Προχθές Κυριακή ανακοινώθηκε πως η καναδική σιδηροδρομική εταιρεία Canadian Pacific (CP NYSE, CP TORONTO) συμφώνησε την εξαγορά της αμερικανικής ανταγωνίστριάς της Kansas City Southern (KSU NYSE). Η εξαγορά θα κοστίσει στην Canadian Pacific περίπου 25 δισεκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α., χωρίς να υπολογίζουμε τον καθαρό δανεισμό της Kansas City Southern. Αυτό μεταφράζεται σε τιμή περίπου 270 δολαρίων Η.Π.Α. για τη μετοχή της KSU, 20% πάνω από την τιμή κλεισίματος της προηγούμενης Παρασκευής.
Είναι η τρίτη προσπάθεια της CP να εξαγοράσει αμερικανική σιδηροδρομική επιχείρηση. Oι δύο προηγούμενες απέτυχαν λόγω χαμηλού τιμήματος και ζητημάτων ανταγωνισμού, ενώ η KSU είχε απορρίψει τον προηγούμενο Σεπτέμβριο πρόταση εξαγοράς από την Blackstone προς 208 δολάρια ανά μετοχή. Αυτή τη φορά, φαίνεται πως η ανακοινωθείσα εξαγορά συγκεντρώνει πάρα πολλές προϋποθέσεις να πετύχει, χωρίς μάλιστα κάποιες παράπλευρες απώλειες που ενίοτε συνοδεύουν τέτοιους επιχειρηματικούς συνδυασμούς.
Τα δίκτυα των δύο επιχειρήσεων είναι εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, και όπως οι διευθύνοντες σύμβουλοι τους δήλωσαν χθες, είναι και εντελώς συμπληρωματικά. Πράγματι, το δίκτυο της νέας εταιρείας θα θυμίζει το γράμμα Τ, με την οριζόντια γραμμή να αντιπροσωπεύει τις δίκτυο της CP εκατέρωθεν των συνόρων Η.Π.Α. – Καναδά και την κατακόρυφη το δίκτυο της KSU από τις μεγάλες λίμνες προς νότο μέχρι το Τέξας και την καρδιά του Μεξικού.
Το μεγάλο πλεονέκτημα αυτού του δικτύου θα είναι πως θα δίνει τη δυνατότητα στους Καναδούς αγρότες να στέλνουν εύκολα τα προϊόντα τους προς τα μεγάλα λιμάνια του κόλπου του Μεξικού και το ίδιο το Μεξικό, ενώ την ίδια στιγμή θα δίνει την ευκαιρία στις αυτοκινητοβιομηχανίες που έχουν τα εργοστάσιά τους στο Μεξικό, να στέλνουν τα αυτοκίνητά τους προς τα μεγάλα λιμάνια των βορείων περιοχών των Η.Π.Α. και του Καναδά. Η απόφαση των δύο επιχειρήσεων να προχωρήσουν τώρα στην ένωσή τους έχει άμεση σχέση με την έναρξη της εφαρμογής της νέας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των τριών βορειοαμερικανικών κρατών. Η συμφωνία, την οποία είχε διαπραγματευθεί ο πρώην πρόεδρος Trump και η οποία αποτελεί την εξέλιξη της παλαιότερης NAFTA, διευκολύνει σημαντικά τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των τριών χωρών, πράγμα που θα ωφελήσει πολύ την νέα εταιρεία, που θα είναι η μοναδική με δίκτυο και στις τρεις χώρες.
Το γεγονός πως τα δίκτυα των δύο εταιρειών δεν επικαλύπτονται (διασταυρώνονται μόνο σε ένα σημείο, στην πόλη του Kansas City), σημαίνει, πάντα σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των εταιρειών, πως δεν περισσεύουν εργαζόμενοι και δεν θα χαθούν θέσεις εργασίας. Επίσης, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της CP, το πλήρες σιδηροδρομικό δίκτυο που θα έχει η νέα επιχείρηση θα μειώσει την ανάγκη για χρήση φορτηγών με αποτέλεσμα την μείωση της εκπομπής ρύπων, δίνοντας στην ένωση των δύο επιχειρήσεων έναν φιλικό προς το περιβάλλον χαρακτήρα.
Είναι σαφές πως οι δύο επιχειρήσεις, που στα βαγόνια τους μεταφέρουν μόνο εμπορεύματα κάθε είδους και όχι επιβάτες, πιστεύουν πως η οικονομική και βιομηχανική δραστηριότητα θα αυξηθούν κατά πολύ στην περιοχή. Αλλιώς δεν θα είχε νόημα ο συνδυασμός τους τη στιγμή που τα οφέλη της εξαγοράς προβλέπεται να προέλθουν κατά κύριο λόγο από την αύξηση του κύκλου εργασιών και όχι από περικοπές εξόδων. Η εκτίμησή τους φαίνεται λογική.
Η οικονομία των Η.Π.Α. έχει ξεκινήσει την ανάκαμψή της μετά την περιπέτεια της πανδημίας, και αυτό επιβεβαιώνεται και από τις εκτιμήσεις της Κεντρικής Τράπεζας. Η κυβέρνηση Biden μόλις πέρασε από το Κογκρέσο το πρόγραμμα στήριξης της οικονομίας αξίας 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και ετοιμάζει το επόμενο βήμα που είναι το πρόγραμμα ανανέωσης των υποδομών της χώρας με ύψος τουλάχιστον 3 τρις δολαρίων, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε την σημασία που δίνει ο νέος πρόεδρος στην ομαλή λειτουργία των εφοδιαστικών αλυσίδων σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Με την αισιόδοξη εκτίμησή τους συμφωνεί και ο Warren Buffet, ο οποίος στο ετήσιο μακροσκελές γράμμα προς τους μετόχους της Berkshire Hathaway εκφράστηκε με πολύ θετικό τρόπο για το μέλλον του κλάδου (η Berkshire Hathaway είναι ιδιοκτήτρια της BNSF, μεγάλης σιδηροδρομικής εταιρείας).
Τα πράγματα φαίνονται σχεδόν ιδανικά για την εταιρεία που θα προκύψει μετά την εξαγορά της KSU από την CP, η οποία θα έχει σιδηροδρομικό δίκτυο μήκους περίπου 20 χιλιάδων μιλίων και ετήσιο κύκλο εργασιών λίγο κάτω από τα 9 δις δολάρια.
Υπάρχει όμως ένα μικρό εμπόδιο, η εξέταση της συμφωνίας από τις Ομοσπονδιακές αρχές των Η.Π.Α., οι οποίες πρέπει να δώσουν την έγκρισή τους. Οι δύο «μελλόνυμφες» επιχειρήσεις δηλώνουν πως δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Παρά το γεγονός πως το δίκτυό τους θα καλύπτει όλη τη Βόρεια Αμερική, το μέγεθος τους μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς δεν θα είναι τόσο μεγάλο, θα είναι η 6η σε μέγεθος σιδηροδρομική επιχείρηση.
Οι ίδιες υποστηρίζουν πως δεν πρόκειται να μειωθεί το επίπεδο του ανταγωνισμού και δεν πρόκειται να μειωθούν οι διαθέσιμες επιλογές για τους υποψήφιους πελάτες. Τα επιχειρήματά τους φαίνονται αρκετά πειστικά, ειδικά αν συνδυαστούν με την ελάχιστη επικάλυψη των δικτύων τους, τις εκτιμήσεις για απουσία απολύσεων και τον θετικό «περιβαλλοντικό» αντίκτυπο.
Αυτό όμως δεν είναι βέβαιο πως θα τους γλυτώσει από μπελάδες. Η κυβέρνηση των Δημοκρατικών είναι αυστηρή στα θέματα ανταγωνισμού και μονοπωλιακών καταστάσεων και δεν αποκλείεται να δει τα πράγματα με άλλο πρίσμα και να δημιουργήσει προβλήματα στη συμφωνία, ειδικά αν οι ανταγωνίστριες εταιρείες, που σίγουρα ζηλεύουν το ευρύ σιδηροδρομικό δίκτυο της νέας επιχείρησης, προσπαθήσουν να υπονομεύσουν την εξαγορά είτε μέσω της νομικής οδού είτε μέσω αρνητικής δημοσιότητας.
Διαβάζοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών των διεθνών πρακτορείων και εφημερίδων, συμπεραίνουμε πως οι πιθανότητες μπλοκαρίσματος της εξαγοράς είναι σχετικά περιορισμένες.
Ανεξάρτητα όμως από την έγκριση ή μη της εξαγοράς, και μόνο το γεγονός πως οι δύο εταιρείες το τολμούν, είναι μία πολύ θετική ένδειξη σχετικά με τις προοπτικές της βορειοαμερικανικής οικονομίας. Για να χρησιμοποιήσουμε και έναν αμερικανικό όρο, είναι πολύ bullish για τη βιομηχανία της περιοχής και για όλες τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις.