Του Γιώργου Φιντικάκη
Την εντύπωση μιας τοπικής κοινωνίας που στηρίζει απόλυτα τις θέσεις του επιχειρεί να δημιουργήσει στην Καβάλα, όπου βρίσκεται η έδρα της ELFE, ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης, ερήμην ωστόσο των ίδιων των εργαζομένων της βιομηχανίας.
Σε μια στιγμή που οι αποκαλύψεις για το κυπριακό «τρίγωνο» Πετσίτη - Αρτεμίου - Λαυρεντιάδη συνεχίζονται και η κυβέρνηση τηρεί ένοχη σιωπή, η πλευρά της ELFE προσπαθεί να καλλιεργήσει την εικόνα μιας τοπικής κοινωνίας που σύσσωμη βρίσκεται στο πλευρό της.
Ένδειξη είναι το χθεσινό ψήφισμα που εξέδωσε το επιμελητήριο Καβάλας, το οποίο απευθύνει φωνή αγωνίας για να μη κλείσει η ELFE, αλλά στην πραγματικότητα υιοθετεί τα επιχειρήματα της ιδιοκτησίας Λαυρεντιάδη, όπως αυτή τα είχε παρουσιάσει στα πρόσφατα δικαστήρια, τα οποία και είχαν απορρίψει το αίτημά της να συνεχίσει να προμηθεύεται αέριο με το υφιστάμενο καθεστώς, δηλαδή πληρώνοντας με μεταχρονολογημένες επιταγές.
Το ψήφισμα επιτίθεται κατά της πρόσφατης απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, που υποχρεώνει την ELFE να πληρώνει με μετρητά τη ΔΕΠΑ για το αέριο που αγοράζει, και όχι με 6μηνες επιταγές, ενώ ισχυρίζεται ότι το ζήτημα του χρέους των 130 εκατ. ευρώ προς τη ΔΕΠΑ «είναι λογιστικό και τεχνητά δημιουργημένο και ότι δεν πρέπει να οδηγεί σε τετελεσμένα γεγονότα».
Επίσης, υποστηρίζει ότι «η ΔΕΠΑ είναι ο μοναδικός πάροχος που μπορεί να προμηθεύσει την ELFE με τις απαιτούμενες ποσότητες αερίου» - γεγονός που δεν ισχύει, καθώς ο συγκεκριμένος κλάδος έχει απελευθερωθεί - όπως και ότι «όλη η αγορά λειτουργεί με μεταχρονολογημένες επιταγές 6μηνης διάρκειας».
Το τελευταίο είναι ίσως ορθό για την αγορά γεωργικών εφοδίων, ωστόσο όχι για την αγορά φυσικού αερίου όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι, μικροί και μεγάλοι, πληρώνονται με μετρητά, και πάντως όχι με επιταγές συνδεδεμένων -εξωτικών εταιρειών με την ELFE. Επίσης στην αγορά δεν υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις σαν την ΕLFE, της οποίας η ιδιοκτησία μεταβίβασε την παραγωγική βάση σε τρίτες εταιρείες, και οι οποίες λειτουργούν μέσα σε ένα ομιχλώδες τοπίο παρένθετων εταιρειών, offshore και onshore σχημάτων, τις οποίες διαχειρίζονται πρόσωπα υπαρκτά και μη, όπου γύρω από το θέμα εμπλέκεται μυστικοσύμβουλος κορυφαίου υπουργού, και ενώ για όλα αυτά βρίσκονται σε εξέλιξη τρεις ποινικές διώξεις και δύο εισαγγελικές έρευνες.
Το ενδιαφέρον είναι ότι το χθεσινό ψήφισμα που υποτίθεται πως καλύπτει τους φορείς όλης της Καβάλας, αρνήθηκαν να υπογράψουν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, δηλαδή οι εργαζόμενοι στην ELFE. Ο προσκεκλημένος στη σύσκεψη του επιμελητηρίου Καβάλας, εκπρόσωπος του σωματείου εργαζομένων της ELFE, δεν συμφώνησε με το ψήφισμα, υποστηρίζοντας ότι δεν αναφέρει κουβέντα για τις ευθύνες της διοίκησης απέναντι στο εργοστάσιο, την ανάγκη να δεσμευθεί απέναντι στο προσωπικό, κ.ο.κ.
Σημειωτέον ότι έξω από την αίθουσα συγκεντρωμένοι που απασχολούνται σε παρένθετες εταιρείες της ELFE, όπως οι PFIC, και Revera Holdings, διαμαρτύρονταν ότι κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους, ακριβώς όπως είχε συμβεί πριν από μια εβδομάδα στα δικαστήρια της Ευελπίδων.
Στην πράξη, πρωτοβουλίες σαν τη χθεσινή αποτελούν μια ακόμη προσπάθεια της πλευράς του υπόδικου επιχειρηματία να πείσει ότι έχει στο πλευρό του την κοινωνία της Καβάλας, να προσπεράσει τις τελευταίες δικαστικές αποφάσεις και να συνεχίσει να πληρώνει με επιταγές.
Η ανησυχία του είναι εύλογη, καθώς οι ελεγκτικές αρχές αναζητούν εδώ και καιρό τη διαδρομή του χρήματος, με τις εκτιμήσεις να μιλούν για σημαντικά ποσά που βρίσκονται στο εξωτερικό και αφορούν, όχι μόνο την ELFE, αλλά και παλαιότερες υποθέσεις, όπου αυτός εμπλέκεται, όπως η Proton. Από εκεί άλλωστε εκτιμάται ότι προήλθαν και τα πάνω από 1,5 εκατ. ευρώ σε μετρητά που εμφάνισε ως διά μαγείας, προκειμένου να πληρώσει τη ΔΕΠΑ για το αέριο που παρέλαβε.
Σε εντελώς άλλο μήκος κύματος από το ψήφισμα, η ΓΣΕΕ καλεί την κυβέρνηση και την εργοδοσία της ELFE να αναλάβουν τις ευθύνες τους. «Η κυβέρνηση ως θεματοφύλακας των αξιών που θα πρέπει να πρεσβεύει στη χώρα η υγιής επιχειρηματικότητα, θα πρέπει επιτέλους να ξεκαθαρίσει τη στάση της και να διασφαλίσει τη νομιμότητα, το συμφέρον των τοπικών κοινωνιών, των εργαζομένων, της εθνικής οικονομίας», αναφέρει χαρακτηριστικά.