Και ενώ στη χώρα μας, έκλεισαν με επιτυχία οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς και της Alpha Bank και προχωρούν με πιο ταχείς ρυθμούς οι πωλήσεις κόκκινων δανείων στους servicers, με πιο πρόσφατη την διαδικασία πώλησης του «Frontier» της Εθνικής Τράπεζας, οι εικόνες που έρχονται από το εξωτερικό, μας αφήνουν μια μελαγχολική διάθεση. Η πιο πρόσφατη εικόνα είναι αυτή της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της Revolut. Ποιοι είναι οι φόβοι και ποιες οι ευκαιρίες, για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα;
Η ψηφιακή τράπεζα με έδρα το Λονδίνο, ολοκλήρωσε ένα νέο κύκλο χρηματοδότησης ύψους $800 εκατ, που της έδωσε μια αποτίμηση της τάξης των $33 δισ. Μιας αξίας, μεγαλύτερης ακόμα και από την κεφαλαιοποίηση της βρετανικής παραδοσιακής τράπεζας NatWest. Η Revolut, που είχε ξεκινήσει σαν ένα είδος προπληρωμένης κάρτας, σήμερα προσφέρει, καταναλωτικά και επιχειρηματική δάνεια, μαζί με μια σειρά από επενδυτικά εργαλεία.
H Revolut, αποτελεί τον πιο γνωστό εκφραστή της αμφισβήτησης απέναντι στις παραδοσιακές τράπεζες. Μια σειρά από fintech και apps, συνθέτουν μια διαφορετική εικόνα του νέου ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, του τραπεζικού συστήματος. Μέσα στο «τραπεζικό παιχνίδι», μπαίνουν και οι γίγαντες.
Η συνεργασία της Apple με την Goldman Sachs, που είχε παρουσιάσει ο Κωσταντίνος Μαριόλης, στο άρθρο του «Οι «δοσατζήδες» του ίντερνετ κοντράρονται για 2,4 τρισ. ευρώ» αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου.
Όπως είχαμε αναλύσει παλαιότερα στο άρθρο «Bank Alert! Πώς το «buy now pay later» καταργεί δάνεια και πιστωτικές κάρτες», μια νέα μέθοδος πληρωμών που καλύπτει το σύνολο της καταναλωτικής αγοράς, ετοιμάζεται να προκαλέσει μια ριζική αλλαγή, τόσο στο χώρο των καταναλωτικών δανείων, όσο και στο χώρο των πιστωτικών καρτών.
Η νέα μέθοδος πληρωμών με το αρκτικόλεξο BNPL, από τα αρχικά του «Buy Now Pay Later» που σημαίνει «αγόρασε τώρα, πλήρωσε μετά», έχει ήδη αρχίσει να εισβάλει με εκθετικούς ρυθμούς στο χώρο του λιανικού εμπορίου.
Και δεν είναι μόνο ο χώρος των καταναλωτικών συνηθειών και δανείων που αλλάζει με τόση ταχύτητα. Ο χώρος των χρηματιστηριακών και επενδυτικών εταιρειών, αλλάζει και αυτός δραστικά. Και πάνω απ’ όλα αλλάζει και ο τρόπος λειτουργίας δυο βασικών πηγών τραπεζικών εσόδων.
Αλλάζει ραγδαία ο τρόπος των συναλλαγών και των μεταφορών κεφαλαίων, τόσο σε ταχύτητα όσο και σε κόστος. Σε σύγκριση με τις εφαρμογές fintech και apps, το κόστος των προμηθειών που χρεώνουν οι τράπεζες και δη οι ελληνικές, είναι υπερβολικό. Ένα κόστος που δεν είναι διατηρήσιμο, από τη στιγμή που οι αποταμιευτές και οι καταναλωτές, έχουν εύκολη πρόσβαση στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες.
Υπάρχουν αναλύσεις που δείχνουν ότι μέχρι το 2025 πάνω από τους μισούς ανθρώπους που θα διαθέτουν κινητό τηλέφωνο θα κάνουν mobile πληρωμές.
Οι έρευνες μάλιστα δείχνουν ότι ακόμη και σε ό,τι αφορά τις αγορές σε φυσικά καταστήματα και όχι online, ο αριθμός των καταναλωτών που επιλέγουν να πληρώσουν μέσω του κινητού τους αυξάνεται με εντυπωσιακό ρυθμό.
Αλλάζει και ο τρόπος των χρηματοδοτήσεων και των πιστώσεων. Σήμερα οι πιστώσεις εκτός τραπεζικού συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο υπερβαίνουν τα $18 τρισ. Το σύνολο των κεφαλαίων σε μετοχές και αμοιβαία κεφάλαια, που διαχειρίζονται στις κεφαλαιαγορές οι μη τραπεζικοί διαχειριστές, υπερβαίνει τα $30 τρισ., ενώ το σύνολο των χρημάτων στις αγορές χρήματος ανέρχεται στα $4,3 τρισ.
Τέλος, το σύνολο των κεφαλαίων που έχουν επενδυθεί σε hedge funds και σε private equity, που δεν ελέγχονται από τις τράπεζες, πλησιάζει τα $8 τρισ. Και αυτά τα κεφάλαια με τη σειρά τους χρηματοδοτούν την πραγματική οικονομία.
Αυτό το «σκιώδες τραπεζικό σύστημα που εκτελεί όλες πλέον τις κλασσικές τραπεζικές εργασίες / υπηρεσίες, όπως είναι τα στεγαστικά δάνεια, τα φοιτητικά δάνεια, τα καταναλωτικά δάνεια, οι καταναλωτικοί τραπεζικοί λογαριασμοί, τα επιχειρηματικά δάνεια, οι χρηματιστηριακές συναλλαγές και τα συστήματα πληρωμών, κερδίζει μερίδιο αγοράς, χωρίς να επιβαρύνεται κεφαλαιακά ή διαδικαστικά, από τις εποπτικές αρχές.
Πόσο προετοιμασμένες είναι άραγε οι εγχώριες συστημικές τράπεζες απέναντι σε αυτό το φαινόμενο; Πόσο προετοιμασμένες είναι για να χαμηλώσουν τις προμήθειες τους και να προσφέρουν ταχύτητα και ψηφιακή ευελιξία, στους συναλλασσόμενους;
Πόσο πρόθυμες είναι να δανειοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, τη στιγμή που τα Private Equity Funds και τα Credit Funds, αποτελούν πλέον μέρος και της ελληνικής χρηματοπιστωτικής πραγματικότητας και μπορούν κάλλιστα να αποσπάσουν κομμάτι από την πίτα των τραπεζικών χρηματοδοτήσεων;
Το κυνήγι των κόκκινων δανείων και η αύξηση της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών, είναι το σήμερα. Ποιο θα είναι όμως το αύριο; Θα καταφέρουν οι τράπεζες να διατηρήσουν και να αυξήσουν τα έσοδα τους;