Κολλημένη στις τελευταίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης βρίσκεται η ελληνική αγορά κατοικίας με βάση την πορεία των τιμών κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου τριμήνου.
Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία της τριμηνιαίας έρευνας που επιμελείται η Global Property Guide, και δημοσιεύει η "Καθημερινή" η Ελλάδα κατατάσσεται στην 39η θέση επί συνόλου 45 χωρών, καθώς οι τιμές μειώθηκαν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 5,3%.
Υπενθυμίζεται ότι μέχρι πρόσφατα, η ελληνική αγορά κατοικίας βρισκόταν σταθερά στις τρεις τελευταίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης που επιμελείται η Global Property Guide, καθώς οι τιμές υποχωρούν συνεχώς από το 2009 και μετά.
Η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται στη βελτίωση των συνθηκών στην ελληνική αγορά κατοικίας αλλά στην επιδείνωση της εικόνας άλλων αγορών, που μέχρι πρότινος είχαν καλύτερες επιδόσεις.
Τη μεγαλύτερη πτώση τιμών με το πέρας του φετινού πρώτου τριμήνου, έχει καταγράψει η αγορά κατοικίας της Μογγολίας με 10,9%, ενώ έπεται με πτώση της τάξεως του 10,85% η αγορά κατοικίας του Πουέρτο Ρίκο, που πλήττεται από την κρίση χρέους της χώρας. Μεγαλύτερη πτώση τιμών από την Ελλάδα, παρατηρήθηκε επίσης σε Ρωσία με 5,75% και Ταϊβάν με 6%.
Στην ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για τη νομισματική πολιτική, προβλέπεται διατήρηση της μείωσης των τιμών και για τα προσεχή τρίμηνα, καθώς, τόσο οι τιμές όσο και η ζήτηση προβλέπεται ότι θα εξακολουθήσουν να υποχωρούν, έστω και με πιο συγκρατημένους ρυθμούς απ' ό,τι μέχρι πρότινος.
Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, κατά το 2015, αλλά και κατά το φετινό πρώτο τρίμηνο, οι τιμές των κατοικιών πανελλαδικά υποχώρησαν κατά 5% κατά μέσο όρο, έναντι πτώσης κατά 7,5% το 2014. Συνολικά, από το 2008 μέχρι το τέλος του φετινού πρώτου τριμήνου, οι αξίες έχουν μειωθεί κατά 41,3%, αλλά η πτώση είναι μεγαλύτερη στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα, αγγίζοντας το 43,5% στην Αθήνα και το 45,2% στη Θεσσαλονίκη, έναντι πτώσης κατά 39,4% στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις της χώρας και κατά 36,8% στις λοιπές περιοχές. Σύμφωνα με την ΤτΕ, «η φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας τα τελευταία χρόνια, η οποία σε πολλές περιπτώσεις βασίστηκε σε πλασματικές και όχι πραγματικές αξίες, αλλά και η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα για τη διαμόρφωση του μεσοπρόθεσμου και βραχυπρόθεσμου φορολογικού πλαισίου, συνεχίζουν να αποθαρρύνουν τη ζήτηση.