Ανησυχία επικρατεί στο Σύνδεσμο Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών (Incofruit Hellas) για ενδεχόμενες νέες αρνητικές επιπτώσεις στις εξαγωγές ελληνικών φρούτων και λαχανικών, μετά από την παράταση των μέτρων της Ε.Ε. κατά της Ρωσίας, αλλά και το εμπάργκο Ρωσίας στα ουκρανικά προϊόντα.
Όπως δήλωσε ο ειδικός σύμβουλος του Incofruit Hellas Γεώργιος Πολυχρονάκης,:«Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρέτεινε για άλλους 6 μήνες, μέχρι το τέλος του Ιουλίου 2016, τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας (που έληγαν τον Ιανουάριο), λόγω της συνεχιζόμενης έντασης μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας.
Η Ρωσία από την άλλη πλευρά, με τον Ρώσο πρωθυπουργό Μεντβέντεφ που υπέγραψε σχετικό διάταγμα, επέβαλε εμπάργκο τροφίμων στην Ουκρανία από 1/1/2016 και παράλληλα ανέστειλε την συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.
Σύμφωνα με το Κρεμλίνο, η Ουκρανία δεν δύναται να συμμετέχει σε δύο ζώνες ελεύθερου εμπορίου. Η ΕΕ έχει ήδη αναφέρει ότι η Ένωση δεν είναι έτοιμη για την αντιστάθμιση της Ουκρανίας στην απώλεια της ρωσικής αγοράς. Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Johannes Hahn, η ΕΕ έχει διαθέσει αρκετά χρήματα στην Ουκρανία για να βρει νέες αγορές και η χώρα είχε αρκετό χρόνο για να επενδύσει σε αυτό.
Κατόπιν αυτού και λόγω αυστηροποίησης των ελέγχων από ρωσικής πλευράς, επιστρέφουν στην χώρα μας φορτία με διάφορα φρούτα (αγγούρια, ακτινίδια, μανταρίνια, λεμόνια κ.ά.), λόγω μη παραλαβής τους από χώρες της Ευρώπης μέσω των οποίων διακινούνται transit. Εκφράζονται φόβοι ότι τα μη παραληφθέντα φορτία θα αυξηθούν τις επόμενες μέρες με όποιες συνέπειες-ζημιές για την χώρα μας από τη διάθεση σε πολύ χαμηλές τιμές σε άλλες αγορές.
Τις τελευταίες μέρες παρατηρούνται επίσης, μεγάλες καθυστερήσεις διέλευσης στα εσωτερικά σύνορα της Ευρώπης των εμφόρτων αλλά και των επιστρεφόμενων φορτηγών αυτοκινήτων, προφανώς για λόγους ελέγχου λόγω μεταναστευτικού, με κίνδυνο την μη ομαλή τροφοδότηση των αγορών από καθυστερήσεις παραδόσεως παραγγελιών.
Επιπλέον, ποσότητες φρούτων και λαχανικών τόσο τουρκικών προϊόντων όσο και ουκρανικών, θα πιέσουν την προσφορά στις ευρωπαϊκές καταναλωτικές αγορές, τόσο από άποψης ποσοτήτων όσο και τιμών».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ