Την ώρα που η Άνγκελα Μέρκελ συμφωνεί σε μία έμμεση μορφή αμοιβαιοποίησης χρέους αλλά συνεχίζει να απορρίπτει το κορονο-ομόλογο και όλα δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες βρίσκονται πολύ κοντά στην ταχύτερη επίτευξη συμφωνίας σε περίοδο κρίσης στην ιστορία της ένωσης, ο κίνδυνος είναι τόσο μεγάλος που δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού. Η απειλή μιας νέας κρίσης χρέους και «υποταγής» της Ευρώπης σε μία νέα δεκαετία λιτότητας με απρόβλεπτες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, είναι σύμφωνα με αναλυτές ο βασικός λόγος που αναγκάζει κατά κάποιο τρόπο τους Ευρωπαίους να καταλήξουν σύντομα σε συμφωνία.
Θα επιτευχθεί συμφωνία στην τηλεδιάσκεψη της Πέμπτης; Αυτή τη στιγμή το πιθανότερο είναι να υπάρξει συμφωνία σε όλα εκτός από τις λεπτομέρειες του Ταμείου Ανάκαμψης το οποίο θα βασιστεί σε κοινό δανεισμό για να καλυφθεί το κόστος της επανεκκίνησης των οικονομιών που πλήττονται περισσότερο από την πανδημία. Και επειδή το Ταμείο Ανάκαμψης θα έχει στοιχεία αμοιβαιοποίησης χρέους, είναι το σήμα που περιμένουν οι αγορές για να αναθαρρήσουν, πριν εστιάσουν στο μέγεθός του project, στους όρους που θα το συνοδεύουν αλλά και στο πότε θα υλοποιηθεί – αν θα… προλάβει δηλαδή την ύφεση.
Διότι όσο συνεχίζεται η συζήτηση για την επόμενη ημέρα μετά το τέλος της πανδημίας, το ενδιαφέρον στρέφεται στο νέο κύμα κρατικών και ιδιωτικών χρεών που αναμφίβολα θα γεννήσει η οικονομική κρίση. Αυξάνονται, παράλληλα, οι εκτιμήσεις για βαθιά και παρατεταμένη ύφεση με μαζικές χρεοκοπίες, σε μία κρίση που στο δυσμενές σενάριο δεν θα έχει προηγούμενο σε διάρκεια και σφοδρότητα. Για την Ευρώπη οι ανησυχίες είναι ακόμη μεγαλύτερες από άλλες οικονομίες αφού προέρχεται από μία δεκαετία διπλής κρίσης και ύφεσης καθώς και αυστηρών μέτρων λιτότητας που κλόνισαν τις χώρες της περιφέρειας και δοκίμασαν τις αντοχές της ένωσης.
Ποιος μπορεί να πάρει την απόφαση επιβολής νέων μέτρων λιτότητας όταν χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία δεν έχουν καν καταφέρει να ανακάμψουν από την προηγούμενη κρίση και χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία είναι πολύ πιθανό να βρεθούν με μη βιώσιμο κρατικό χρέος και υψηλή ανεργία μέσα στο 2021;
Σε συνέντευξη που έδωσε στο liberal ένας από τους κορυφαίους οικονομικούς αναλυτές της Ιταλίας σήμερα, ο καθηγητής του LSE και πρώην επικεφαλής μακροοικονομικών προβλέψεων του υπουργείου Οικονομικών της χώρας, Λορέντσο Κοντόνιο, υποστηρίζει ότι πολύ σύντομα η Ευρώπη θα κληθεί να αντιμετωπίσει εκ νέου την αύξηση των κρατικών χρεών. Το ίδιο εκτιμούν και οι αναλυτές του ερευνητικού βραχίονα του Economist. Όπως επισημαίνουν σε πρόσφατη έκθεσή τους.
εντέλει τα βουνά χρέους που θα έχουν συσσωρευτεί θα πρέπει με κάποιο τρόπο να αντιμετωπιστούν.
Για να περιοριστούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα οι περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες δεν θα μπορέσουν να ακολουθήσουν πολιτικές αυστηρής λιτότητας, όπως συνέβη μετά την κρίση του 2008-09, αναφέρουν. Η λιτότητα απορροφά πολιτικό κεφάλαιο και ενδεχομένως δεν έχει μείνει αρκετό για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο σχέδιο, κυρίως γιατί η τελευταία περίοδος λιτότητας στην Ευρώπη είναι πολύ πρόσφατη, σημειώνουν οι αναλυτές του Economist Intelligence Unit. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις δεν θα μπορούν να βρουν άλλες πηγές εξοικονόμησης πόρων, αφού για παράδειγμα ποιος θα τολμούσε να μειώσει τις δαπάνες για την Υγεία, ειδικά μετά τα προβλήματα που προκάλεσε η λιτότητα στην Ευρώπη;
Συνεπώς, αντί να μειώσουν τις δαπάνες οι κυβερνήσεις μετά την κρίση θα προσπαθήσουν να αυξήσουν τα έσοδα. Όμως η αύξηση των φόρων δεν είναι ένα μέτρο που θα έχει ασφαλή αποτελέσματα ενώ την ίδια ώρα οι επενδυτές θα είναι επιφυλακτικοί στο να αγοράσουν κρατικά ομόλογα χωρών με υψηλό χρέος που σημαίνει ότι οδεύουμε με μαθηματική ακρίβεια σε νέα κρίση χρέους.
Τέλος, όπως δήλωσε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, στο θετικό σενάριο προβλέπεται ύφεση 4% ενώ στο δυσμενές το ελληνικό ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 8%. Με άλλα λόγια η ελληνική οικονομία θα χάσει περί τα 7,6 δισ. ευρώ στο καλό σενάριο και 15,2 δισ. ευρώ στο δυσμενές, ενώ αν λάβουμε υπόψη και την ανάπτυξη του 2,8% που προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2020, ο συνολικός «λογαριασμός» θα μπορούσε να ξεπεράσει ακόμη και τα 20 δισ. ευρώ στο κακό σενάριο. Ο «λογαριασμός» θα είναι ακόμη μεγαλύτερος για την Ιταλία αφού με 1,85 τρις. ευρώ ΑΕΠ και ύφεση μεταξύ 6%-9% θα χάσει έως και πάνω από 150 δισ. ευρώ.
Για όλους αυτούς τους λόγους οι πιθανότητες αυξάνονται για συμφωνία είτε στην τηλεδιάσκεψη της Πέμπτης είτε στο αμέσως επόμενο διάστημα.