Μπορεί ο πληθωρισμός να προκαλεί αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία πυροδοτώντας την απώλεια αγοραστικής δύναμης όμως, για την αγορά ακινήτων λειτουργεί, σε μεγάλο βαθμό, ευεργετικά. Κι αυτό επειδή, σε περιόδους υψηλού και μακροχρόνιου πληθωρισμού, οι αποταμιευτές τείνουν να επιλέγουν τις επενδύσεις σε real estate με στόχο να προστατεύσουν τη ρευστότητά τους. Αποταμίευση, για παράδειγμα ύψους 100.000 ευρώ, με πληθωρισμό της τάξεως του 10%, σημαίνει ισόποση μείωση της αγοραστικής δύναμης του ποσού αυτού, αφού με τα ίδια χρήματα αγοράζει κάποιος λιγότερα πράγματα.
Αυτό οδηγεί σε ένα φαύλο κύκλο όπου οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών ενισχύονται, ενώ εκτός των ευρύτερων ανατιμήσεων, η αύξηση του κόστους κατασκευής τροφοδοτεί και την αύξηση των τιμών τόσο των νεόδμητων όσο και των παλαιών κατοικιών. Οι αξίες των μεν νεόδμητων ενισχύονται επειδή οι εργολάβοι μετακυλούν τμήμα του αυξημένου κόστους στην αγορά, οι τιμές, δε, των παλαιών διαμερισμάτων ενισχύονται διότι ως πιο προσιτά (σε σχέση με τα καινούργια) προσελκύουν αγοραστές. Και ως γνωστόν όπου η ζήτηση αυξάνεται, ενισχύονται και οι τιμές.
Κάπως έτσι, σε περιόδους πληθωρισμού οι ιδιοκτήτες ακινήτων μοιάζουν να ευνοούνται, διαθέτοντας την ευχέρεια είτε να πουλήσουν, πολύ ακριβότερα, σε σχέση με την τιμή αγοράς είτε να ενοικιάσουν το ακίνητό τους. Εξάλλου, η στροφή στα ενοίκια θα ενισχυθεί περαιτέρω, σύμφωνα με τους ειδικούς, ύστερα από την αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που θα οδηγήσει στην άνοδο του κόστους του χρήματος με αποτέλεσμα η αγορά σπιτιού να γίνει ακόμη πιο δύσκολη.
Εκτός όμως, από τον πληθωρισμό που οδηγεί προς τα πάνω τις τιμές των ακινήτων, η προσδοκώμενη θετική πορεία του τουρισμού, η ζήτηση μαζί με το υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον, αλλά και η μεγάλη απόσταση από τα ιστορικά υψηλά επίπεδα των τιμών των ακινήτων πριν από τη δημοσιονομική κρίση της χώρας, τη δεκαετία του 2000, είναι βασικές παράμετροι που συντηρούν τις θετικές προοπτικές του εγχώριου real estate.
Κι αν λάβει κανείς υπόψη ότι τα funds αναζητούν να διοχετεύσουν ρευστότητα σε ενιαία χαρτοφυλάκια ακινήτων, όπως και σε νεόδμητα αλλά και παλιά ακίνητα, γίνεται αντιληπτό γιατί το απόθεμα - παρά την ενίσχυση της οικοδομικής δραστηριότητας - δεν θα επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση.
Σε αυτά τα δεδομένα και κόντρα στις αναταράξεις λόγω του πολέμου στην Ουκρανία η Τράπεζα της Ελλάδος, στηρίζει τις θετικές προβλέψεις της για την εγχώρια αγορά ακινήτων. Οι εκτιμήσεις αυτές είναι σε παράλληλη πορεία με αυτές της τράπεζας Πειραιώς που έχει αναφέρει πρόσφατα πως οι τιμές των κατοικιών θα ενισχυθούν, φέτος, κατά 6%, ποσοστό που τοποθετείται στο 4% για τα μη οικιστικά ακίνητα.
Προβλέπει ακόμη ότι το διάστημα 2023-2025, σε ετήσια βάση, οι αξίες σε κατοικία και στις υπόλοιπες κατηγορίες ακινήτων θα ενισχύονται κατά 5%, κάνοντας λόγο για ισχυρή ανάκαμψη των τιμών. Αξίζει να σημειωθεί ότι τοποθετεί τον πληθωρισμό για φέτος και μέχρι και το 2025 στο 6%, δηλαδή η εκτιμώμενη άνοδος των τιμών στα ακίνητα συμβαδίζει, ως ένα βαθμό, με τις αναμενόμενες πληθωριστικές πιέσεις. Ανοδική πορεία του real estate και των τιμών προβλέπει και η Alpha Bank, με τις επιπτώσεις του πολέμου να έχουν, ως ένα βαθμό, αφομοιωθεί από την αγορά.
Αυτό φανερώνει η συνέχιση των περισσότερων έργων ανάπτυξης ακινήτων παρά το αυξημένο κόστος, ενώ ενδεχόμενη αναβολή υλοποίησης επενδυτικών σχεδίων και άμεσων ξένων επενδύσεων, συμπιέζει μεσοπρόθεσμα την προσφορά κατοικιών. Κι αυτό ευνοεί, για μία ακόμη φορά, τους ιδιοκτήτες.
Πράγματι, τα ακίνητα που αποκτώνται με διαθέσιμη ρευστότητα και όχι μέσω δανεισμού, αποτελούν επενδυτικό καταφύγιο εν μέσω υψηλού πληθωρισμού, σύμφωνα με τους αναλυτές. Για παράδειγμα, εάν ο πληθωρισμός «τρέχει» με 10%, η ονομαστική τιμή ενός ακινήτου υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί σε αντίστοιχο ποσοστό. Μεγάλο όμως, τμήμα, κατά τους αναλυτές, της αύξησης της ονομαστικής αξίας, ενδέχεται να είναι πραγματικό, εάν το ακίνητο, λόγω προδιαγραφών, προσελκύει ζήτηση. Για παράδειγμα, διαμερίσματα κοντά σε σταθμούς μετρό θα είναι περιζήτητα τουλάχιστον για όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση.
Ο παράγοντας αυτός επαρκεί εάν όχι για να τροφοδοτήσει την αύξηση της τιμής των συγκεκριμένων ακινήτων, για να συγκρατήσει την ενδεχόμενη πτώση, σύμφωνα με τους αναλυτές.