Σε οικονομική στασιμότητα παραμένει η Ευρωζώνη, με τη Γερμανία να βλέπει το ΑΕΠ της συρρικνώνεται ξανά στο β’ τρίμηνο του 2024, κάνοντας ακόμη πιο δύσκολη την αποστολή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τα στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα έδειξαν ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης επιβράδυνε στο 0,2% στο τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου, την ώρα που οι πρόδρομοι δείκτες για το μήνα Ιούλιο υποδηλώνουν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται σε τέλμα.
Η Γερμανία συνεχίζει να αποτελεί «βαρίδι» με το ΑΕΠ της στο -0,1% και την Ισπανία να οδηγεί την ανάπτυξη με το ΑΕΠ της στο +0,8%, ενώ ακολούθησαν η Γαλλία με +0,3% και η Ιταλία με +0,2%. Απογοητευτικά ήταν και τα στοιχεία για τον πληθωρισμό, πάλι στη Γερμανία, όπου ενισχύθηκε στο 2,6% σε ετήσια βάση, έναντι 2,5% τον Ιούνιο.
Η οικονομική στασιμότητα και η επιμονή του πληθωρισμού είναι οι βασικοί παράγοντες που θα λάβουν υπόψη τα στελέχη της ΕΚΤ όταν θα κληθούν να αποφασίσουν για το αν θα προχωρήσουν σε νέα μείωση επιτοκίων στον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Το επικρατέστερο σενάριο είναι να δούμε τελικά μία ακόμη μείωση, με το επιτοκίο αποδοχής καταθέσεων να υποχωρεί στο 3,50%. Στη συνέχεια, ωστόσο, η ΕΚΤ θα κάνει πολύ προσεχτικά και αργά βήματα, αξιολογώντας κάθε μήνα τα στοιχεία για τον πληθωρισμό, την αγορά εργασίας και την ανάπτυξη.
Το 2024 ξεκίνησε με σχετικά καλούς οιωνούς για τη γερμανική οικονομία και συγκρατημένη αισιοδοξία για ανάκαμψη, μετά την ύφεση του 2023. Στο α’ τρίμηνο του έτους το ΑΕΠ ξεπέρασε τις προσδοκίες και οι δείκτες οικονομικού κλίματος βελτιώθηκαν αισθητά, δίνοντας ελπίδες ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα άφηνε πίσω την απαισιοδοξία των προηγούμενων ετών, θα έβγαζε από πάνω της την ταμπέλα του «ασθενή της Ευρώπης» και θα γινόταν ξανά η ατμομηχανή της Ευρωζώνης.
Τελικά, αποδείχθηκε ότι η οικονομική δραστηριότητα στο α’ τρίμηνο ήταν ικανοποιητική εξαιτίας του ήπιου χειμώνα και της σύγκρισης με το προς τα κάτω αναθεωρημένο ΑΕΠ δ’ τριμήνου 2023. Φάνηκε, λοιπόν, γρήγορα ότι πολύ δύσκολα η Γερμανία θα μπορούσε να αναπτυχθεί με βιώσιμο και ισχυρό ρυθμό. Τα χθεσινά στοιχεία ήρθαν να επιβεβαιώσουν ότι οι συνθήκες δεν έχουν βελτιωθεί. Μπορεί η ύφεση του 2023 να ήταν ισχνή, όμως το ίδιο ισχνή ήταν και η ανάκαμψη, η οποία τελικά ούτε καν ανάκαμψη δεν μπορεί να θεωρηθεί, αφού στην πραγματικότητα το μέγεθος της γερμανικής οικονομίας σήμερα είναι μικρότερο σε σύγκριση με πριν από δύο χρόνια.
Όπως σημειώνει η ING, η γερμανική οικονομία θα συνεχίσει να κινείται μεταξύ… φθοράς και αφθαρσίας. Οι δείκτες οικονομικού και επενδυτικού κλίματος απογοητεύουν, σε μία συγκυρία που οι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, των ΗΠΑ και της Κίνας, επιβραδύνουν με αποτέλεσμα η Γερμανία να μην ελπίζει σε αναπτυξιακή ώθηση από τις εξαγωγές.
Παράλληλα, οι βιομηχανικές παραγγελίες παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα και σε συνδυασμό με τα υψηλά επίπεδα αποθεμάτων και τις προληπτικού χαρακτήρα αποταμιεύσεις, επηρεάζουν αρνητικά την οικονομία. Επιπλέον, η ING τονίζει ότι ο αυξανόμενος αριθμός πτωχεύσεων και εταιρικών ανακοινώσεων για μειώσεις των θέσεων εργασίας, κρέμονται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από την αγορά εργασίας.
Οι προβλέψεις των αναλυτών κάνουν λόγο για ανάκαμψη στο β’ εξάμηνο, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει νέες αρνητικές εκπλήξεις στα επόμενα τρίμηνα