Του Γιώργου Φιντικάκη
Αν είχε γίνει δέκα χρόνια νωρίτερα η διασύνδεση της Κρήτης, τότε το όφελος για τους καταναλωτές από τη μείωση των ΥΚΩ θα ήταν ήδη της τάξης των 4-5 δισ. ευρώ, όπως ανέφερε ο επικεφαλής της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής, Γιώργος Περιστέρης, στο πλαίσιο της έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων της εταιρείας.
Έκανε λόγο για χρήματα πεταμένα, είπε ότι μιλάμε γι αυτά τα θέματα εδώ και μια δεκαετία, και ότι εξαιτίας των καθυστερήσεων, τώρα, λόγω και της ανόδου των τιμών του CO2, είναι πιο επίκαιρα παρά ποτέ, προσθέτοντας ότι όπως έχει γραφτεί και στον Τύπο, ΔΕΗ και προμηθευτές ρεύματος εξετάζουν αυξήσεις στα τιμολόγια.
«Φωνάζουμε εδώ και χρόνια για αυτό το θέμα, οι καταναλωτές πληρώνουν εκατοντάδες εκατ. ευρώ επί πολλά συναπτά έτη μέσω των ΥΚΩ για να παραμείνει σε λογικά επίπεδα το κόστος ρεύματος για τις μη διασυνδεδεμένες περιοχές και παρόλα αυτά δεν έχει γίνει ακόμα τίποτα και πλέον ειδικά η Κρήτη έχει έρθει αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της αδυναμίας κάλυψης των ενεργειακών της αναγκών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Περιστέρης.
Κριτική όμως έκανε και για τις καθυστερήσεις της πολιτείας ως προς τη λήψη αποφάσεων για την αποθήκευσης ενέργεια, λέγοντας ότι αν η πολιτεία είχε προχωρήσει το θεσμικό πλαίσιο της αντλησιοταμίευσης, τότε το έργο στο Αμάρι (93 MW υδροηλεκτρικό και 90 MW αιολικό) θα ανακούφιζε την κατάσταση ως προς την επάρκειας ισχύος του νησιού. Ταυτόχρονα οι επενδύσεις αυτές θα μπορούσαν να καταστήσουν την Ελλάδα «μπαταρία» για τον ευρωπαϊκό Νότο, αναβαθμίζοντας τον ρόλο της χώρας.
«Αν π.χ. είχε προωθηθεί η επένδυσή μας στο Αμάρι στην Κρήτη, τότε το πρόβλημα της ενεργειακής επάρκειας στο νησί θα μπορούσε να είχε αντιμετωπιστεί. Ειδικά για την Κρήτη έχουμε επισημάνει το πρόβλημα, κι εμείς και η ΔΕΗ και άλλοι εδώ και χρόνια, και ως όμιλος έχουμε προτείνει αρκετές λύσεις ήδη από το 2016 κι αναμένουμε τις αποφάσεις των αρμοδίων αρχών», όπως ανέφερε ο επικεφαλής του ομίλου.
Ταυτόχρονα στάθηκε στη μεγάλη πρόοδο που έχει γίνει διεθνώς στο κεφάλαιο αποθήκευση ενέργειας, φέρνοντας σαν παράδειγμα τη μετατροπή αιολικής ενέργειας σε υδρογόνο. Στην Ελλάδα, όπως είπε, «μόλις τώρα αρχίσαμε να ανησυχούμε για το θέμα», τονίζοντας ότι η αποθήκευση θα μπορούσε να αποφορτίσει την οικονομία από το βάρος των εισαγωγών καυσίμων.
«Προσπαθούμε να πείσουμε τους φορείς για τη σημασία της ενίσχυσης και προώθησης των ΑΠΕ σε συνδυασμό με την υλοποίηση του προγραμμάτων των ηλεκτρικών διασυνδέσεων των νησιών αλλά και για την επίλυση αγκυλώσεων που εμποδίζουν την υλοποίηση επενδύσεων σε έργα αποθήκευσης ενέργειας με βάση την αντλησιοταμίευση», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σχετικά με το διαγωνισμό πώλησης μονάδων της ΔΕΗ και τη γενικότερη κατάσταση της επιχείρησης, απάντησε ότι πρέπει να βοηθηθεί να παραμείνει ισχυρή, λέγοντας χαρακτηριστικά «προσπαθούμε να βρεθεί λύση στην αποεπένδυση των λιγνιτών», αναφερόμενος στη συμμετοχή της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ με την τσεχική Seven Energy. Το αν θα ευοδωθεί η προσπάθεια, θα εξαρτηθεί από τους όρους, είπε χαρακτηριστικά.
Σημειωτέον ότι έχει ήδη επιτευχθεί ο στόχος των 1.000 MW ισχύος για την ΤΕΝΕΡΓ, καθώς οι μονάδες σε λειτουργία είναι 1.166 MW, και ενώ νέος στόχος πλέον είναι τα 2.000 MW. Όσο για τον τομέα των απορριμάτων, τον επόμενο μήνα πρόκειται να τεθεί σε λειτουργία το έργο στην Ήπειρο, ενώ στις αρχές του 2019 θα τεθούν σε λειτουργία οι εργασίες και στην Πελοπόννησο.