δημιουργική ασάφεια και το αβέβαιο αποτέλεσμά της, ανέκοψε το ρεύμα των εκροών. Μέσα στον Μάρτιο του 2015 οι καταθέσεις μειώθηκαν μόλις κατά 2 δισ. ευρώ. Ακολούθησαν νέες εμπλοκές και αναζωπύρωση της συζήτησης για πιθανό Grexit, που οδήγησαν σε εκροές 4,9 δισ. ευρώ τον Απρίλιο, 3,7 δισ. ευρώ τον Μάιο και 7,9 δισ. ευρώ τον Ιούνιο.
Το σημαντικότερο εύρημα από τη σύγκριση μεταξύ των δύο κρίσεων είναι ότι τον Ιανουάριο του 2017 οι εκροές καταθέσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων διαμορφώθηκαν στα 1,6 δισ. ευρώ, έναντι 1,4 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2015 που ήταν ο πρώτος μήνας εφαρμογής των capital controls. Διότι μπορεί σήμερα οι περιορισμοί να έχουν χαλαρώσει ελαφρώς, όμως οι συνθήκες είναι φαινομενικά καλύτερες, ενώ η οικονομία εμφάνισε τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης στο β'' εξάμηνο του 2016, πριν σημειωθούν νέες καθυστερήσεις στην αξιολόγηση.
Υπενθυμίζεται ότι σήμερα οι καταθέσεις εμφανίζονται μειωμένες κατά περίπου 120 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το ιστορικό υψηλό του Σεπτεμβρίου του 2009. Με το ρυθμό που αυξάνονται σήμερα θα χρειαστούν πάνω από 22 χρόνια για να επανέλθουν στα προ κρίσης επίπεδα.