Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Τη σταδιακή κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης από το 2020, η οποία καθιερώθηκε με το άρθρο 29 του ν. 3986/2011 στα εισοδήματα άνω των δώδεκα χιλιάδων ευρώ των φυσικών προσώπων και η οποία θα έπρεπε να έχει καταργηθεί στα τέλη του 2014, ανακοίνωσε χθες ο πρωθυπουργός Κυριακός Μητσοτάκης. Συνολικά τα φυσικά πρόσωπα καταβάλλουν περί τα 1,2 δισ. ευρώ ετησίως ποσό το οποίο τα προηγούμενα χρόνια (για παράδειγμα το 2014) ξεπερνούσε τα 1,5 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή αναμένεται να ανακουφίσει τη μεσαία τάξη κυρίως η οποία τα προηγούμενα χρόνια σήκωσε το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής. Οπως παραδέχθηκε ο πρωθυπουργός τα εισοδήματα πάνω από 20.000 ευρώ έχουν περιορισμένες ελαφρύνσεις. Στο πλαίσιο αυτό δεσμεύθηκε να μειωθεί η εισφορά αλληλεγγύης χωρίς πάντως να δώσει περισσότερα στοιχεία.
Υπενθυμίζεται ότι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται στα εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ. Μάλιστα για την επιβολή της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου ή σχολάζουσας κληρονομιάς. Εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής ειδικής εισφοράς οι μακροχρόνια άνεργοι που είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, καθώς και όσοι λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον εν λόγω οργανισμό, εφόσον κατά τον χρόνο της βεβαίωσης δεν έχουν πραγματικά εισοδήματα.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται στο μεγαλύτερο ποσό μεταξύ:
- του συνολικού ετήσιου εισοδήματος που δηλώνει ο φορολογούμενος από όλες τις πηγές και
- του τεκμαρτού εισοδήματός του, το οποίο προκύπτει με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης (τις «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης» των άρθρων 30-34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).
Ο υπολογισμός της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα γίνει με βάση μια προοδευτική κλίμακα στην οποία ισχύουν συντελεστές:
0% για τα πρώτα 12.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος,
2,2% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από τα 12.001 έως τα 20.000 ευρώ,
5% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 20.001 έως 30.000 ευρώ,
6,5% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 30.001 έως 40.000 ευρώ,
7,5% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 40.001 έως και 65.000 ευρώ,
9% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 65.001 έως και 220.000 ευρώ και
10% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 220.001 ευρώ και πάνω.