Της Αθηνάς Καλαϊτζόγλου
Η Ελλάδα κινδυνεύει να «παγώσει», στην περίπτωση οποιασδήποτε κρίσης τροφοδοσίας με φυσικό αέριο. Αιτία: η απουσία διασυνδετήριων αγωγών, αλλά και κρίσιμων υποδομών, όπως, για παράδειγμα, υπόγεια αποθήκευση του φυσικού αερίου.
Την άποψη αυτή ενστερνίζεται ο ENTSOG (ο ευρωπαίος διαχειριστής της μεταφοράς φυσικού αερίου) στην καθιερωμένη ετήσια έκθεση του για τις προοπτικές κάλυψης της Ευρώπης κατά τους χειμερινούς μήνες. Και μπορεί, όπως αναφέρει στις διαπιστώσεις το, για το φετινό χειμώνα (Οκτώβριος 2015-Μάρτιος 2016) η Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη να μην αντιμετωπίσει φέτος προβλήματα ομαλού εφοδιασμού, ακόμη και σε συνθήκες πολύ χαμηλών θερμοκρασιών, καθώς υφίστανται ευέλικτες υποδομές στις περιοχές αυτές, ωστόσο, η Ν.Α. Ευρώπη και ειδικά, η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Fyrom, είναι «στο κόκκινο», αν συμβεί κρίση στις σχέσεις Ρωσίας-Ουκρανίας.
Ο ENTSOG αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στις υποδομές, τύπου, υπόγεια αποθήκευση φυσικού αερίου, η χρήση των οποίων ήταν αυξημένη κατά 103% κατά τον περσινό χειμώνα, περιορίζοντας ακόμη και τη ροή του ρώσικου φυσικού αερίου. Η χώρα μας, όπως είναι γνωστό, δεν διαθέτει ανάλογη υποδομή, με τις μεγαλύτερες αποθήκες να βρίσκονται στη Γερμανία, την Ιταλία και την Ολλανδία. Οι υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου έχουν αναδειχθεί στην κύρια πηγή τροφοδοσίας για την Ευρώπη, κατά τον ENTSOG, με αξιοπρόσεκτη δυνατότητα ευελιξίας, για την κάλυψη της αυξημένης ζήτησης.
Τον περσινό χειμώνα η κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ευρώπη ανήλθε σε 3,092 TWh και καλύφθηκε, κατά 23% από υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου, κατά 22% από τη Ρωσία, κατά 25% από εθνική παραγωγή, κατά 22% από εισαγωγές από τη Νορβηγία, κατά 4% από την Αλγερία, κατά 1% από τη Λιβύη και κατά 8% από LNG. Η μείωση της τροφοδοσίας από τη Ρωσία αποδίδεται από τον ENTSO G, αφενός μεν στα μεγάλα αποθέματα των υπόγειων αποθηκών, αλλά και στις τιμές του πετρελαίου που επηρέασαν τις τιμές του φυσικού αερίου στα μακροπρόθεσμα συμβόλαια.
Πέρυσι, καταγράφηκε μια αύξηση κατά μέσο όρο 5% στην προμήθεια φυσικού αερίου, ποσοστό, ωστόσο, που διαφοροποιείται ανά ευρωπαϊκή χώρα. Η ζήτηση, από την άλλη πλευρά, ήταν αυξημένη κατά 2%, με την αιχμή της να εντοπίζεται στις αρχές Φεβρουαρίου.
Τι γίνεται εδώ
Οι ήπιες θερμοκρασίες που επικρατούν ως τώρα στη χώρα μας, με εξαίρεση τις τελευταίες ημέρες, καθιστούν ομαλή την τροφοδοσία της αγοράς και από τις τρεις πηγές προμήθειας της ΔΕΠΑ (Gazprom, Sonatrach και Botas). Δημιουργήθηκε μια ανησυχία πριν από περίπου ένα μήνα, λόγω της νέας κρίσης στις σχέσεις Ρωσίας-Ουκρανίας, που προκλήθηκε από την απαγόρευση της δεύτερης να πετούν πάνω από την επικράτεια της ρώσικα αεροπλάνα. Ωστόσο, η Ουκρανία είχε ήδη προμηθευθεί και πληρώσει ικανή ποσότητα φυσικού αερίου, γεμίζοντας τις υπόγειες αποθήκες της και συνέχισε την ομαλή τροφοδοσία της Ευρώπης. Η επόμενη προμήθεια της Ουκρανίας τοποθετείται τον Ιανουάριο, με τη Ρωσία να απαιτεί την αποπληρωμή της. Συνεπώς, πολύ σύντομα θα φανεί αν θα προκληθεί νέο επεισόδιο μεταξύ των δύο χωρών, το οποίο, σε συνδυασμό με τις κλιματολογικές συνθήκες που θα επικρατήσουν, θα προσδιορίσει την έκταση της εν δυνάμει κρίσης τροφοδοσίας. Πάντως, ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση ο ENTSOG θεωρεί ότι η Ευρώπη δεν θα αντιμετωπίσει πρόβλημα κάλυψης, σε αντίθεση, πάντα, με τη Ν.Α. Ευρώπη και τη χώρα μας.
Να επισημανθεί ότι οι δεξαμενές της Ρεβυθούσας έχουν την ικανότητα αποθεμάτων 45-50 ημερών, υπό κανονικές συνθήκες κατανάλωσης, ενώ στην περίπτωση ιδιαίτερα αυξημένης ζήτησης, τα αποθέματα της διαρκούν για 30-35 ημέρες. Συν τοις άλλοις, υπάρχει και ο ευνοϊκός όρος στο συμβόλαιο ΔΕΠΑ-Sonatrach, με βάση τον οποίο η ελληνική πλευρά μπορεί να παραλάβει πολύ νωρίτερα προγραμματισμένες παραδόσεις. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το κατά πόσο κινδυνεύει να «παγώσει» φέτος η χώρα μας, όπως επισημαίνουν πηγές της ΔΕΠΑ, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διάρκεια μιας νέας κρίσης μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας.