Έχουμε περισσότερα λεφτά προς απορρόφηση απ’ όσες υγιείς επιχειρήσεις διαθέτουμε. Τα νούμερα ζαλίζουν. Έχουμε σχεδόν 80 δισ. ευρώ μέχρι το 2029 από διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα. Είναι το μεγαλύτερο πακέτο που έχει υλοποιηθεί ποτέ.
Τα 26,2 δισ. από το ΕΣΠΑ, τα 13,4 δισ. από την Κοινή Αγροτική Πολιτική, και τα 36 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης, χωρίς να υπολογίζουμε την ιδιωτική συμμετοχή. Έχουμε το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, την Αναπτυξιακή Τράπεζα για τις μικρές επιχειρήσεις, τις περίφημες Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) που αφορούν από φοιτητικές εστίες, σχολεία και αρδευτικά, μέχρι διαχείριση απορριμμάτων και δικαστικές αίθουσες.
Υπάρχουν οι ανάλογες επιχειρήσεις για να τα απορροφήσουν όλα αυτά; Είναι το ίδιο ακριβώς πρόβλημα με τα εκατοντάδες χιλιάδες χέρια που λείπουν από την οικονομία, στις κατασκευές, τον τουρισμό, την πληροφορική και αλλού. Κατά τον ίδιο τρόπο λείπουν και πολλές υγιείς και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.
«Έχουμε να απορροφήσουμε πολλά δισεκατομμύρια τα επόμενα χρόνια, χρειαζόμαστε περισσότερες επιχειρήσεις, υγιείς επιχειρήσεις», είπε χθες στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου για τα νέα επενδυτικά εργαλεία, ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας Νίκος Παπαθανάσης. Και πώς μπορούμε να αποκτήσουμε περισσότερες επιχειρήσεις;
Εφόσον κάνουμε αλλαγή υποδείγματος, είναι η απάντηση, και αποφασίσουμε σε ποιους τομείς θέλουμε να επενδύσουμε. Στη μεταποίηση, και αν ναι, σε ποιους τομείς; Στα τρόφιμα ή σε νέα φαρμακευτικά προϊόντα; Σε σεμινάρια για την ανεργία ή σε start ups με αντικείμενο εφαρμογές πληροφορικής; Στην δημιουργία μικρών τουριστικών καταλυμάτων ή σε κάτι άλλο στον τουρισμό;
Εδώ υπάρχει η ευκαιρία για τη δημιουργία μιας νέας επιχειρηματικής γενιάς. Για επενδύσεις σε πάρκα προηγμένων τεχνολογιών, όπως το ThessINTEC που φιλοδοξεί να αποκτήσει η Θεσσαλονίκη, με είσοδο επενδυτικών κεφαλαίων από χώρες όπως το Ισραήλ που θα στεγάσουν θερμοκοιτίδες και τοπικές επιχειρήσεις, όπως ανέφερε προ ημερών ο ιδρυτής και CEO της BaseCamp Innovation, Ρόι Ζβέμπνερ, σε ομιλία του στο συνέδριο του Economist.
Το παράδειγμα δεν είναι τυχαίο. Το οικοσύστημα νεοφυών επιχειρήσεων του Ισραήλ έχει τις περισσότερες startup στον κόσμο, μετρά πάνω από 5.000 επιχειρήσεις, διαθέτει τα περισσότερα venture funds, ενώ κάθε χρόνο δημιουργούνται γύρω στις 670 νέες εταιρείες. Ο μέσος μισθός του επαγγελματία στον τομέα των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών έφτανε το 2013 στα 41.000 δολάρια. Σήμερα φτάνει τα 85.000.
Το 85% των εργαζόμενων διαβιούν στα τεχνολογικά πάρκα, ενώ στην περίπτωση της Μπερσέβα, της μεγαλύτερης πόλης στην έρημο του Νεγκέβ στο νότιο Ισραήλ, το ετήσιο εισόδημα που αναμένεται να εισρεύσει στην τοπική οικονομία το 2030 εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει το 1 δισ. δολάρια. Χρήματα που πριν απλώς δεν υπήρχαν, σύμφωνα με τον Ζβέμπνερ, πρώην CEO του πάρκου Gav-Yam Negev που εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 2013, και φιλοξενεί σήμερα πάνω από 80 πολυεθνικές και δυναμικές νεοφυείς επιχειρήσεις, οι οποίες συνεργάζονται στενά με τους ερευνητές του Πανεπιστημίου Μπεν Γκουριόν. Διότι αυτό που στην Ελλάδα φαντάζει ακόμη πυρηνική φυσική, η διασύνδεση των επιχειρήσεων με πανεπιστημιακές σχολές για την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών, στο Ισραήλ, όπως και αλλού, αποτελεί βασικό συστατικό της επιτυχίας τους.
Στο ερώτημα επομένως «πώς θα αποκτήσουμε περισσότερες υγιείς επιχειρήσεις», η απάντηση είναι ότι πρέπει να τις δημιουργήσουμε. Και ένα ενδιαφέρον στοιχείο από τα όσα ανακοίνωσε χθες ο κ. Παπαθανάσης και το team που χειρίζεται την αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων, είναι ότι στα δύο νέα προγράμματα ενισχύσεων, που εξήγγειλε, για νεοσύστατες επιχειρήσεις το «Επιχειρηματική Εναρξη» (190 εκατ. ευρώ) και το «Τουριστική Έναρξη» (160 εκατ), για τα οποία οι νέοι επιχειρηματίες μπορούν να επιδοτηθούν με ποσά μέχρι του 50% της επιχειρηματικής τους ιδέας, μπαίνει για πρώτη φορά η μεθοδολογία της «συγκριτικής αξιολόγησης».
Ένα είδος «ΑΣΕΠ» για το ΕΣΠΑ. Κάτι τέτοιο δεν υπήρχε μέχρι σήμερα στα κοινοτικά πρόγραμμα. Ισχυε ο κανόνας της προτεραιότητας. Επιλέξιμος ήταν αυτός που προλάβαινε να υποβάλει πρώτος την αίτηση, με αποτέλεσμα μόλις καλύπτονταν ο διαθέσιμος προϋπολογισμός, οι άλλοι να μένουν εκτός. Στο εξής κάθε επιχειρηματική πρόταση θα αξιολογείται συγκριτικά με τις υπόλοιπες, αρκεί το αίτημα να υποβάλλεται εντός των προθεσμιών.
Και τι γίνεται με το πρόβλημα της πρόσβασης των μικρών επιχειρήσεων στο τραπεζικό σύστημα; Πώς θα διευρυνθεί η περίμετρος αυτή κατά 60.000, όπως είπε ο υπουργός, όταν σήμερα πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό έχουν περίπου 40-45.000; Κι εδώ κάτι αλλάζει καθώς το κράτος, μέσω των νέων ταμείων της Αναπτυξιακής Τράπεζας θα καλύπτει στο εξής μέρος των εγγυήσεων που ζητούν οι τράπεζες για την παροχή κεφαλαίων κίνησης και θα επιδοτεί το επιτόκιο για δράσεις που αφορούν νεοσύστατες και υφιστάμενες μικρές επιχειρήσεις που προάγουν την έρευνα και καινοτομία, τον κλάδο των κατασκευών (μηχανικοί, μελετητές, κλπ), τον χώρο των οπτικοακουστικών έργων, κ.ό.κ.
Έχει ενδιαφέρον ότι ο αριθμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποκτούν πρόσβαση στη χρηματοδότηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας αυξάνεται. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια δόθηκαν 45.288 νέα δάνεια από την Αναπτυξιακή, συνολικού ύψους 9,4 δισ., σύμφωνα με τον Ειδικό Γραμματέα Προγραμμάτων Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης, Γιώργο Ζαββό. Τα δάνεια μόνο σε μικρομεσαίους ήταν 4,5 δισ. και με τη μόχλευση έφτασαν τα 12,3 δισ.
Αρκούν όλα αυτά για να αυξηθεί ο αριθμός των υγιών επιχειρήσεων που χρειαζόμαστε, ώστε να απορροφήσουμε τον πακτωλό των κοινοτικών πόρων που μας αναλογούν; Αρκούν, όταν μόνο το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για την περίοδο 2023- 2025 υπολογίζεται ότι φτάνει τα 36,4 δισ ευρώ ; Όταν το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης 2021-2025 αθροίζει 13,67 δισ; Κι άλλο 1,81 δισ το Ειδικό Πρόγραμμα Φυσικών Καταστροφών;
Η απουσία επιχειρηματικής κουλτούρας και η δαιμονοποίηση του επιχειρείν επί δεκαετίες, έχουν δημιουργήσει ένα άνυδρο πεδίο. Και η αλλαγή κουλτούρας αργεί, είναι από τα δομικά προβλήματα της οικονομίας μας. It takes two to tango.
Τα μεγάλα επομένως ερωτήματα που χρήζουν απαντήσεις είναι σε ποιους τομείς θα επιλέξουμε στρατηγικά να επενδύσουμε, πώς θα βρούμε τρόπο και σχέδιο για να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες και κυρίως τι θα γίνει με τα πανεπιστήμια και το κομμάτι της έρευνας στην Ελλάδα. Πώς θα καταφέρουμε οι ιδέες να αρχίσουν να γίνονται πράξεις, μαθαίνοντας κάτι από το οικονομικό θαύμα του Ισραήλ.