Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Νέο χτύπημα αναμένεται να δεχθούν οι ιδιοκτήτες ακινήτων από τον Ιανουάριο του 2017 με την ενεργοποίηση του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα, ο οποίος είχε ανασταλεί για διάστημα δύο ετών.
Παρά το γεγονός ότι ο φόρος ακινήτων έχει «γονατίσει» το σύνολο των ιδιοκτητών, έχει αυξηθεί η φορολογία για τα εισοδήματα από ενοίκια, ενώ ταυτόχρονα καθιερώνονται νέα πιστοποιητικά και έγγραφα που συνοδεύουν κάθε ακίνητο το κόστος των οποίων ξεπερνά τα 1.000 ευρώ, η κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να αναστείλει εκ νέου τον πολύπλοκο φόρο υπεραξίας ακινήτων, τη στιγμή που η αγορά παραμένει εδώ και χρόνια «παγωμένη» και οι όποιες αγοραπωλησίες έχουν μειωθεί στο ελάχιστο.
Σε περίπτωση που τελικά ο φόρος επιβληθεί, αναμένεται ότι το κόστος στην ήδη υπερφορολογημένη αγορά ακινήτων θα αυξηθεί κατακόρυφα και θα πληγεί στα σπάργανα η όποια προσπάθεια ανάκαμψης.
Αύξηση φόρων 403% από το 2009
Από το 2009 μέχρι και σήμερα οι φόροι στην περιουσία διαρκώς αυξάνονται, αναγκάζοντας χιλιάδες ιδιοκτήτες να προχωρήσουν στη μεταβίβαση των ακινήτων τους προκειμένου να γλιτώσουν από τα... χαράτσια. Είναι ενδεικτικό ότι οι φόροι στην περιουσία είναι αυξημένοι κατά 403% σε σχέση με το 2009.
Όπως προκύπτει από τους προϋπολογισμούς των τελευταίων ετών:
- το 2009 καταβλήθηκαν 526 εκατ. ευρώ
- το 2010 εισπράχθηκαν 487 εκατ. ευρώ
- το 2011 οι εισπράξεις ανήλθαν σε 1,17 δισ ευρώ
- το 2012 οι εισπράξεις εκτοξεύθηκαν στα 2,75 δισ. ευρώ
- το 2013 εισπράχθηκαν 2,75 δισ ευρώ,
- ενώ από το 2014 μέχρι και σήμερα τα έσοδα του δημοσίου διατηρούνται στα επίπεδα των 2,65 δισ. ευρώ.
Από την 1η Ιανουαρίου 2017 ενεργοποιείται, όπως προαναφέρθηκε, ο φόρος στην υπεραξία των ακινήτων, εξέλιξη που αναμένεται να σταματήσεις τις όποιες λίγες μεταβιβάσεις ακινήτων που γίνονται σήμερα.
Συντελεστής 15%
Υπενθυμίζεται ότι ο φόρος υπεραξίας επιβάλλεται με συντελεστή 15% στο κέρδος που προκύπτει ανάμεσα στην τιμή κτήσης και την τιμή πώλησης κάθε ακινήτου από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά. Επιβαρύνει τον πωλητή, ενώ ο αγοραστής οφείλει φόρο μεταβίβασης 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Ο φόρος είχε ανασταλεί εξαιτίας της πολυπλοκότητας του, με αποτέλεσμα στους μήνες που εφαρμόστηκε να ακυρωθούν εκατοντάδες συμβόλαια.
Σύμφωνα με τον νόμο, εφόσον ο φορολογούμενος έχει διακρατήσει το ακίνητο που πωλεί για περισσότερα από πέντε έτη, η υπεραξία είναι αφορολόγητη μέχρι του ποσού των 25.000 ευρώ. Επίσης όσοι μεταβιβάσουν ακίνητα τα οποία έχουν στην κατοχή τους προ του 1995 απαλλάσσονται από το σχετικό φόρο.
Εφόσον προκύπτει φόρος, αυτός παρακρατείται από τον συμβολαιογράφο και αποδίδεται εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την υπογραφή του συμβολαίου, η οποία κατατίθεται αποκλειστικά στην τράπεζα έκδοσης της τραπεζικής επιταγής.
Για τον υπολογισμό του φόρου οι τιμές κτήσης και μεταβίβασης είναι αυτές που αναγράφονται στα συμβόλαια, ενώ εάν πρόκειται για ακίνητο το οποίο έχει αποκτηθεί από κληρονομιά, η τιμή κτήσης υπολογίζεται με βάση τον φόρο κληρονομιάς που είχε καταβληθεί (το ίδιο και για τις δωρεές - γονικές παροχές).
Σε κάθε άλλη περίπτωση όπου η τιμή κτήσης δεν μπορεί να προκύψει με βάση δημόσια έγγραφα (όπως π.χ. αυτεπιστασία ή αντιπαροχή) υπολογίζεται με βάση έναν μαθηματικό τύπο λαμβάνοντας υπ'' όψιν τον πληθωρισμό των ετών που έχουν μεσολαβήσει ανάμεσα στην απόκτηση και την πώληση.