Η Ελλάδα είναι η χώρα της Ευρωζώνης με τη μεγαλύτερη υποβάθμιση των προβλέψεων τόσο για την ανάπτυξη όσo και για την εγχώρια ζήτηση του 2018, σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις που εκδόθηκαν τον περασμένο Οκτώβριο, όπως προκύπτει από την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τις οικονομικές προοπτικές της Ευρώπης.
Στην έκθεση «Regional Economic Outlook» για την Ευρώπη, το ΔΝΤ προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2% το 2018 και 1,8% το 2019, ενώ στην προηγούμενη πρόβλεψη του Οκτωβρίου έκανε λόγο για ανάπτυξη 2,6% το 2018 και 1,9% το 2019. Η κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες απόκλιση μεταξύ των δύο προβλέψεων είναι η μεγαλύτερη όχι μόνο στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και σε ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο.
Ακόμη πιο εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία για τις επενδύσεις. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι ακαθάριστες επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ θα διαμορφωθούν στο 12,7% το 2018 και στο 13,8% το 2019. Η Ελλάδα εμφανίζει με πολύ μεγάλη διαφορά το μικρότερο ποσοστό όχι μόνο στην Ευρωζώνη αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Οι αρνητικές πρωτιές της χώρας μας δεν σταματούν εδώ αφού η Ελλάδα εμφανίζει και τη μεγαλύτερη υποβάθμιση των προβλέψεων και σε ότι αφορά την εγχώρια ζήτηση. Το Ταμείο προβλέπει σήμερα ότι η εγχώρια ζήτηση θα ενισχυθεί κατά 1,7% τόσο το 2018 όσο και το 2019, ενώ στις προβλέψεις του Οκτωβρίου έκανε λόγο για 2,4% και 1,9% αντίστοιχα. Η κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες υποβάθμιση είναι η μεγαλύτερη στην Ευρωζώνη.
Επιπρόσθετα, το ΔΝΤ στέκεται στο θέμα των «κόκκινων» δανείων, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι σε γενικές γραμμές το χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει σημειώσει σημαντική βελτίωση σε πολλές χώρες. Οι χώρες με τα πολύ υψηλά ποσοστά «κόκκινων» δανείων θα πρέπει να συνεχίσουν τη μείωση των προβληματικών δανείων και την αναδιάρθρωση των τραπεζών τους, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, τονίζει το ΔΝΤ.
Η μεγαλύτερη προσαρμογή μισθών στα χρόνια της κρίσης
Το μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα, που μετρά την αναλογία ωρομισθίων και παραγωγικότητας, «εκτοξεύτηκε» μετά την είσοδο της χώρας στο ευρώ, με συνέπεια στα τέλη του 2008 να υπερβαίνει τον μέσο όρο της ευρωζώνης κατά σχεδόν 14 μονάδες.
Τα χρόνια της κρίσης το μοναδιαίο κόστος εργασίας κατέρρευσε σταθερά, με συνέπεια στα τέλη του περασμένου έτους αργότερα να βρίσκεται περίπου δέκα μονάδες κάτω από τον μέσο όρο της νομισματικής ένωσης, που σημαίνει ότι η συνολική προσαρμογή σε βάθος δεκαετίας ανέρχεται στις 24 μονάδες.
Όπως επισημαίνει το Ταμείο, την πρώτη περίοδο της κρίσης η πτώση του κόστους εργασίας οφειλόταν σε απολύσεις και αποχωρήσεις εργαζόμενων, όμως τα τελευταία χρόνια η κατρακύλα οφείλεται στην καθιέρωση ιδιαίτερα χαμηλών μισθών.
Κ. Μαριόλης