Ξεκινάει σήμερα η μητέρα όλων των αποκρατικοποιήσεων, ο διαγωνισμός παραχώρησης της Αττικής Οδού για την οποία το ελληνικό Δημόσιο προσδοκά να κάνει νέο ρεκόρ εσόδων σε μία συναλλαγή. Η σύμβαση παραχώρησης με την προηγούμενη κοινοπραξία λήγει το Οκτώβριο του 2024 και το Δημόσιο σπεύδει να ανοίξει τη διαδικασία ανανέωσης της παραχώρησης τώρα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν έγκαιρα πιθανές ενστάσεις και καθυστερήσεις που θα εκτροχιάσουν τη διαδικασία από το χρονικό ορόσημο της λήξης της παραχώρησης.
Ακόμα, τα επίπεδα στα οποία αναμένεται να κινηθεί το τελικό ύψος του τιμήματος επιβάλλουν τη σύμπραξη δύο ή περισσότερων επενδυτών, την αναζήτηση επαρκών κεφαλαίων και εγγυητικών για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό, διαδικασίες δηλαδή που απαιτούν εύλογο χρονικό διάστημα και βοηθούν στην ομαλή διεξαγωγή του διαγωνισμού.
Η διαφορά του νέου διαγωνισμού με την προηγούμενη φορά είναι ότι σε αυτή τη φάση η ανάθεση δεν περιέχει κατασκευαστικό αντικείμενο ή επεκτάσεις. Το πιθανότερο είναι οι όποιες επεκτάσεις να υλοποιηθούν σε δεύτερο χρόνο με ξεχωριστούς διαγωνισμούς. Η φύση του διαγωνισμού ευνοεί την προσέλκυση ισχυρών χρηματοοικονομικών επενδυτών που εστιάζουν σε υποδομές.
Τα καλά νέα είναι ότι στη χώρα μας μετά από αρκετές πετυχημένες συναλλαγές η παρουσία τέτοιων επενδυτών έχει αυξηθεί με πιο σημαντική ίσως την παρουσία τους στην υπό εξέλιξη αποκρατικοποίηση του Ελ. Βενιζέλος. Τα ακόμα καλύτερα νέα είναι ότι το σύνολο των εσόδων από την ανανέωση της 25ετούς παραχώρησης θα πάνε κατευθείαν στη μείωση του χρέους. Επομένως όσο πιο πολλοί, τόσο πιο καλά.
Σε συνθήκες κανονικότητας (2019) η Αττική οδός είχε έσοδα 192,7 εκατ. ευρώ και λειτουργικά κέρδη 133 εκατ. ευρώ. Η επίδοση αυτή έρχεται με μέση ημερήσια κυκλοφορία 236.090 τροχοφόρων από τα διόδια διέλευσης της κοινοπραξίας, μέγεθος το οποίο ωστόσο δεν είναι το υψηλότερο στην ιστορία του αυτοκινητόδρομου: Η καλύτερη χρονιά ήταν το 2009 με μέση ημερήσια διέλευση 307.300 τροχοφόρων περίπου 30% υψηλότερα. Η κρίση της δεκαετίας του 2010 – 2020 χαμήλωσε αισθητά τα νούμερα των διελεύσεων με χειρότερη χρονιά το 2014 όταν σημειώθηκε το ιστορικό χαμηλό κίνησης των 196.960 τροχοφόρων.
Με τις διελεύσεις στο ιστορικό χαμηλό η Αττική Οδός εμφάνισε έσοδα 159,7 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 38,9 εκατ. ευρώ ενώ το 2020 με τον δρόμο πρακτικά κλειστό για τρεις μήνες τα έσοδα διαμορφώθηκαν σε 151,6 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη σε 48,7 εκατ. ευρώ. Η διαφορά αυτή οφείλεται στο ότι το β’ εξάμηνο του 2019 η κοινοπραξία αύξησε το κόμιστρο διέλευσης κατά 14% έως 18% ανάλογα τον τύπο οχήματος. Προκύπτει επίσης ότι η αύξηση της χρήσης του αυτοκινητόδρομου συνδέεται σχεδόν γραμμικά με τους ρυθμούς αύξησης της οικονομίας.
Για την τελευταία πλήρη χρήση που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία η κίνηση στον Αυτοκινητόδρομο ήταν μειωμένη κατά 24% λόγω των περιορισμών που είχαν επιβληθεί λόγω της πανδημίας. Στο ενδεκάμηνο του 2021 οι διελεύσεις είναι αυξημένες κατά 8% ενώ την περίοδο Ιουλίου Αυγούστου και Σεπτεμβρίου του 2021 οι διελεύσεις είχαν επανέλθει στα επίπεδα του 2019.
Έχοντας λοιπόν ως δεδομένο ότι η Αττική οδός μπορεί να φέρει λειτουργικά κέρδη σε σταθερή βάση 150 εκατ. ευρώ και χρησιμοποιώντας ένα συντελεστή απόδοσης 6% η άσκηση δίνει τίμημα που θα προσεγγίζει τα 2,5 δις ευρώ ή 35,7 εκατομμύρια για κάθε χιλιόμετρο. Όχι και άσχημα.