Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε περίπου τρεις εβδομάδες από σήμερα, οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών θα έχουν ξεκάθαρη εικόνα για το που θα… κάτσει η μπίλια των stress tests. Στο τελευταίο δεκαήμερο του Απριλίου και στις αρχές Μαΐου, θα γίνουν οι κατάλληλες προσαρμογές για να ανακοινωθεί ο τελικός «λογαριασμός».
Στην αγορά σήμερα επικρατεί το σενάριο – βάσει των εκτιμήσεων διαφόρων επενδυτικών οίκων - που θέλει το πολύ μία ή δύο τράπεζες να εμφανίζει/ουν μικρά κεφαλαιακά κενά στο δυσμενές σενάριο της άσκησης, ένα αποτέλεσμα που προφανώς θεωρείται διαχειρίσιμο. Δυστυχώς, τα σενάρια που κυκλοφορούν είναι πολλά και τις περισσότερες φορές αναξιόπιστα. Η αλήθεια είναι ότι από τη στιγμή που ολοκληρώθηκε ο δεύτερος «γύρος» διάθεσης στοιχείων, οι τραπεζικές διοικήσεις μπορούν να δουν... μέχρι ένα σημείο, αλλά όχι με απόλυτη βεβαιότητα το αποτέλεσμα.
Ιδιαίτερα όσοι ασχολούνται με τις τραπεζικές μετοχές θα πρέπει να είναι πολύ προσεχτικοί τις επόμενες εβδομάδες και να φιλτράρουν όσα ακούνε και διαβάζουν για τα stress tests. Και αυτό γιατί δεν μιλάμε για μία καθαρά τεχνική άσκηση. Από τη στιγμή που η ΕΚΤ αποφάσισε να μην θέσει ένα συγκεκριμένο όριο και δεν υπάρχει «pass» ή «fail», γίνεται κατανοητό ότι όλα θα κριθούν στο πως θα «διαβάσει» ο Μάριο Ντράγκι τις επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών.
Έτσι, λοιπόν, η συγκυρία και οι πολιτικοί συσχετισμοί παίζουν ουσιαστικό ρόλο. Το μέλλον των ελληνικών τραπεζών παίζεται μέσα στον Απρίλιο στη Φρανκφούρτη και στις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με πληροφορίες του Liberal, οι εισηγήσεις που δέχεται ο Ντράγκι επηρεάζονται από τα απογοητευτικά οικονομικά στοιχεία της πατρίδας του Ιταλίας, όμως υπάρχουν και οι έντονες πιέσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας δυσεπίλυτος γρίφος.
Τα δεδομένα έχουν ως εξής: Οι πιέσεις από πλευράς ΔΝΤ είναι όχι μόνο υπαρκτές αλλά και αυξανόμενες. Το Ταμείο δέχθηκε πέρσι τον Σεπτέμβριο να κάνει πίσω στην απαίτησή του, να ενισχυθούν κεφαλαιακά οι τράπεζες με τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ, αλλά έθεσε ως βασικό όρο την επίσπευση των stress tests για την Ελλάδα πριν τη λήξη του μνημονίου, όπως και έγινε. Αυτό που απαιτεί σήμερα είναι να ξεκαθαρίσει το θέμα των τραπεζών σε όλα τα επίπεδα. Να πουληθούν, δηλαδή, τα «κόκκινα» δάνεια… χθες και να αντλήσουν κεφάλαια οι τράπεζες χωρίς να περιμένουν αν και πότε θα βελτιωθεί η οικονομία.
Η στάση της Κριστίν Λαγκάρντ δεν έχει αλλάξει, απλά ο συμβιβασμός του περασμένου Σεπτεμβρίου έκανε ορισμένους στην κυβέρνηση να ελπίζουν ότι το Ταμείο δεν θα επανέλθει. Σήμερα, όμως, μία στροφή από τα αποτελέσματα των stress tests και δύο στροφές από την έξοδο από το μνημόνιο, το ΔΝΤ θέλει να δει αποτελέσματα και όχι σχέδια που μένουν στα χαρτιά.
Ο παράγοντας ΔΝΤ ήταν γνωστός και για όσους δεν εθελοτυφλούν αναμενόμενος. Ο παράγοντας που δεν είχε σταθμιστεί καταλλήλως σχετίζεται με τους φόβους και τις ανησυχίες… made in Italy. Η ιταλική οικονομία βρίσκεται σε πολύ κρίσιμη καμπή, καθώς είναι η μοναδική μεγάλη οικονομία στην Ευρώπη που σέρνεται, ενώ ο κίνδυνος να ξεσπάσει μία παρατεταμένη πολιτική κρίση αυξάνεται καθημερινά.
Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το Liberal, στην ΕΚΤ καταβάλλουν καθημερινές προσπάθειες για να μην «σκάσει» η Ιταλία και εκτιμούν πως αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει η… πολυτέλεια να προκύψει ένα νέο πρόβλημα, όπως για παράδειγμα με τις ελληνικές τράπεζες…
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε φορά που οι ελληνικές τράπεζες μπαίνουν στο μικροσκόπιο των Αρχών, από την πρώτη άσκηση της BlackRock στα τέλη 2013-αρχές 2014 μέχρι σήμερα, συμμετέχουν στην ουσία σε μία διαδικασία που βασίζεται σε πολύπλοκη μεθοδολογία και ένα σωρό τεχνικά χαρακτηριστικά, ωστόσο η τελική απόφαση έχει ξεκάθαρα πολιτικό χαρακτήρα.
Στο καλό σενάριο, λοιπόν, θα δοθεί χρόνος στις τράπεζες να «καθαρίσουν» πλήρως. Είναι ένας νέος συμβιβασμός που αυτή τη στιγμή προσπαθεί να επιτευχθεί μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ για να διευκολυνθεί το σύστημα στην περίπτωση που δεν υπάρξει κάποια εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη.
Στο ίδιο σενάριο οι κινήσεις κεφαλαιακής ενίσχυσης θα γίνουν σε διάστημα έως 18 μηνών από τα stress tests. Δεν αποκλείεται, δηλαδή, να δούμε αιφνιδιαστικές κινήσεις, στην περίπτωση που μία τράπεζα κρίνει ότι μπορεί να βρει τα κεφάλαια που χρειάζεται… Έχουν, επίσης, καθοριστεί και δύο ορόσημα για τα «κόκκινα» δάνεια. Το πρώτο αφορά στην επίτευξη των στόχων του πλάνου έως το τέλος του 2019 και το δεύτερο τη μείωση του ποσοστού των NPEs σε επίπεδα που να πλησιάζουν τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης έως το 2022.
Αναμφίβολα οι τράπεζες είναι οι αγαπημένες των «σεναριογράφων» της αγοράς. Και όχι άδικα. Αυτά που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στον τραπεζικό κλάδο δεν τα φανταζόταν κανείς. Ίσως ούτε ο ιστορικός ηγέτης της Alpha Bank, Γιάννης Κωστόπουλος, ο οποίος έλεγε πριν από περίπου 20 χρόνια ότι το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα χωράει... δυόμιση τράπεζες.
Η κυβέρνηση δεν θέλει να βοηθήσει τις τράπεζες και το δείχνει σε κάθε ευκαιρία. Όλα τα εκκρεμή για τον κλάδο ζητήματα διευθετήθηκαν με τρομακτικές καθυστερήσεις. Αν ήθελε θα το έκανε έστω και σήμερα. Το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων δεν είναι άλυτο, αλλά δεν υπάρχει και μαγική λύση. Η πραγματική λύση είναι μία και λέγεται ανάπτυξη. Όχι ανάπτυξη 1,4% και 2% μετά από 8 χρόνια ύφεσης, αλλά ουσιαστική ανάκαμψη με προσέλκυση επενδύσεων. Βρισκόμαστε σε κομβικό σημείο, αλλά δεν δείχνουν να βάζουν μυαλό…