O Ρώσος πρόεδρος υποστηρίζει πως οι δυτικές κυρώσεις θα πλήξουν τελικά αυτούς που τις επέβαλαν. Λέει πως αν συνεχιστούν θα «τινάξουν στον αέρα» την παγκόσμια αγορά τροφίμων, αφού η Ρωσία είναι μεγάλος παραγωγός λιπασμάτων, αλλά και γιατί (προσθέτουμε εμείς) έχει πολύ μεγάλη γεωργική παραγωγή. Όμως είναι βέβαιο πως ο Πούτιν γνωρίζει πως τη μεγαλύτερη ζημιά δεν θα την πάθει η Δύση, αλλά χώρες από όλο τον κόσμο, κάποιες από αυτές φιλικές προς τη Ρωσία. Πόσο νόημα έχει τελικά αυτή η συγκεκαλυμμένη απειλή;
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί, κυρίως από δυτικές χώρες, στη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία έχουν μεγάλο κόστος και για τη Ρωσία και για όσους έχουν επιβάλει τις κυρώσεις και για τον υπόλοιπο κόσμο. Είναι αρκετά λογικό για τη ρωσική ηγεσία να προσπαθεί να δείξει πως τελικά οι κυρώσεις θα πλήξουν περισσότερο τον «εχθρό», ενώ η χώρα τους θα αντέξει και θα βγει σαφώς κερδισμένη, παρά την ταλαιπωρία που θα υποστεί.
Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας πρέπει να εντάσσονται και οι χθεσινές δηλώσεις του προέδρου Πούτιν. Ο Ρώσος πρόεδρος εμμέσως πλην σαφώς είπε πως αν οι κυρώσεις δεν αρθούν, η παγκόσμια αγορά τροφίμων θα γνωρίσει μεγάλη αναταραχή, αφού τα ρωσικά (και λευκορωσικά) λιπάσματα δεν θα μπορούν να φύγουν από τη χώρα.
Αυτό λογικά θα προκαλέσει ελλείψεις λιπασμάτων και μεγάλη αύξηση της τιμής τους, με τελικό αποτέλεσμα (αυτό είναι δικό μας συμπέρασμα, δεν το είπε σαφώς ο Πούτιν) σημαντική αύξηση των τιμών σε βασικά αγροτικά προϊόντα και πιθανές ελλείψεις σε αυτά.
Εμείς θα προσθέσουμε βέβαια πως οι παγκόσμιες αγορές τροφίμων έχουν ήδη αναστατωθεί, και αυτό φαίνεται από την τεράστια αύξηση των τιμών του σιταριού, την αξιόλογη άνοδο για το καλαμπόκι και την έκρηξη των τιμών του ηλιέλαιου. Λογικό, αφού η Ρωσία και η Ουκρανία έχουν πολύ σημαντική θέση στις παγκόσμιες εξαγωγές αυτών των τριών προϊόντων.
Έχει όμως νόημα αυτή η, κατά την άποψή μας, απειλή που κρύβεται πίσω από τη χθεσινή δήλωση του προέδρου Πούτιν; Κινδυνεύει ο κόσμος από μία επισιτιστική κρίση, κινδυνεύει και η Ευρώπη;
Ή, για να το πούμε καλύτερα, ποιος κινδυνεύει περισσότερο από μία παράταση του πολέμου και παράλληλη παράταση του καθεστώτος των κυρώσεων; Για να φτάσουμε σε κάποιο συμπέρασμα, θα κάνουμε πρώτα μία μικρή ιστορική αναδρομή και στη συνέχεια θα χρησιμοποιήσουμε λίγη από τη σοφία των αναλυτών της Goldman Sachs.
Είναι σαφές, από αρκετά ιστορικά παραδείγματα, πως μία μεγάλη και παρατεταμένη άνοδος στις τιμές βασικών αγροτικών προϊόντων προκαλεί μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές, πέρα από τις καθαρά οικονομικές συνέπειες. Η άνοδος της τιμής του σιταριού το 2007-2008 συνοδεύτηκε από ταραχές σε πολλές ασιατικές και αφρικανικές χώρες, ανάγκασε την κυβέρνηση του Μεξικού να «παγώσει» για έναν χρόνο τις τιμές των τροφίμων ενώ έπαιξε ρόλο και στην πτώση της κυβέρνησης της Αϊτής.
Την επόμενη φορά που το σιτάρι ακρίβυνε πολύ, το 2011, αποτέλεσε μία από τις βασικές αιτίες που οδήγησαν στις μεγάλες διαδηλώσεις και ταραχές που ονομάστηκαν Αραβική Άνοιξη και στάθηκαν αφορμή για την κατάρρευση του καθεστώτος της Τυνησίας, την πτώση του Αιγύπτιου προέδρου Μουμπάρακ και την έναρξη του εμφυλίου πολέμου της Συρίας.
Δεν υπάρχει λοιπόν καμία αμφιβολία πως η άνοδος της τιμής των τροφίμων έχει πολύ σημαντικές συνέπειες, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές.
Προκειμένου να δούμε πόσο πιθανή είναι μία γενικευμένη και παρατεταμένη αύξηση των τιμών των βασικών αγροτικών προϊόντων, θα μας βοηθήσει μία πολύ πρόσφατη έκθεση των αναλυτών της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας Goldman Sachs.
Η ομάδα των αναλυτών έκανε κάποιες εκτιμήσεις για τρία από τα βασικότερα αγροτικά προϊόντα, το σιτάρι, το καλαμπόκι και τα φασόλια σόγιας, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί μετά το ξέσπασμα του πολέμου και την επιβολή των κυρώσεων.
Ξεκινώντας από πράγματα που είναι πλέον γνωστά σε όλους μας, δηλαδή το γεγονός πως η Ρωσία και η Ουκρανία μαζί πραγματοποιούν κάθε χρόνο το 29% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, όπως επίσης και το γεγονός πως η Ουκρανία είναι μία πολύ μεγάλη δύναμη στις εξαγωγές καλαμποκιού έκαναν τις προβλέψεις τους για την πορεία των τιμών αυτών των δύο, όπως και των φασολιών σόγιας.
Σύμφωνα με την ανάλυσή τους, η κατάσταση στην Ουκρανία αποτελεί όντως μεγάλο κίνδυνο. Ξεχωρίζουν τρεις συγκεκριμένους κινδύνους: α) τη συνέχιση του ουσιαστικού παγώματος των εξαγωγών σιταριού από τις δύο χώρες (κυρίως τη Ρωσία) και των εξαγωγών καλαμποκιού από την Ουκρανία λόγω του ότι τα περισσότερα λιμάνια είναι πρακτικά εκτός λειτουργίας και τα πλοία διστάζουν να πλησιάσουν προς τα εκεί, β) την εμφάνιση προβλημάτων στην αναμενόμενη νέα συγκομιδή σιταριού στις δύο χώρες λόγω του πολέμου, όπως και τα πιθανά προβλήματα στη σπορά της νέας σοδειάς καλαμποκιού στην Ουκρανία και γ) τη δυσκολία στις εξαγωγές λιπασμάτων από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία.
Εκτιμώντας πως η κατάσταση στους παραπάνω τομείς δεν θα έχει καταστροφική εξέλιξη αλλά δεν θα είναι και απόλυτα ομαλή, και με την προϋπόθεση πως η σοδειά σιταριού στις ΗΠΑ θα είναι πάρα πολύ καλή, συμπεραίνουν πως για το υπόλοιπο της χρονιάς οι τιμές των τριών βασικών προϊόντων δεν θα κατέβουν από τα σημερινά τους επίπεδα, τα οποία αποτελούν πολυετή υψηλά (στο σιτάρι πριν μερικές μέρες είχαμε και ιστορικά υψηλά).
Συγκεκριμένα προβλέπουν πως το καλαμπόκι δύσκολα θα πέσει κάτω από τα 7 δολάρια/μπούσελ, το σιτάρι από τα 10,5 δολάρια/μπούσελ και τα φασόλια σόγιας κάτω από τα 16 δολάρια/μπούσελ.
Θεωρώντας πως η ομάδα των αναλυτών της Goldman δεν πέφτει πολύ μακριά από την πραγματικότητα, αντιλαμβανόμαστε πως τα πράγματα είναι όντως πολύ δύσκολα.
Αν οι εξαγωγές σιταριού και καλαμποκιού από τη Μαύρη Θάλασσα δεν ξαναρχίσουν σύντομα, αν οι αγρότες της περιοχής δεν μπορέσουν να φροντίσουν σωστά τις καλλιέργειές τους, αν τα λιπάσματα παραμείνουν στις αποθήκες της Ρωσίας και της Λευκορωσίας, μπορεί να δούμε ακόμα μεγαλύτερες αυξήσεις στις τιμές των αγροτικών προϊόντων, και όπως ξέρουμε, όταν ανεβαίνει το ένα ακολουθούν και τα άλλα. Δεν χρειάζεται φυσικά να προσθέσουμε πως οι τιμές μπορεί να ανεβούν και εξαιτίας κακού καιρού στις ΗΠΑ ή κάπου αλλού.
Φαίνεται λοιπόν πως ο πρόεδρος Πούτιν δεν έχει και πολύ άδικο στη διαπίστωσή του πως οι κυρώσεις εις βάρος της χώρας του (και οι συνέπειες του πολέμου τον οποίον αυτή ξεκίνησε) μπορεί να σταθούν αφορμή για μεγάλα προβλήματα, ακρίβειας και ίσως και ελλείψεων, στην παγκόσμια αγορά τροφίμων.
Το θέμα όμως είναι ποιος θα πληγεί περισσότερο από μία τέτοια εξέλιξη και αν η Ευρώπη ή οι υπόλοιποι δυτικοί σύμμαχοι κινδυνεύουν τόσο πολύ. Εδώ η απάντηση είναι αρκετά απλή. Στην περίπτωση του σιταριού αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο από την άνοδο της τιμής και πιθανές ελλείψεις είναι οι χώρες της Βορείου Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, οι οποίες προμηθεύονται πάνω από το μισό τους σιτάρι από τη Ρωσία.
Στην περίπτωση του καλαμποκιού, μεγάλος χαμένος θα είναι μάλλον η Κίνα, η οποία είναι από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς και μάλιστα ένα μεγάλο ποσοστό του καλαμποκιού της το εισάγει από την Ουκρανία. Το ίδιο περίπου ισχύει και για τα φασόλια σόγιας, στην περίπτωση που παρασυρθούν από την άνοδο των άλλων δύο, αφού και εκεί η Κίνα είναι μεγάλος εισαγωγέας.
Εδώ μπορούμε να προσθέσουμε και το ηλιέλαιο, αφού η Ρωσία και η Ουκρανία πραγματοποιούν πάνω από το 60% των παγκόσμιων εξαγωγών. Από τις ειδήσεις μαθαίνουμε πως στην Ινδία που κάνει μεγάλες εισαγωγές ηλιελαίου επικρατεί ήδη μεγάλη αναστάτωση εξαιτίας της ανόδου της τιμής του και της δυσκολίας στην προμήθειά του.
Τι θέλουμε να πούμε; Απλά πως το μεγαλύτερο πρόβλημα από μία αναταραχή στις αγορές τροφίμων δεν θα το έχουν οι δυτικές χώρες. Και οι ΗΠΑ, και ο Καναδάς, και η Αυστραλία και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν αρκετά αποθέματα σιταριού και μπορούν, με τη βοήθεια των κρατικών προϋπολογισμών τους και των κεντρικών τραπεζών, να ενισχύσουν οικονομικά για ένα διάστημα τους πολίτες τους.
Κάτι παρόμοιο ισχύει και για το καλαμπόκι. Αντίθετα, οι χώρες της Μεσογείου που αγωνιούν για την τιμή και την επάρκεια του σιταριού, δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αντιμετωπίσουν την κατάσταση για πολύ καιρό. Επίσης, η Κίνα δεν πρόκειται να ενθουσιαστεί καθόλου με μία τέτοια κατάσταση, ούτε η Ινδία. Οι περισσότερες από αυτές τις χώρες σίγουρα δεν ανήκουν στον κατάλογο των «εχθρών» της Ρωσίας.
Ο Ρώσος πρόεδρος προφανώς γνωρίζει όλα αυτά πολύ καλύτερα από εμάς. Θα αποτολμήσουμε λοιπόν την εκτίμηση πως στην πραγματικότητα δεν έχει πρόθεση να απειλήσει τον κόσμο με επισιτιστική κρίση και απευθύνεται περισσότερο στον λαό της χώρας του.
Σε αυτή την εικασία μας οδηγούν και οι χθεσινές πληροφορίες του Bloomberg, σύμφωνα με τις οποίες έχει ξαναρχίσει η κίνηση των φορτηγών πλοίων που μεταφέρουν το σιτάρι από τα Ρωσικά λιμάνια προς τους διάφορους εξαγωγικούς προορισμούς. Ας ελπίσουμε πως η εκτίμησή μας δεν θα αποδειχθεί πολύ μακριά από την πραγματικότητα.