Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Από τις βασικές δαπάνες διαβίωσης μέχρι και τον... τελευταίο καφέ που καταναλώνουν, καλούνται να δηλώσουν οι δανειολήπτες που είτε ζητούν προστασία από το νόμο, έτσι ώστε να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης και να προσδιοριστεί από το δικαστήριο η δόση που θα πληρώνουν, είτε θέλουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους με τις τράπεζες.
Το νέο αυστηρό πλαίσιο που περιγράφει με απόφασή της η Τράπεζα της Ελλάδος στοχεύει στον εντοπισμό των «στρατηγικών κακοπληρωτών», όσων δηλαδή μπορούν να πληρώσουν αλλά εκμεταλλεύονται την κατάσταση και αποφεύγουν συστηματικά την εξυπηρέτηση των δανείων τους.
Έτσι έρχονται ξανά στο προσκήνιο οι εναλλακτικές επιλογές που θα έχουν τα νοικοκυριά που… επιθυμούν να χαρακτηριστούν «συνεργάσιμα» και να κερδίσουν μια «μόνιμη» - τουλάχιστον μέχρι την βελτίωση των συνθηκών – διευθέτηση.
Σε αυτή την προσπάθεια οι δανειολήπτες που θα μπαίνουν σε ρύθμιση θα δηλώνουν τα… πάντα, σε ένα άτυπο «φακέλωμα», όπως το χαρακτηρίζουν παράγοντες της αγοράς. Οι δαπάνες αυτές θα αντιπαρατίθενται με τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, έναν όρο που έχει περιγράψει η ΤτΕ από το 2013.
Η σύγκριση των εισοδημάτων με τα μηνιαία έξοδα κρίνει τη δόση που θα οριστεί. Στελέχη της αγοράς, ωστόσο, εκτιμούν πως υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός δανειοληπτών, για τους οποίους η «ζυγαριά» δεν δείχνει ξεκάθαρα αν μπορούν να πληρώσουν και όλα εξαρτώνται από το πόσο αξιόπιστες και ρεαλιστικές είναι οι παραδοχές για τις «εύλογες δαπάνες διαβίωσης». Προσθέτουν, δε, ότι αυτές έχουν υπολογιστεί με βάση τα εισοδήματα του 2013 και θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν.
Σε ότι αφορά την ένταξη στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, η ΤτΕ καθορίζει το πλαίσιο βάσει του οποίου θα υπολογίζεται η μέγιστη, η τρέχουσα και η μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, καθώς και ο προσδιορισμός του ποσού που θα λάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης.
Με άλλα λόγια, εφαρμόζεται μία διαδικασία που δεν υπήρχε στο παρελθόν με αποτέλεσμα να παραμένουν στάσιμες δεκάδες χιλιάδες υποθέσεις δανειοληπτών που περίμεναν υπομονετικά τη σειρά τους.
Για να γίνουν όλα αυτά, ο δανειολήπτης καλείται να συμπληρώσει μία φόρμα στην οποία περιλαμβάνονται τα μηνιαία εισοδήματά του από εργασία, σύνταξη, εκμετάλλευση ακινήτων, εταιρικές συμμετοχές, τόκους καταθέσεων και κάθε άλλη πηγή. Στη συνέχεια, αναφέρει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης για τον ίδιο και τα προστατευόμενα μέλη του.
Ο δανειολήπτης είναι αναγκασμένος να ενημερώσει τις αρχές για τα χρήματα που δαπανά μηνιαίως για είδη διατροφής, οινοπνευματώδη ποτά και καπνό, είδη ένδυσης και υπόδησης, στέγαση, υγεία, μεταφορές, επικοινωνίες, αναψυχή και πολιτισμό, εκπαίδευση, ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια και τέλος για φόρους.
Η συγκεκριμένη πρακτική εφαρμόζεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης, όμως οι συνθήκες στην παραπαίουσα ελληνική οικονομία είναι σίγουρα διαφορετικές από αυτές στην Αυστρία, τη Φινλανδία, τη Νορβηγία, ακόμη και την Ισπανία ή την Ιρλανδία.
Οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης προβλέπουν ότι δανειολήπτης με τετραμελή οικογένεια μπορεί να ρυθμίσει την οφειλή του αν το καθαρό μηνιαίο εισόδημά του ανέρχεται έως και 1.400 ευρώ – όπου καθαρό το εισόδημα μείον τους φόρους, τη δόση του δανείου ή το ποσό του ενοικίου για τους ενοικιαστές.
Για τη ρύθμιση των οφειλών με τις τράπεζες η διαδικασία που βασίζεται στον Κώδικα Δεοντολογίας θα έχει παρόμοιο χαρακτήρα, ωστόσο πολλά θα κριθούν από το… βαθμό συνεργασίας που επιδεικνύουν οι δανειολήπτες.
«Το καλύτερο που έχουν να κάνουν οι δανειολήπτες είναι να προσεγγίσουν την τράπεζα και να ζητήσουν τη ρύθμιση που τους ικανοποιεί. Δεν θα είμαστε χαλαροί, όμως οι οικονομικές συνθήκες έχουν αλλάξει σε σύγκριση με την αρχή της κρίσης και τις πρώτες απόπειρες ρύθμισης των δανείων και πλέον μπορούμε να κρίνουμε ποιος μπορεί και ποιος δεν μπορεί να πληρώσει με μεγαλύτερη ακρίβεια», δηλώνει στο liberal.gr, διευθυντικό στέλεχος τραπεζικής μονάδας διαχείρισης καθυστερήσεων.
Σημειώνεται ότι στην αρχή της κρίσης οι τράπεζες προχωρούσαν σε προσωρινές κυρίως ρυθμίσεις, ετήσιες ή διετείς κατά κύριο λόγο, με το σκεπτικό ότι αν τα πράγματα εξελίσσονταν θετικά για την οικονομία θα μπορούσαν να αξιολογήσουν καλύτερα την ικανότητα αποπληρωμής των δανείων. Η συνέχιση της κρίσης δημιούργησε ένα τεράστιο κύμα ρυθμίσεων πάνω στα ήδη ρυθμισμένα δάνεια και σήμερα με την αυστηροποίηση του πλαισίου για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ανοίγει ο δρόμος για μία πιο μόνιμη επίλυση των καθυστερήσεων, ότι και αυτό συνεπάγεται…