Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Μπορεί να αντέξει η οικονομία μέχρι την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, την μακροπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους και την αξιοποίηση του φθηνού χρήματος της ΕΚΤ, χωρίς να... παρασυρθεί σε ένα τέταρτο μνημόνιο και «μόνιμα» μέτρα λιτότητας;
Για έβδομο διαδοχικό χρόνο η χώρα βρίσκεται εγκλωβισμένη μεταξύ των θετικών εξελίξεων που περιμένει από το εξωτερικό και των σκληρών μέτρων που «στριμώχνουν» την πραγματική οικονομία, οδηγώντας σε μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και της ζήτησης. Ο Γιάνης Βαρουφάκης χαρακτηρίζει, σε συνέντευξή του στο Liberal, το τρίτο μνημόνιο σχεδιασμένο για να βγάλει τη χώρα από το ευρώ και ο Γιώργος Προβόπουλος προβλέπει ότι η διευθέτηση του χρέους θα γίνει μόνο με ένα νέο πρόγραμμα μεσο-μακροπρόθεσμου χαρακτήρα.
Το τέταρτο μνημόνιο δεν είναι ένα φανταστικό ενδεχόμενο. Είναι το «αντάλλαγμα» για την οριστική διευθέτηση του χρέους μετά το 2018. Μέχρι τότε, οι δανειστές απαιτούν την άμεση εφαρμογή των συμφωνηθέντων, η κυβέρνηση ζητά εγγυήσεις για την ελάφρυνση του χρέους και ο Mario Draghi επιθυμεί μία οποιαδήποτε λύση για να δώσει στην Ελλάδα το «εισιτήριο» για την ποσοτική χαλάρωση (QE).
Οι εξελίξεις πρέπει να επιταχυνθούν και προς αυτή την κατεύθυνση υλοποιήθηκε ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης. Εκτός όμως από την ταχύτητα, θα πρέπει να ενισχυθεί και η αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης. Διότι όπως εκτιμούν αναλυτές, η κυβέρνηση θα πρέπει παράλληλα με το κλείσιμο της αξιολόγησης μέχρι το τέλος του έτους, να αυξήσει τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις, να προωθήσει μεταρρυθμίσεις και να επιταχύνει τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.
Σχεδόν από τις αρχές του 2016, στελέχη της κυβέρνησης, με πρώτο τον πρωθυπουργό, προέβλεπαν ότι μέσα στο έτος η οικονομία θα απογειωνόταν. Ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας είχε δηλώσει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να καταπλήξει την παγκόσμια οικονομική κοινότητα.
Αν και τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν... βάσει σχεδίου, η χώρα θα μπορούσε να έχει μπροστά της μία ακόμη ευκαιρία, υπό την προϋπόθεση ότι θα ολοκληρωθεί γρήγορα η αξιολόγηση, θα επιτευχθεί συμφωνία για το χρέος και θα αποφασιστεί η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση. Στο συγκεκριμένο τρίπτυχο έχουν αναφερθεί σχεδόν οι πάντες, από τον πρωθυπουργό Αλέξη και τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, μέχρι επιφανείς επιχειρηματίες, όπως ο Ευάγγελος Μυτιληναίος. Πόσο κοντά είμαστε στο... σημείο απογείωσης;
Μέση λύση για το χρέος
Αναμφίβολα, η δεύτερη αξιολόγηση να έχει τις δικές της δυσκολίες, όμως το μεγάλο θέμα είναι αυτό της ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους. Τα μηνύματα από το Eurogroup δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με πληροφορίες προωθείται η «χρυσή τομή» που θα επιτρέψει τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.
H σκληρή στάση που τηρεί ο Wolfgang Schaeuble πολύ δύσκολα θα «σπάσει», όμως εκτιμάται πως είναι εφικτό να υπάρξει μία λύση βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα που θα συνοδεύεται από τις... συνηθισμένες υποσχέσεις για πιο μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση στη συνέχεια. Με άλλα λόγια, αναζητείται το σημείο που αφενός θα ικανοποιεί τη γερμανική πλευρά μέχρι τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών το φθινόπωρο του 2017 και αφετέρου θα «ξεκλειδώνει» τη συμμετοχή του ΔΝΤ, αφού θα περιγράφεται ο οδικός χάρτης διαχείρισης του χρέους από το 2018 και μετά.
Το πλεονέκτημα μίας τέτοιας λύσης είναι πως οδηγεί σε «θετική» αξιολόγηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από την ΕΚΤ, με αποτέλεσμα να θεωρείται βέβαιη η συμμετοχή της Ελλάδας στο QE, σε μία εξέλιξη που θα έχει μόνο θετικές επιπτώσεις.
Πρώτα, όμως, πρέπει να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, που σημαίνει ότι η κυβέρνηση όχι μόνο θα συμφωνήσει αλλά και θα εφαρμόσει τα προαπαιτούμενα, έτσι ώστε να προχωρήσουν οι συζητήσεις για το χρέος και να υλοποιηθούν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα.
Διίστανται οι απόψεις για την ανάπτυξη
Η κυβέρνηση «βλέπει» ανάπτυξη 2,7% το 2017, ενώ δια στόματος του νέου υπουργού Οικονομίας, Δημήτρη Παπαδημητρίου, ο στόχος είναι εφικτός χωρίς την εφαρμογή νέων μέτρων. Στον αντίποδα, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής χαρακτηρίζει αρκετά φιλόδοξο τον στόχο, υποστηρίζοντας ότι τα μέτρα του προϋπολογισμού έχουν έντονα υφεσιακό χαρακτήρα, ενώ η Bank of America Merrill Lynch προβλέπει ύφεση 1% το 2016 και ανάπτυξη 1,2% το 2017.
Η Citigroup, από την πλευρά της, έχει βγάλει το Grexit από το βασικό της σενάριο, κάνοντας λόγο για ύφεση 0,3% το 2016 και ανάπτυξη 0,5% το 2017. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) κάνει λόγο για μηδενική ανάπτυξη το 2016 και 2% το 2017, ενώ ο οίκος αξιολόγησης Fitch προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,8% το 2017, επισημαίνοντας παράλληλα τον κίνδυνο εκτροχιασμού του προγράμματος.
Η Moody''s εκτιμά ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να επιτύχει τους στόχους του προγράμματος για ανάπτυξη και πλεονάσματα, ενώ η Alpha Bank «βλέπει» ανάπτυξη άνω του 2% το 2017, μόνο όμως αν προχωρήσουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι αποκρατικοποιήσεις.
Την ίδια ώρα, αισιόδοξα μηνύματα έρχονται από χθεσινή έκθεση της Eurobank, στην οποία εκτιμάται ότι η ελληνική οικονομία θα ολοκληρώσει στη χειρότερη περίπτωση το 2016 με ύφεση 0,3% και στην καλύτερη με μηδενική μεταβολή του ΑΕΠ. Η προηγούμενη πρόβλεψη των αναλυτών της τράπεζας ήταν για ύφεση 0,5% το 2016.
Ακόμα όμως και αυτή τη θετική εκτίμηση συνοδεύεται από την επισήμανση ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα πρέπει να ολοκληρωθεί χωρίς καθυστερήσεις, έτσι ώστε να πυροδοτήσει μία σειρά θετικών εξελίξεων, όπως η ένταξη της Ελλάδας στο QE από τις αρχές του 2017.