Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Τα ψέματα, η προσπάθεια ανάληψης της εξουσίας, η διάλυση της οικονομίας και των νοικοκυριών και ενδεχομένως ο δόλος στις διαπραγματεύσεις οδήγησαν στη δημιουργία του υπερπλεονάσματος μαμούθ του 2017. Ένα πλεόνασμα που έφθασε στο 4,2% του ΑΕΠ με βάση το πρόγραμμα έναντι στόχου 1,75% του ΑΕΠ. Και σε αυτό το σημείο έγκειται ο δόλος.
Η κυβέρνηση παρουσίασε ψευδή στοιχεία στους θεσμούς (ακόμα και για τον ΕΦΚΑ) που είχαν σαν αποτέλεσμα τη συρρίκνωση των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης είτε μέσω της φορολογίας, είτε μέσω των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών. Έτσι κατάφεραν να καθηλώσουν και τον ρυθμό ανάπτυξης στο 1,4% από 2,7% που ήταν ο αρχικός στόχος.
Με την πολιτική αυτή όμως η χώρα μένει πίσω, όταν άλλες χώρες που ήταν στα Μνημόνια έχουν ορθοποδήσει και παρουσιάζουν ρυθμούς ανάπτυξης που για τα επόμενα χρόνια δεν πρόκειται να δει η Ελλάδα. Δεν πρόκειται πλέον για πολιτική αυταπάτης αλλά διάλυσης της πραγματικής οικονομίας. Είναι ενδεικτικό ότι το κράτος χρωστάει περισσότερα από 3,4 δισ. ευρώ σε προμηθευτές, ενώ την ίδια στιγμή απομυζά τα διαθέσιμα των ταμείων και των φορέων του δημοσίου. Συγκεκριμένα η αφαίμαξη των ταμειακών διαθεσίμων των φορέων του δημοσίου διευρύνεται μήνα με τον μήνα, με αποτέλεσμα τα ρέπος να αγγίζουν πλέον τα 21 δισ. ευρώ.
Το υπερδιπλάσιο του στόχου πλεόνασμα στέρησε πολύτιμους πόρους από την οικονομία. Για να γίνει αντιληπτό το πόσο κόστισαν οι πολιτικές αυτές, αξίζει να σημειωθεί ότι στη χρονιά με το πλεόνασμα μαμούθ η κατανάλωση έφθασε στο ...0,1%, ποσοστό που δείχνει την εξάντληση των πολιτών συνεπεία της υπερφορολόγησης.
Ωστόσο, η κυβέρνηση δηλώνει ικανοποιημένη για την επιτυχία. Όταν πριν μερικά χρόνια κατηγορούσε την κυβέρνηση Σαμαρά για υπερβολικούς στόχους και πλεονάσματα της τάξης του 4,5%του ΑΕΠ για τα έτη 2016-2018. Τελικά, τον στόχο αυτό τον πέτυχε ο ίδιος ο κ. , αν και οι θεσμοί και κυρίως που ΔΝΤ δεν έβρισκαν και δεν βρίσκουν τον λόγο για τα υπερβολικά πλεονάσματα. Και πλέον το υπουργείο Οικονομικών κάνει λόγο για απόδειξη «αξιοπιστίας της δημοσιονομικής διαχείρισης» επισημαίνοντας ότι: «Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι όχι μόνο είναι εφικτός ο στόχος πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ για το 2018 και τα επόμενα χρόνια, αλλά και ότι θα υπάρξει ο δημοσιονομικός χώρος για στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις και κοινωνικές δαπάνες κατά τη μεταμνημονιακή περίοδο.
Το πρωτογενές πλεόνασμα είναι αποτέλεσμα της περικοπής δαπανών τόσο του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, των κοινωνικών παροχών, των μειωμένων εσόδων και της υπεραπόδοσης των εσόδων του ΕΦΚΑ.
Για την ιστορία πρέπει να αναφερθεί ότι ο κ. Τσίπρας χαρακτήρισε το πλεόνασμα του 2014 ως «Πλεόνασμα δυστυχίας, τραγωδίας ακόμη και αίματος αλλά και για πλεόνασμα θράσους και απάτης».