Η αγορά περιμένει πολιτική αλλαγή και... αυτοδυναμία

Η αγορά περιμένει πολιτική αλλαγή και... αυτοδυναμία

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Έμειναν λίγες ημέρες για τις εκλογές της 7ης Ιουλίου και η ελληνική αγορά βρίσκεται εν αναμονή της πολιτικής αλλαγής αλλά και της αυτοδυναμίας που αφενός θα μηδενίσει τον πολιτικό κίνδυνο και αφετέρου θα δώσει στον Κυριάκο Μητσοτάκη την απαραίτητη ισχύ να εφαρμόσει μία αναπτυξιακή ατζέντα η οποία έχει ήδη «κερδίσει» τους επενδυτές.

Ο ισχυρός άνεμος αλλαγής οδηγεί σε αλλεπάλληλα ιστορικά χαμηλά τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, συνθλίβοντας το κόστος δανεισμού για τη χώρα, ενώ παράλληλα ωθεί σε υψηλό 17 μηνών τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου της Αθήνας και σε μεγάλη άνοδο τις τραπεζικές μετοχές. Αυξάνει, επίσης, τις πιθανότητες εξεύρεσης λύσεων σε μία σειρά προβλημάτων που «πνίγουν» τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας.

Αυτά που συμβαίνουν τις τελευταίες εβδομάδες στα ελληνικά ομόλογα δεν έχουν προηγούμενο και αποδεικνύουν με εμφατικό τρόπο ότι το μεγάλο προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας δημιουργεί τεράστιες προσδοκίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό για την επόμενη ημέρα. Χθες, η απόδοση του 10ετούς άγγιξε το 2,30% για πρώτη φορά στην ιστορία, ενώ η εποχή των υψηλών spreads έχει περάσει – θέλουμε να πιστεύουμε – ανεπιστρεπτί.

Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται ξεκάθαρα ο τρομακτικός αντίκτυπος που είχε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και η προκήρυξη πρόωρων εκλογών στην απόδοση του 10ετούς ομολόγου:

w
Πηγή: Investing.com

Ο συνδυασμός πολιτικής αλλαγής και ευνοϊκού εξωτερικού περιβάλλοντος προσφέρει στην ελληνική οικονομία μία μοναδική ευκαιρία να επιστρέψει στην κανονικότητα και μάλιστα πολύ ταχύτερα από το – μέχρι πρότινος – αναμενόμενο, ευκαιρία που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χαθεί.

Οι επενδυτές δεν περίμεναν τις ευρωεκλογές καθώς ακόμη και με τον ορίζοντα του Οκτωβρίου το προβάδισμα της ΝΔ στις δημοσκοπήσεις ήταν σημαντικό με αποτέλεσμα να έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές συναντήσεις μεταξύ εκπροσώπων επενδυτικών κεφαλαίων και του Κ. Μητσοτάκη. Στις εν λόγω συναντήσεις οι επενδυτές άκουσαν αυτά που ήθελαν για να αλλάξει η ελληνική οικονομία κατεύθυνση και να γίνει η Ελλάδα ελκυστικός επενδυτικός προορισμός. Το αποτέλεσμα το βλέπουμε σήμερα τόσο στο χρηματιστήριο όσο και στα ομόλογα. Δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρείται τέτοια ευφορία στις αγορές – πόσω μάλλον στα χρόνια του Τραμπ - είναι όμως η πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια που οι ελληνικοί τίτλοι όχι μόνο ακολουθούν τη διεθνή τάση αλλά εντυπωσιάζουν με τις καλύτερες επiδόσεις.

Για τις τράπεζες τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα. Σε χρηματιστηριακό επίπεδο ο τραπεζικός δείκτης μπορεί να έχει σημειώσει εντυπωσιακή άνοδο της τάξης του 109% από το χαμηλό της 23ης Ιανουαρίου 2018 και κέρδη άνω του 35% από τις ευρωεκλογές, όμως το μόνο που κατάφερε είναι να επιστρέψει στο επίπεδο που βρισκόταν στις 9 Αυγούστου του 2018, λίγο πριν το επίσημο τέλος του τρίτου μνημονίου. Το γεγονός αυτό δείχνει το τεράστιο πλήγμα που είχε για τις τράπεζες η αβεβαιότητα που… εξερράγη προς το τέλος του 2018 αλλά και την αδυναμία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να δώσει αξιόπιστες λύσεις.

Το μεγάλο στοίχημα για τις τράπεζες είναι η μείωση των «κόκκινων» δανείων. Λογιστικά αυτή μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους και προς αυτή την κατεύθυνση θα βοηθήσουν τα δύο σχέδια που έχουν καταθέσεις ΥΠΟΙΚ και ΤτΕ. Η πραγματική ωστόσο έξοδος από την κρίση θα επιτευχθεί όταν τα «κόκκινα» δάνεια θα μειωθούν σε απόλυτα νούμερα και όχι σε ποσοστό επί του συνόλου στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Με άλλα λόγια, όταν οι πολίτες θα αρχίσουν να αποπληρώνουν τις οφειλές τους, κάτι που απαιτεί μεγάλες ξένες επενδύσεις και υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Η νέα κυβέρνηση μπορεί να συμβάλλει τόσο στην ταχύτερη προώθηση των συστημικών λύσεων όσο και στη βελτίωση των συνθηκών, εξέλιξη που θα φέρει και άλλους διεθνείς κολοσσούς όπως η PIMCO και όχι βραχυπρόθεσμους επενδυτές.

Το… τεστ αξιοπιστίας θα είναι η πρώτη δοκιμασία για την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις κάλπες της Κυριακής και μετά περιμένουν οι ελληνικές επιχειρήσεις. Ο επιχειρηματικός κόσμος ποντάρει πολλά στη μείωση των δυσβάσταχτων φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών για να πάρει ανάσα και παράλληλα αναμένει την βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και των εισοδημάτων.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις σε κάθε ευκαιρία επισημαίνουν τη μεγιστοποίηση της υπερφορολόγησης στη μεσαία τάξη και ιδιαίτερα στα εισοδήματα των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα που κατά τεκμήριο έχουν υψηλές δεξιότητες και καταλαμβάνουν θέσεις ευθύνης στην αγορά εργασίας. Παρ' όλα αυτά, όπως επισημαίνει η αναλύτρια της Moody' s, Κάθριν Μιλμπρόνερ σε συνέντευξή της στον «Φ», η μείωση των φόρων από μόνη της δεν θα λύσει τα προβλήματα καθώς υπάρχουν σοβαρά εμπόδια για τις επενδύσεις, όπως η αργή λειτουργία του δικαστικού συστήματος.