Bank of America, DBRS, Scope Ratings. Είναι οι τρεις οίκοι που προχώρησαν σε σημαντική αναβάθμιση των εκτιμήσεών τους για την ελληνική οικονομία μέσα στην εβδομάδα που μας πέρασε.
Είχαν προηγηθεί οι Fitch, S&P, ελληνικές τράπεζες κ.ά. Ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης Scope αποδείχθηκε ο πιο γενναιόδωρος, τοποθετώντας την ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ στο 6,5% φέτος. Ακολουθεί η Bank of America με 5,1% και από κοντά η DBRS με 5%.
Από τον περασμένο Απρίλιο, το liberal.gr έχει επανειλημμένα «προειδοποιήσει» για την προοπτική αναβάθμισης των προβλέψεων, (Τα ισχυρά πορτοφόλια ποντάρουν στο εμβολιαστικό rebound της Ελλάδας, Ανοίγει κύκλος υψηλής ανάπτυξης έως το 2030, Οι αγορές «αναβάθμισαν» εις διπλούν την ελληνική οικονομία), την οποία βλέπουμε να παίρνει σάρκα και οστά τις τελευταίες ημέρες.
Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι γίναμε ξαφνικά... οικονομικός παράδεισος. Στην συντριπτική τους πλειονότητα, οι αναλυτές εκτιμούν ότι αθροιστικά στη διετία 2021-22, η ελληνική οικονομία θα τρέξει με ρυθμό 10%. Η Bank of America προβλέπει 5,1% και 3,8%, η Scope προβλέπει 6,5% και 3,6% και η DBRS 5% και 5% για τα έτη 2021 και 2022 αντίστοιχα.
Διατηρούν, ωστόσο, αρκετές επιφυλάξεις για την πορεία του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια. Και αυτό γιατί εκτιμούν ότι η μεσο - μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας είναι για ετήσιο ρυθμό 1%.
Πώς μπορεί να αλλάξει η συγκεκριμένη αντίληψη; Μέσω της καλύτερης δυνατής αξιοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης. Καλώς ή κακώς, οι αναλυτές κάνουν προβλέψεις με τα σημερινά δεδομένα και δύσκολα διακινδυνεύουν μία πολύ αισιόδοξη πρόβλεψη όταν ιστορικά μία οικονομία εμφανίζει σημαντικές αδυναμίες και αγκυλώσεις δεκαετιών.
Όσο οι αδυναμίες αυτές περιορίζονται και οι αγκυλώσεις αντιμετωπίζονται, τόσο οι εκτιμήσεις θα αναβαθμίζονται για να έρθουν πιο κοντά στην πραγματική πορεία της οικονομίας.
Είναι βέβαια, από μόνο του εντυπωσιακό, ότι σύμφωνα με την DBRS η Ελλάδα θα εμφανίζει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη την επόμενη διετία, μετά την Ισπανία. Αθροιστικά, η Ισπανία θα αναπτυχθεί κατά 11,5%, η Ελλάδα και η Ιρλανδία κατά 10%, η Γαλλία και η Πορτογαλία κατά 9%, η Ιταλία κατά 8,5% και η Γερμανία κατά 7%.
Ήδη, το άρτια εκτελεσμένο πρόγραμμα εμβολιασμού στην Ελλάδα και η επίσης άρτια κατάρτιση του Σχεδίου Ανάκαμψης, σε συνδυασμό πάντα με την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, αλλάζουν την εικόνα που έχουν οι ξένοι για τη χώρα μας.
Στο α’ εξάμηνο του 2021 η ελληνική οικονομία «έτρεξε» με ταχύτερο των προσδοκιών ρυθμό, ενισχύοντας την αισιοδοξία ότι το ΑΕΠ θα καλύψει το χαμένο έδαφος της πανδημίας μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2022.
Σε συνδυασμό μάλιστα με την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας μείωσης των «κόκκινων» δανείων, ενδυναμώνεται η θέση της Ελλάδας ως προς την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου στην πολυπόθητη «επενδυτική βαθμίδα».
Κάπως έτσι αλλάζει η ιστορία. Όταν σημειώνονται διαδοχικές, μικρές ή μεγάλες, θετικές εξελίξεις. Για να συνεχιστούν οι ενθαρρυντικές για το μέλλον οικονομικές προβλέψεις θα πρέπει να δούμε μία σειρά τέτοιων θετικών εξελίξεων.
Η πρώτη σχετίζεται φυσικά με την πανδημία, τη διαχείρισή της και τον τελικό αντίκτυπο που θα έχει στην οικονομία. Το βασικό σενάριο των αναλυτών είναι ότι οδεύουμε σε αποκλιμάκωση και πως δύσκολα θα ξαναδούμε τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα του περασμένου 15μηνου.
Από 'κει και πέρα, ξεκινά η λίστα με τις θετικές οικονομικές εξελίξεις, για τις οποίες ευθύνεται αποκλειστικά η χώρα μας και δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Μία τέτοια εξέλιξη αφορά στην ομαλή εκτέλεση των έργων του Σχεδίου Ανάκαμψης, καθώς μόνο έτσι θα πέσουν στην αγορά δεκάδες δισεκατομμύρια.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η ΤτΕ προβλέπει ότι η επίδραση των έργων αλλά και των μεταρρυθμίσεων του Σχεδίου θα φτάσει να δώσει ώθηση στο ΑΕΠ 7% το 2026.
Για να… συμμεριστούν οι αναλυτές την εγχώρια αισιοδοξία θα πρέπει να δουν τα έργα να γίνονται και τις μεταρρυθμίσεις να εφαρμόζονται. Ένα άλλο πεδίο είναι αυτό των τραπεζών όπου περιμένουν να δουν την πολυπόθητη μείωση του ποσοστού των κόκκινων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό.
Τέλος, οι αναλυτές θέλουν να δουν να εφαρμόζεται μία συνετή δημοσιονομική πολιτική που θα επαναφέρει την ελληνική οικονομία σε τροχιά μείωσης του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια.
Αυτό για να σιγουρευτούν ότι η Ελλάδα δεν θα δαπανήσει τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και τους υπόλοιπους πόρους του ΕΣΠΑ για να επιστρέψει σε πρακτικές που την οδήγησαν στην χρεοκοπία του 2010.