Του Παναγιώτη Στάθη
Το ερώτημα προφανώς είναι ρητορικό, καθώς η απάντηση είναι αυτονόητη: Φανταστείτε να ελέγχεστε με βάση ένα απλό δημοσίευμα εφημερίδας για εκτεταμένη φοροδιαφυγή ή διαφθορά. Η Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος έχει δικαίωμα, με απλές αναφορές έρευνας (χωρίς δηλαδή να έχει ασκηθεί ποινική δίωξη) να μπλοκάρει τους τραπεζικούς λογαριασμούς. Προσωπικούς και εταιρικούς. Η έρευνα ξεκινά και μπλέκει, εξαιτίας των δυσχερειών της στα γρανάζια της ελληνικής δικαστικής γραφειοκρατίας. Εσείς ζητάτε να αποδεσμευθούν οι τραπεζικοί λογαριασμοί σας για να πληρώσετε τη μισθοδοσία της εταιρείας σας και τους προσωπικούς λογαριασμούς σας για να λειτουργήσει το σπίτι σας, αλλά η απάντηση είναι «όχι». Οι μέρες περνούν, μετά γίνονται μήνες και έπειτα χρόνια. Η επιχείρησή σας προφανώς, ελλείψει ρευστότητας, κλείνει ή στην καλύτερη περίπτωση συρρικνώνεται. Επειτα από 3-4 χρόνια, η υπόθεση εκδικάζεται και αθωώνεστε. Συγχαρητήρια, είστε ακόμα ένας αθώος -πλην κατεστραμμένος οικονομικά- άνθρωπος!
Αν νομίζετε ότι το παράδειγμα αυτό είναι εκτός της πραγματικότητας και επινοήθηκε στο πλαίσιο της σκληρής αντιμαχίας για τη διάταξη με την οποία τίθενται χρονικοί περιορισμοί ως προς τον χρόνο που δεσμεύονται περιουσιακά στοιχεία ελεγχόμενων από την Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσοδών από Εγκληματικές Δραστηριότητες, η οποία τέθηκε σε ισχύ με τις τροπολογίες για τον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, πλανάστε.
Κι αυτό γιατί σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της ίδιας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (2018), προκύπτει ότι από τις πράξεις προσαύξησης της περιουσίας που καταλογίστηκαν, πριν από τις οποίες ήδη ο οικονομικός εισαγγελέας έχει επιβάλει στις περισσότερες δέσμευση περιουσίας, δικαιώθηκε κατόπιν προσφυγών στα φορολογικά δικαστήρια το 70% των προσφευγόντων. Από τις 604 αποφάσεις καταλογισμού, οι 440 κρίθηκαν ολικώς ή μερικώς υπέρ των πολιτών που προσέφυγαν.
Το θέμα σήκωσε πολλές αντιδράσεις και προκάλεσε ακόμα και δημοσίευμα των «FT», μόνο που η συγκεκριμένη νομική δικλίδα ισχύει στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. και αφορά πλήρη εναρμόνιση με τα αντίστοιχα «εργαλεία» που έχει στη διάθεσή του ο οικονομικός εισαγγελέας. Εν ολίγοις, θεσπίζεται από το κράτος υποχρέωσή του να ολοκληρώνει τις διαδικασίες διεκπεραίωσης των υποθέσεων, ώστε να μην παραμένουν όμηροι μιας ατέρμονης διαδικασίας οι πολίτες.
Αλλωστε, πόσα εκατομμύρια λέξεις έχουν γραφτεί για τις καθυστερήσεις της ελληνικής Δικαιοσύνης και πόσες φορές η πολιτεία έχει υποσχεθεί πως θα πράξει όσα οφείλει; Δηλαδή να επιταχύνει τους ρυθμούς της, ώστε να μην είναι όμηροι και να καταστρέφονται οι πολίτες;
Η διάταξη
Συγκεκριμένα, πλέον η Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος μπορεί να κρατήσει σε δέσμευση περιουσιακά στοιχεία μέχρι, το πολύ, 18 μήνες, η συμπλήρωση των οποίων απαιτεί την επικύρωση των δικαστικών αρχών προκειμένου να μην ακολουθήσει αποδέσμευση.
Νομικές πηγές επισημαίνουν πως οι 18 μήνες θα πρέπει να είναι το ανώτατο όριο, επικαλούμενο το μέτρο της προσωποκράτησης, σύμφωνα με το οποίο ο κρατούμενος δεν μπορεί να προφυλακιστεί για περισσότερο από 18 μήνες.
Αντίστοιχα, κατά τον νομοθέτη, στην περίπτωση της απαγόρευσης πρόσβασης στα περιουσιακά του στοιχεία, ο υπαίτιος στερείται επίσης ένα σημαντικό έννομο αγαθό και για αυτό δεν θα πρέπει να ξεπερνά τους 18 μήνες, εκτός εάν οι δικαστικές αρχές την επικυρώσουν.
- Οταν το ΣΔΟΕ δεσμεύει περιουσιακά στοιχεία, η δέσμευση αυτή έχει συνολική διάρκεια 18 μήνες (12+6). Επιβάλλεται, επομένως, για λόγους «νομικής συνέπειας» τα ίδια όρια να ισχύουν και για τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων που πραγματοποιεί η Αρχή Καταπολέμησης Μαύρου Χρήματος.
- Παρόμοια άλλωστε όρια ισχύουν και σε άλλες χώρες της Ε.Ε., επομένως η τροποποίηση είναι απαραίτητη προκειμένου να υπάρξει σύμπλευση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Σύμφωνα με τα οποία θα πρέπει να τηρείται η «αρχή της αναλογικότητας».
- Εξάλλου, είναι αντιφατικό ο πρόεδρος της Αρχής, όταν διεξάγει έρευνα, σε εξαιρετικά πρώιμο στάδιο και χωρίς γνώση οιουδήποτε στοιχείου της δικογραφίας, να μπορεί να δεσμεύει επ' αόριστον τα περιουσιακά στοιχεία κάποιου, ενώ ο οικονομικός εισαγγελέας, ο οποίος ενεργεί τη δέσμευση κατόπιν έρευνας των στοιχείων, να μπορεί να δεσμεύει τα περιουσιακά στοιχεία το πολύ για 18 μήνες (9 μήνες + 9 μήνες).
- Το μέτρο της δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών και λοιπών περιουσιακών στοιχείων συνεπάγεται σοβαρότατη επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά του ελεγχόμενου προσώπου, διότι αυτό, για όσο χρόνο διαρκεί η δέσμευση, στερείται παντελώς της δυνατότητας χρήσης και διάθεσης των δεσμευθέντων περιουσιακών στοιχείων του.
Βασικός αντίλογος είναι ότι ουσιαστικά αποδεσμεύεται άνω του 1 δισ. ευρώ από περίπου 3.000 υποθέσεις και μεταξύ αυτών υπάρχουν σοβαρές υποθέσεις οικονομικών υποθέσεων και σκανδάλων. Η απάντηση εν προκειμένω είναι πως τίθεται μεταβατική διάταξη, με την οποία δίνεται προθεσμία 3 μηνών να επικυρωθεί η δέσμευση από τα αρμόδια συμβούλια.
Το ΣτΕ και η χρονική διάρκεια
Ηδη πάντως το μέτρο είχε ουσιαστικά «προαναγγελθεί» από το Συμβούλιο Επικρατείας το 2014 (υπ. αριθμόν 3316/2014), η Ολομέλεια του οποίου έκρινε αντισυνταγματική τη δυνατότητα του ΣΔΟΕ (ως μη δικαστικού οργάνου) να προβαίνει σε όμοιου τύπου δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών και οποιουδήποτε τύπου περιουσιακών στοιχείων.
Στο σκεπτικό του το δικαστήριο ανέφερε ως λόγους συνταγματικότητας:
- Πρώτον, «να διαγράφονται οι προϋποθέσεις της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων στον ίδιο τον νόμο κατά τρόπο σαφή και αντικειμενικό, σύμφωνα με τις επιταγές της αρχής του κράτους δικαίου», δεύτερον, «η ρύθμιση να κινείται εντός των ορίων που τάσσει η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας» και, τρίτον, να υπάρχει «ειδική ρύθμιση της διαδικασίας της επιβολής και της άρσεως της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, με σχετική νομοθετική πρόβλεψη διαδικαστικών εγγυήσεων, ανάλογων προς τη σοβαρότητα του κατά περίπτωση λαμβανόμενου μέτρου».
Ειδικά δε ως προς τη δεύτερη προϋπόθεση το ΣτΕ απαίτησε για τη συνταγματικότητα «περιορισμό ως προς την έκταση των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία επιτρέπεται να τίθενται υπό δέσμευση από τη διοίκηση», και «-κυρίως- ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως».
*Ταυτόχρονη δημισίευση με τον «Φιλελεύθερο» που κυκλοφορεί σήμερα 18.11.2019