Η Ελλάδα μπορεί να πετύχει ακόμη καλύτερες επιδόσεις από τις προβλέψεις της Fitch για το 2022 και το 2023, (4,1% και 4% αντίστοιχα), εφόσον συνυπολογισθεί η επίπτωση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, τονίζουν στο Liberal, οι αναλυτές του αμερικανικού οίκου, Alex Muscatelli κα Pau Labro. Αν και επισημαίνουν τους κινδύνους του πληθωρισμού και της πανδημίας, διευκρινίζουν ότι στις εκτιμήσεις του οίκου για την ελληνική οικονομία δεν έχει συμπεριληφθεί το όποιο αντίκτυπο από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Στον απόηχο αναβάθμισης των θετικών προοπτικών της ελληνικής οικονομίας τα διευθυντικά στελέχη του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης, μιλούν για τη πρόοδο που καταγράφεται στον τραπεζικό τομέα, τις προυποθέσεις που θα οδηγήσουν στην κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, αλλά και τους κινδύνους που προκύπτουν για την ελληνική οικονομία από τη μετάλλαξη Όμικρον και την ενεργειακή κρίση.
Συνέντευξη στον Νικόλα Ταμπακόπουλο
Κύριε Muscatelli, τι σας οδήγησε στην απόφαση να αναβαθμίσετε τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας;
Αναθεωρήσαμε το outlook της ελληνικής οικονομίας σε θετικό από σταθερό λόγω δύο βασικών παραγόντων. Πρώτον, η ισχυρότερη από την αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη το 2021 και η συνεχιζόμενη ανάπτυξη τα επόμενα δύο χρόνια, μαζί με την πτώση του δημοσιονομικού ελλείμματος θα στηρίξουν μια ταχύτερη από την αναμενόμενη μείωση του χρέους του δημόσιου τομέα, με το κόστος δανεισμού να παραμένει ευνοϊκό. Ο δεύτερος βασικός παράγοντας ήταν η σημαντική πρόοδος που σημείωσαν οι ελληνικές τράπεζες στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού, με απότομη μείωση του επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ποιες είναι οι προβλέψεις σας σχετικά με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2022 και το 2023;
A. Muscatelli: Η οικονομική ανάπτυξη το 2021 ήταν πολύ ισχυρότερη από ό,τι περιμέναμε. Δεν έχουμε ακόμη εκτιμήσεις για ολόκληρο το έτος, αλλά πιστεύουμε ότι το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 8,3%, σε σύγκριση με 4,3% στην προηγούμενη ανασκόπησή μας τον Ιούλιο. Αναμένουμε ότι η οικονομική ανάκαμψη θα συνεχιστεί φέτος, καθώς επιταχύνεται η διάθεση των κονδυλίων της ΕΕ. Τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης θα δώσουν άμεση ώθηση στην ελληνική οικονομία, ιδίως μέσω των κρατικών δαπανών και επενδύσεων. Προβλέπουμε οικονομική ανάπτυξη 4,1% φέτος, με την εγχώρια ζήτηση να είναι ο κύριος μοχλός ανάπτυξης. Οι ισχυρές επενδύσεις και η κατανάλωση θα τονώσουν τις εισαγωγές, αντισταθμίζοντας τη θετική επίδραση στο ΑΕΠ της συνεχιζόμενης ανάκαμψης των εξαγωγών. Προβλέπουμε παρόμοιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ με το 2022 για το 2023 (+4,0%) και παρόμοιο μοτίβο με την εγχώρια ζήτηση τον μοχλό της ανάπτυξης.
Θα μπορούσαν αυτές οι προβλέψεις να αναθεωρηθούν στον απόηχο πιθανών επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και της μετάλλαξης Όμικρον; Θα επηρεαστεί η ελληνική οικονομία από αυτό το εκρηκτικό κοκτέιλ;
Α.Muscatelli: Ναι, υπάρχουν κίνδυνοι στις προβλέψεις μας. Από την άλλη πλευρά, ένας βραχυπρόθεσμος κίνδυνος για την οικονομική δραστηριότητα σχετίζεται με την κατάσταση της πανδημίας, δεδομένου ότι οι λοιμώξεις από τον κορονοϊό στην Ελλάδα αυξάνονται με έντονο ρυθμό με την εξάπλωση της παραλλαγής «Όμικρον». Περιορισμοί πρόσθετοι και χαμηλότερη εμπιστοσύνη των καταναλωτών θα μπορούσαν να επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα. Ένας περαιτέρω κίνδυνος συνδέεται με τον υψηλό πληθωρισμό και ιδίως τις υψηλές τιμές της ενέργειας. Αναμένουμε ότι η αύξηση του πληθωρισμού θα εκτονωθεί κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, ένα πιο επίμονο επίπεδο υψηλών τιμών θα μπορούσε να επιβαρύνει τις δαπάνες των καταναλωτών και τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων. Από την άλλη πλευρά, ένα θετικό στοιχείο των προβλέψεών μας είναι το γεγονός ότι δεν συμπεριλαμβάνουμε ακόμη τον αντίκτυπο της συνιστώσας των δανείων του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στις προβλέψεις μας.
Πότε εκτιμάτε ότι θα επιστρέψει η κανονικότητα στις τιμές ενέργειας;
Α.Muscatelli: Για τη ζώνη του ευρώ αναμένουμε ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, αλλά στη συνέχεια θα μειωθεί γρήγορα καθώς η συγκρατημένη προσφορά και οι τιμές της ενέργειας θα αντιστραφούν. Η παγκόσμια έκθεση που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο προβλέπει πληθωρισμό της Ευρωζώνης 1% στο τέλος του τρέχοντος έτους και 1,4% στο τέλος του 2023. Αυτό προϋποθέτει σταθερή παγκόσμια τιμή του πετρελαίου κατά μέσο όρο φέτος και πτώση το επόμενο έτος.
Πώς αξιολογείτε το εγχώριο τραπεζικό σύστημα;
Pau Labro: Τον περασμένο Μάιο, η Fitch προχώρησε σε θετικές αξιολογήσεις για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της Ελλάδας. Μια κίνηση που αντικατοπτρίζει την επιτάχυνση της εξυγίανσής τους με την υλοποίηση του σχεδίου Ηρακλής. Κατά την άποψή μας, υπάρχει περιθώριο ανάπτυξης, όπως φαίνεται από το θετικό Outlook για τρεις από τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες.Η αξιολόγηση αυτή έρχεται σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάκαμψη που υλοποιείται στην Ελλάδα, τη συνεχιζόμενη πρόοδο των τραπεζών στη βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων και την καλή ρευστότητα του κλάδου.
Αυτές οι εξελίξεις θα πρέπει να συνεχίσουν να υποστηρίζουν το λειτουργικό περιβάλλον για τις ελληνικές τράπεζες, παρά τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους από τους περιορισμούς της εφοδιαστικής αλυσίδας και το αυξανόμενο κόστος εισροών. Επίσης, οποιαδήποτε βελτίωση αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσε να είναι θετική για τις αξιολογήσεις των τραπεζών.
Όπως γνωρίζετε, ο όγκος των προβληματικών δανείων έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία δύο χρόνια, με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει παρατηρηθεί ποτέ στην ευρωζώνη. Ο δείκτης κόκκινων δανείων μειώνεται στο 15% στα τέλη Σεπτεμβρίου 2021 από 41% στο τέλος του 2019 και αναμένουμε να μειωθεί περαιτέρω κάτω από 10% το 2022. Κατά την άποψή μας, οι απομειωμένες εισροές δανείων από την πανδημία θα πρέπει να είναι διαχειρίσιμες, αν και οι κίνδυνοι εξακολουθούν να υπάρχουν για τους πιο ευάλωτους δανειολήπτες, οι οποίοι όμως επωφελούνται από κρατική στήριξη.
Στο μέλλον, αναμένουμε ότι ο δείκτης απομειωμένων δανείων θα συνεχίσει να μειώνεται το 2023-2024 προς επίπεδα πιο κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (2%-3%). Ωστόσο, όπως είδαμε σε ορισμένες άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης, πιστεύουμε ότι ορισμένα ζητήματα θα δυσκολέψουν την πλήρη κάλυψη του χάσματος.
Η εκκαθάριση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών θα μειώσει την κεφαλαιακή έκθεση σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Αυτά εξακολουθούν να αποτελούν ένα αδύναμο σημείο για ορισμένες τράπεζες και αναμένουμε ότι ο κλάδος θα διατηρήσει επαρκή, αν και μέτρια, κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας. Οι επικείμενες απώλειες από προγραμματισμένες τιτλοποιήσεις και άλλες αρνητικές επιπτώσεις θα πρέπει να αντισταθμιστούν με την εφαρμογή ενεργειών ενίσχυσης κεφαλαίου (όπως οι αυξήσεις κεφαλαίου από την Πειραιώς ή την Alpha και η πώληση ορισμένων δανείων) και την αναμενόμενη βελτίωση της κερδοφορίας.
Από αυτή την άποψη, αναμένουμε κάποια ομαλοποίηση της διαρθρωτικής λειτουργικής κερδοφορίας το 2022, ιδίως για τις τράπεζες που έχουν προχωρήσει περισσότερο στην εξυγίανση της ποιότητας του ενεργητικού. Η βελτίωση θα πρέπει να προέλθει από τις χαμηλότερες επαναλαμβανόμενες πιστωτικές απώλειες, την υγιή ανάπτυξη των εσόδων από προμήθειες και το μειωμένο λειτουργικό κόστος από τα συνεχιζόμενα προγράμματα αναδιάρθρωσης. Οι πιέσεις στα περιθώρια και η εξυγίανση των απομειωμένων δανείων θα μειώσουν τα καθαρά έσοδα από τόκους των τραπεζών, αλλά αναμένουμε καλή ανάπτυξη των νέων δανείων που προέρχονται από κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και βελτίωση της οικονομικής δυνατότητας των νοικοκυριών.
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να φτάσει η ελληνική οικονομία στην επενδυτική βαθμίδα;
Α.Muscatelli: Όσον αφορά στο μέλλον, μια συνεχής καθοδική πορεία για το δημόσιο χρέος/ΑΕΠ που προκύπτει από τα χαμηλότερα ελλείμματα, την ισχυρή ανάπτυξη του ΑΕΠ και το διαρκές χαμηλό κόστος δανεισμού θα είναι ο κύριος μοχλός περαιτέρω βελτιώσεων στην αξιολόγηση ή τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών, σε συνδυασμό με τη μείωση των κόκκινων δανείων θα παίξουν σημαντικό ρόλο επίσης. Τέλος, η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομία.
*O Alex Muscatelli είναι Analytical Director, Western Europe Sovereigns και ο Pau Labro, Analytical Director in banks