Στην τελική φάση βρίσκεται η αναθεωρημένη συμφωνία της Folli-Follie με τους ομολογιούχους, η οποία αναμένεται να κατατεθεί στο αρμόδιο δικαστήριο τις επόμενες ημέρες. Την ίδια στιγμή η διοίκηση του Γιώργου Σάμιου ετοιμάζεται για «come back» στην αγορά που δραστηριοποιείται η εταιρεία, ενώ δίνει ιδιαίτερη έμφαση σε ορισμένα στοιχεία των οικονομικών μεγεθών του 2019.
Όπως αναφέρουν πηγές της εταιρείας στο Liberal Markets «οι διαπραγματεύσεις με τους ομολογιούχους αφορούν κάποια σημεία της συμφωνίας που δεν είναι επαρκή. Η συμφωνία τυπικά έχει επέλθει, απλά χρειάζονται ορισμένες λεπτομέρειες και οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες», ενώ η διοίκηση του Γιώργου Σάμιου αναμένει την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης έως τον Οκτώβριο και σε κάθε περίπτωση εντός του έτους.
Σε ό,τι αφορά στις οικονομικές καταστάσεις του 2019 που δημοσιοποιήθηκαν, οι ίδιες πηγές αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να αναθεωρηθούν στην περίπτωση πάντα που προκύψουν νέα δεδομένα που επηρεάζουν τις καταστάσεις. Πάντως, αν και ζημιογόνα χρήση, αποτιμάται θετικά. Και αυτό γιατί από τον Φεβρουάριο του 2019 που ανέλαβε θέσεις ευθύνης στον όμιλο, ο τωρινός CEO της εταιρείας, οι ζημιές έχουν συρρικνωθεί σημαντικά, ενώ τα διοικητικά έξοδα έχουν μειωθεί.
Την ίδια στιγμή παρατηρείται ενίσχυση των διαδικασιών εταιρικής διακυβέρνησης, με τη σύσταση επιτροπών ελέγχου και επιπλέον αρμοδιότητες σε επιτροπές. Όπως εκτιμάται το 2020 αναμένεται να είναι καλύτερο από το 2019, όπως και η φετινή χρήση. Η ισορροπία στα οικονομικά της εταιρείας αναμένεται να αποκατασταθεί το 2022, όπου με μία πιθανή θετική δικαστική απόφαση για τη συμφωνία εξυγίανσης, η εταιρεία θα μπορέσει να αναπτυχθεί και το 2023 ίσως καταγράψει και, οριακή έστω, κερδοφορία.
Σε ό,τι αφορά στα οικονομικά μεγέθη του 2019, ο κύκλος εργασιών σημείωσε βουτιά 31% στα 204 εκατ. ευρώ και οι ζημιές άγγιξαν τα 116,3 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται πως στα στοιχεία αυτά η εταιρεία δεν αναγνωρίζει τα έσοδα από τις συναλλαγές με τις θυγατρικές της Ασίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας , της Μεγάλης Βρετανίας και της Links of London, καθώς δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για τη δυνατότητα εισπραξιμότητας των πωλήσεων που έχουν τιμολογηθεί.