Αν κάποιος στοιχημάτιζε πριν ενάμιση χρόνο πως η λαβωμένη Ελλάδα της εποχής του κορονοϊού και της εννεαετούς οικονομικής κρίσης θα κατάφερνε να βγει στις αγορές με την έκδοση ομολόγου μακράς διάρκειας και θα προσελκύσει προσφορές ρεκόρ με επιτόκιο κοντά στο 1,9%, ελάχιστοι θα τον έπαιρναν στα σοβαρά. Kαι όμως η Ελλάδα κατάφερε και έκανε ένα ισχυρό «comeback» με το ultra-length 30ετές ομόλογο που συγκέντρωσε προσφορές ρεκόρ πάνω από 26 δισ. ευρώ. Τι σημαίνει για την ελληνική οικονομία αυτή η έκδοση της οποίας προηγήθηκαν αλλά και έπονται σημαντικές ομολογιακές εκδόσεις μεγάλων τραπεζών και εισηγμένων επιχειρήσεων;
Όπως αναφέρει αναλυτής της JP Morgan με βαθιά γνώση της ελληνικής αγοράς, στο Liberal Markets, «πρόκειται για την πρώτη επιτυχημένη έξοδο στις αγορές με ομόλογο 30ετές, από τότε που η χώρα μπήκε στην οικονομική κρίση. Η Ελλάδα εξαργυρώνει τη σταθεροποίηση του πολιτικού περιβάλλοντος, τη φιλική προς τις επενδύσεις πολιτική που ακολουθεί, ενώ εκμεταλλεύεται και το θετικό momentum με τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού που ισχύει διεθνώς. Με αυτό τον τρόπο χτίζει ρευστότητα. Τα spreads αναμένουμε να αποκλιμακωθούν περαιτέρω έως τα τέλη του 2021, ίσως και κάτω από τις 100 μονάδες βάσης, με μικρές διακυμάνσεις».
O ίδιος αναλυτής συνεχίζει υπό τον όρο διατήρησης της ανωνυμίας του, λέγοντας πως «περιμέναμε ότι θα υπάρξει έκδοση 30ετούς ομολόγου, το είχαμε αναφέρει. Αυτό που εξέπληξε ευχάριστα είναι το γεγονός πως υπήρξαν μαζικές προσφορές», ενώ ερωτώμενος για το αν θα υπάρξουν αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης και εν τέλει επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα, υπογράμμισε πως «θα είναι μια εξέλιξη η που δε θα πρέπει να μας εκπλήξει, αντιθέτως».
Το ίδιος στέλεχος τοποθετεί την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2021 στην περιοχή του 5% και συμπληρώνει πως «με τη συνέχιση του εμβολιαστικού προγράμματος και την αργή, αλλά σταδιακή επάνοδο στην κανονικότητα ο τουρισμός αναμένεται να είναι μαζικότερος συγκριτικά με το 2020. Κάτι που εκτιμάται ότι θα ευνοήσει τα οικονομικά της χώρας».
Τι περιμένουν οι επενδυτές και η αγορά για το ελληνικό χρηματιστήριο;
«Υπάρχει η πεποίθηση πως θα υπάρξει άνοδος σε ορισμένες μετοχές του Χρηματιστηρίου Αθηνών, κάτι που αναμένεται να συμβεί και σε αρκετά ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Ωστόσο, εγκυμονούνται κίνδυνοι η άνοδος αυτή να μη συμβαδίζει πλήρως με την πραγματική οικονομία» εξηγεί ο αναλυτής.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα για τις τραπεζικές μετοχές οι οποίες έχουν ξεκινήσει συγκροτημένα προγράμματα εξυγίανσης του ισολογισμού τους, ο αναλυτής της JP Morgan σημειώνει πως «αναμένεται να υπάρξει νέο κύμα κόκκινων δανείων εξαιτίας της πανδημίας. Το πρόγραμμα Ηρακλής προχωρά μεν, όμως δεν μπορεί να αποσαφηνιστεί το ύψος των νέων κόκκινων δανείων που θα υπάρξουν, κάτι που δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα».
Στο ερώτημα για το ποιοι θα είναι οι βασικοί παράγοντες που θα οδηγήσουν τη χώρα σε τροχιά ανάκαμψης φέτος και τα επόμενα χρόνια, επισημαίνει πως «η χώρα έχει εξασφαλίσει σημαντικά κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης, στηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και αναμένεται η αγορά να στηριχθεί πολύ περισσότερο συγκριτικά με πέρυσι, από το άνοιγμα του τουρισμού. Αυτά αν συνδυαστούν με το ξεμπλοκάρισμα κάποιων επενδύσεων, οι οποίες ακόμη πρέπει να προωθηθούν περαιτέρω, θα οδηγήσουν σε ανάκαμψη την οικονομία».
Όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του στελέχους της JP Morgan αλλά και από τις προσδοκίες του Massachusetts Investment Fund στο Liberal Markets, στις τάξεις των μεγάλων διεθνών επενδυτών γίνεται ορατό πως η χώρα μας, παρά τις σοβαρές αντιξοότητες, έχει «αλλάξει σελίδα» και βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο των επενδυτών.
Από το «μαύρο πρόβατο» της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας που εθεωρείτο προ λίγων ετών , σταδιακά μετεξελίσσεται σε αξιόλογο «success story». Οι αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας βρίσκονται προ των πυλών, οι επιπτώσεις του κορονοϊού που έπληξαν σφόδρα την ελληνική οικονομία ως πιο ευάλωτη μεταξύ των χωρών της ΕΕ σε λίγους μήνες αναμένεται να αποτελεί παρελθόν όπως τουλάχιστον μας επηρεάζει με τη σημερινή μορφή του, ενώ η αγορά θα ανοίξει σταδιακά και η Ελλάδα θα μπορέσει να ενισχύσει τη θέση της στις διεθνείς αγορές.
Η σταθερότητα στο πολιτικό σκηνικό και η επιτάχυνση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος της κυβέρνησης, θεωρούνται ισχυρά όπλα στη φαρέτρα της κυβέρνησης και θα μπορούσαν να ενδυναμώσουν μακροπρόθεσμα το κύμα ανάπτυξης που αναμένεται να εκδηλωθεί από φέτος και το οποίο θα αντικατοπτριστεί στην πραγματική οικονομίας.