Του Βασίλη Γεώργα
Θα χρειαστεί ακόμη καιρός για να περάσει στις τσέπες των πολιτών η μεγάλη αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού του ελληνικού δημοσίου όμως η συνεχιζόμενη μείωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων είναι το πρώτο μεγάλο βήμα για να αλλάξει επίπεδο η ελληνική οικονομία και να δούμε πραγματικές αυξήσεις μισθών και ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις φόρων. Αν συνεχιστούν με αμείωτο ρυθμό οι θετικές εξελίξεις και μπουν στην οικονομία πρόσθετες επενδύσεις μέσω των ANFAs ο ρυθμός ανάπτυξης θα επιταχυνθεί και ο δημοσιονομικός χώρος θα μεγαλώσει, με αποτέλεσμα θα έρθουν πιο κοντά νέες σημαντικές ελαφρύνσεις φόρων.
Ήδη, η Κομισιόν παραδέχεται την υπερβολική επιφυλακτικότητα ως προς τις προοπτικές της οικονομίες μετά τις εκλογές του Ιουλίου και ετοιμάζεται να προχωρήσει σε προς τα πάνω αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη. Από το 2,3% που προέβλεπε για το 2020 αναμένεται να φτάσει στο 2,4%-2,5%, ρυθμό που «βλέπει» και η Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι δεν αποκλείεται και νέα αναθεώρηση μέσα στο έτος, στην περίπτωση που δοθεί το πράσινο φως για να κατευθυνθούν σε επενδύσεις τα χρήματα που επιστρέφονται στη χώρα μας από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που είχαν στην κατοχή τους ΕΚΤ και εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης.
Η ελληνική πλευρά πιστεύει ότι με τα ANFAs (τα οποία δίνονται σε δύο δόσεις, Ιούνιο και Δεκέμβριο) και τη γενικότερη βελτίωση του κλίματος η ανάπτυξη μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και το 2,8% που προβλέπεται στον προϋπολογισμό. Στην περίπτωση δε, που τα ANFAs του Δεκεμβρίου εκταμιευθούν τον Ιανουάριο του 2021, ο δημοσιονομικό χώρος θα μεγαλώσει τόσο που θα δούμε για μία ακόμη φορά να εφαρμόζονται φοροελαφρύνσεις πολύ νωρίτερα από την αρχική στόχευση της κυβέρνησης. Ένα παράδειγμα είναι η πλήρης κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, ενός μέτρου που θα σηματοδοτήσει ότι μπαίνουμε στην τελική ευθεία για την άρση των μνημονιακών βαρών.
Στο εξής, κάθε ευρώ έχει σημασία. Ο πρωθυπουργός έχει ξεκαθαρίσει ότι το μεγαλύτερο μέρος του δημοσιονομικού χώρου θα πηγαίνει σε μειώσεις φόρων. Ο προϋπολογισμός του 2020 είναι πολύ σφιχτός (θα είναι ενδεχομένως ο πρώτος μετά από χρόνια χωρίς αχρείαστα υπερπλεονάσματα) άρα είναι δύσκολο να δούμε πολλά περισσότερα από αυτά που έχουν προαναγγελθεί. Το 2021 όμως τα πράγματα θα είναι εντελώς διαφορετικά. Από μόνη της η μείωση των πλεονασμάτων μπορεί να δημιουργήσει χώρο 2,5 δισ. ευρώ, χωρίς να συνυπολογίζεται η επίδραση από τα ANFAs, χρήματα που θα πέσουν στην αγορά με τη μορφή ελαφρύνσεων και ο πολλαπλασιαστικός αντίκτυπος των επενδύσεων.
Το θέμα των πλεονασμάτων δείχνει να κολλάει στους Γερμανούς που συνεχίζουν να θέτουν θέμα βιωσιμότητας του χρέους ωστόσο οι αγορές έχουν διαφορετική άποψη, κάτι που φαίνεται στην πορεία των ομολόγων. Την περασμένη Παρασκευή το περίφημο spread με το οποίο έχουμε μάθει να μετράμε τον κίνδυνο της χώρας όπως τον βλέπουν οι επενδυτές υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο από την έναρξη της κρίσης. Έπεσε κάτω από τις 140 μονάδες βάσεις, που σημαίνει ότι το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας και της Γερμανίας στη δευτερογενή αγορά είχαν διαφορά μικρότερη των 1,4 ποσοστιαίων μονάδων (στο -0,37% έφτασε το γερμανικό 10ετές, στο 1,01% το ελληνικό). Η τελευταία φορά που το spread ήταν τόσο μικρό ήταν τον Σεπτέμβριο του 2009, όταν ξεκίνησε η μεγάλη άνοδος των ελληνικών αποδόσεων με αποκορύφωμα τις αρχές του 2012 λίγο πριν το «κούρεμα» των ομολόγων.
Τέτοιες εξελίξεις είναι που αλλάζουν το κλίμα σε όλα τα επίπεδα. Όμως οι Ευρωπαίοι ως πιστωτές της Ελλάδας και αξιολογητές των μέτρων που εφαρμόζονται είναι από τη… φύση τους διστακτικοί και συνήθως έπονται των εξελίξεων. Το 2020 μπορεί να αποδειχθεί έτος ορόσημο για την ελληνική οικονομία. Έτος κατά τη διάρκεια του οποίου θα μπουν στέρεες βάσεις για την πλήρη αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, την επίλυση των τραπεζικών προβλημάτων, τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους και την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας.