Θεωρώ ότι υπάρχει μία σύγχυση στην κοινωνία για το θέμα της Τουριστικής μας Βιομηχανίας και δικαιολογημένα ίσως.
Από τη μία πλευρά μας αρέσει όταν το κράτος έχει αυξημένα έσοδα από τον τουρισμό για τις όποιες επενδύσεις ή θέματα κοινωνικής πρόνοιας και από την άλλη πλευρά παραπονιόμαστε για τα αυξημένα εισιτήρια των πλοίων, την ακριβή διαμονή στα νησιά, τις τιμές στην εστίαση σε τουριστικούς προορισμούς και τις τιμές της ξαπλώστρας που έχουν γίνει και αντικείμενο αντιδράσεων τα τελευταία χρόνια.
Πρέπει τελικά να αποφασίσουμε αν θέλουμε τον τουρισμό διαθέσιμο για τους Έλληνες να κάνουν διακοπές ένα μήνα τον χρόνο ή αν θέλουμε να ζούμε από αυτόν τους άλλους έντεκα.
Είναι τόσο απλό, και το πρώτο ερώτημα που γεννιέται είναι «αν γίνονται και τα δύο». Δηλαδή αν υπήρχε τρόπος να εξασφαλίσουμε και αναβαθμισμένο τουρισμό με αντίστοιχα έσοδα και παράλληλα προσβάσιμες διακοπές για τους Έλληνες πολίτες.
Η απάντηση είναι ΝΑΙ κάτω από συνθήκες τις οποίες και θα εξηγήσω στη συνέχεια.
Κατ’ αρχάς να αποδεχθούμε ότι τα αυξημένα έσοδα δεν θα πρέπει να έρθουν μόνο από αυξημένες αφίξεις. Χρειαζόμαστε αυτό που λέμε ποιοτικό τουρισμό, δηλαδή έναν συνδυασμό από καλό αριθμό αφίξεων και αυξημένης αγοραστικής δύναμης και διάθεσης. Το ιδανικό θα ήταν να έρχεται ο ίδιος αριθμός τουριστών, αλλά μεγαλύτερης αγοραστικής διάθεσης και δυνατότητας.
Και λέω ιδανικό, γιατί δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε πολύ μεγαλύτερες αφίξεις κυρίως λόγω συγκεκριμένων υποδομών, αλλά και δεν θα έπρεπε να θέλουμε κιόλας. Και ποιες είναι οι κρίσιμες υποδομές για αυξημένο και ποιοτικό τουρισμό;
1. Διαμονή
Έχουμε δει ξενοδοχεία να ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, και πολλά από αυτά τουλάχιστον 4ων ή και 5 αστέρων. Σε αυτόν τον τομέα οι χρηματοδοτήσεις και οι επιδοτήσεις από ευρωπαϊκά κονδύλια έχουν παίξει τον ρόλο τους και η αύξηση των κλινών είναι μεγάλη τα τελευταία χρόνια.
2. Μετακίνηση
Ένας τομέας που χαρακτηρίζεται από επάρκεια και που μπορεί να αναβαθμιστεί εγκαίρως και σε ποσοτικό επίπεδο, αλλά και ποιοτικό.
3. Εστίαση
Και στο κομμάτι της εστίασης θεωρώ ότι υπάρχει ένα καλό επίπεδο ποσοτικής και ποιοτικής κάλυψης. Αν εξαιρέσουμε μεμονωμένα επεισόδια που θίγουν την εστίαση, η ελληνική γαστρονομία είναι ένα από τα πλεονεκτήματα της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας.
4. Περίθαλψη
Ίσως ο πιο αδύναμος κρίκος της τουριστικής μας βιομηχανίας, και ένας από τους βασικούς λόγους, εκτός από τη γενικότερη κατάσταση του ΕΣΥ, είναι η διαμόρφωση των ελληνικών προορισμών που αποτελείται από εκατοντάδες μικρούς προορισμούς ξεκομμένους μεταξύ τους.
Αν και η Ελλάδα έχει σε απόλυτα νούμερα την 11η μεγαλύτερη ακτογραμμή στον κόσμο, δεν θεωρείται «μεγάλο μαγαζί» που σημαίνει ότι δεν πρέπει να είναι ευκαιρία για τους πολλούς αλλά όνειρο για τους λίγους.
Να θυμίσω ότι οι ελληνικοί προορισμοί παίρνουν θέση ψηλά στις κατατάξεις των τουριστικών προορισμών παγκοσμίως και επίσης συνδυάζουν ενδιαφέροντα εκτός της θάλασσας και του ήλιου, την ιστορία, τον αγροτουρισμό, τον ιατρικό τουρισμό και την θρησκευτική μας παράδοση και ιστορία.
Παρ όλα αυτά, τουλάχιστον μέχρι προ διετίας ήμαστε ο δεύτερος πιο φτηνός προορισμός στην Ευρώπη μετά την Πορτογαλία.
Δηλαδή σε απλά ελληνικά δεν θεωρώ ότι πρέπει να ήμαστε πολυκατάστημα για όλα τα πορτοφόλια, αλλά μπουτίκ για ακριβά προϊόντα και ποιοτικές υπηρεσίες. Κάτι που δεν φαίνεται να είναι εύκολο και άμεσα υλοποιήσιμο, αλλά αυτή πρέπει να είναι η στρατηγική μας σαν χώρα, και προς αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί η πολιτεία.
Η διεύρυνση της τουριστικής περιόδου ήταν πάντα ο στόχος της πολιτείας, αλλά αυτό ήδη γίνεται τα τελευταία χρόνια έτσι και αλλιώς. Σε λίγα χρόνια η τουριστική σαιζόν στην Ελλάδα θα είναι δωδεκάμηνη με ότι να σημαίνει αυτό.
Άρα όταν ακούμε τις τιμές να μεγαλώνουν σε όλες τις τουριστικά συνδεδεμένες υπηρεσίες, κατά βάθος θα έπρεπε να χαιρόμαστε πρωτίστως και δευτερευόντως να προβληματιζόμαστε για τις δικές μας διακοπές.
Προφανώς, για να μπορέσει η τουριστική αγορά να υποστηρίξει ακόμα υψηλότερες τιμές σε βασικές υπηρεσίες θα πρέπει να αναβαθμισθούν βασικές υποδομές και προφανώς να υπάρξει και αρκετή εκπαίδευση όλων των εμπλεκομένων. Ακούγεται δύσκολο και είναι, αλλά κανείς δεν είπε ότι ο δρόμος προς την ευημερία είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.
Ας αφήσουμε λοιπόν τις τιμές να αυξηθούν λόγω της αυξημένης ζήτησης και της περιορισμένης πλέον προσφοράς, και πάντα με μέτρο, προς όφελος της οικονομίας και ας βρούμε έναν τρόπο να διευκολύνουμε τους Έλληνες ώστε να μπορούν να απολαύσουν τα πλεονεκτήματα που τόσο πολύ θέλουμε να πουλήσουμε στους ξένους επισκέπτες.
Και προφανώς μετά από αυτά, η μείωση του ΦΠΑ στα νησιά, είναι σίγουρα προς την λάθος κατεύθυνση.
«Έχω ένα όνειρο» είπε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, εγώ απλώς μία ιδέα.
Ας επιδοτήσει η πολιτεία ένα σοβαρό ποσοστό από τα βασικά έξοδα μιας τουριστικής εξόδου για τις ελληνικές οικογένειες, δηλαδή τη μετακίνηση, τη διαμονή, τη σίτιση και την «ξαπλώστρα».
Με ονομαστικές αποδείξεις σε όλα τα παραπάνω, μια σοβαρή επιδότηση, και ίσως κλιμακωτή ανάλογα με τις φορολογικές δηλώσεις και τον χρόνο των διακοπών, οι διακοπές των Ελλήνων μπορούν να γίνουν πλέον εφικτές.
Ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα από όλο αυτό.
1. Η αύξηση των κρατικών εσόδων, από τον ΦΠΑ και από τον φόρο εισοδήματος μιας και όλοι πλέον θα απαιτούσαν ονομαστικές πλέον αποδείξεις για να έχουν το πλεονέκτημα.
2. Η μείωση της φοροδιαφυγής από δηλωμένα εισοδήματα που δεν είχαμε πριν.
3. Οι επιδοτούμενες διακοπές των Ελλήνων, ένα θέμα κοινωνικής πρόνοιας που θα έπρεπε να απασχολεί την πολιτεία.
4. Η ρύθμιση της εποχικότητας και της πληρότητας των περιοχών όπως θα θέλαμε, δίνοντας μεγαλύτερες επιδοτήσεις σε λιγότερο δημοφιλείς περιοχές και σε λιγότερο δημοφιλείς χρονικές περιόδους. Δηλαδή για παράδειγμα ο Αύγουστος στην Σαντορίνη θα επιδοτείτε λιγότερο από ότι ο Μάϊος στην Σαμοθράκη.
5. Το πιο πιθανό είναι να υπήρχε περίσσευμα εσόδων και μετά τις εκροές των επιδοτήσεων.
Οπωσδήποτε υπάρχουν και τεχνικά και νομικά προβλήματα (GDPR για τις ονομαστικές αποδείξεις) σε αυτήν την πρόταση, αλλά θεωρώ ότι με τη σημερινή τεχνολογία και καλή διάθεση όλα λύνονται.
Ακούγεται υπεραπλουστευμένη η πρόταση και είναι, αλλά δεν παύει να είναι μια αρχή.