Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Το ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κρατάει στα... χέρια της το μέλλον των τραπεζών που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης είναι γνωστό και έχει αποδειχθεί και κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης. Είναι, επίσης, γνωστό πως η ΕΚΤ έχει δείξει σε αρκετές περιπτώσεις το... πολιτικό της πρόσωπο, εξαντλώντας τα όρια της αυστηρότητας ή της ανοχής της.
Με τα «κόκκινα» δάνεια να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και τα κεφάλαια να αντλούνται με δυσκολία, η ΕΚΤ δείχνει να αλλάζει την ήπια στάση που πολλές φορές έχει επιδείξει. Πληροφορίες του liberal.gr, αναφέρουν ότι σκληραίνει η στάση της ΕΚΤ και του SSM προς όσες τράπεζες της Ευρωζώνης δεν συμμορφώνονται σε θέματα διαχείρισης κινδύνων, «κόκκινων» δανείων και κεφαλαιακής επάρκειας.
Οι σκελετοί... στις ντουλάπες μεγάλων τραπεζών όπως η Deutsche Bank, ή ιστορικών πιστωτικών ιδρυμάτων όπως η ιταλική Banca Monte dei Paschi di Siena, είναι γνωστοί και έχουν φέρει σε δύσκολη θέση τις εποπτικές Αρχές. Στην παρούσα φάση, ΕΚΤ και Κομισιόν προσπαθούν να καταλήξουν στα συστατικά της κρατικής διάσωσης της Monte Paschi, ενώ σειρά για μία «προληπτική ανακεφαλαιοποίηση» παίρνουν οι μικρότερες ιταλικές τράπεζες Banca Popolare di Vicenza και Veneto Banca, για τις οποίες δεν αποκλείεται ακόμη και η συγχώνευσή τους.
Εντούτοις, όπως φάνηκε και στην περίπτωση της Monte Paschi, η γραμμή που χωρίζει την κρατική διάσωση με το bail-in είναι λεπτή και δεδομένα λαμβάνει πολιτικές διαστάσεις. Επίσης, στη Φρανκφούρτη έχει γίνει αντιληπτό ότι τα προβλήματα των τραπεζών λαμβάνουν πανευρωπαϊκές διαστάσεις και από τη στιγμή που η οικονομική ανάπτυξη δεν αναμένεται να... βοηθήσει σημαντικά, τουλάχιστον για την επόμενη τριετία, θα πρέπει να υπάρξει ένα ευρύτερο σχέδιο αναδιάρθρωσης του κλάδου, με γνώμονα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Αναλυτές εκτιμούν ότι δεν είναι απίθανο να ζήσουμε μέσα στους επόμενους μήνες και χρόνια ένα σοβαρό τραπεζικό επεισόδιο στην Ευρώπη, όπως το... άδοξο, αλλά οργανωμένο, τέλος ενός τραπεζικού κολοσσού ή τη μεγάλη και συντονισμένη συρρίκνωση ενός ολόκληρου τραπεζικού κλάδου. Μία τέτοια απόφαση, ωστόσο, θα επηρεαστεί από τους πολιτικούς συσχετισμούς και το παράδειγμα της Monte Paschi είναι ενδεικτικό.
Αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη διεξάγεται ένα πολυσύνθετο πολιτικοοικονομικό παιχνίδι... επιβίωσης και οι τράπεζες βρίσκονται στο επίκεντρο καθώς αποτελούν τα κεντρικά γρανάζια του μηχανισμού «αιμοδοσίας» της πραγματικής οικονομίας.
Το σίγουρο είναι ότι ο δρόμος για την τραπεζική ενοποίηση δεν είναι στρωμένος με... ροδοπέταλα. Εκτός από τα εμπόδια που θα πρέπει να ξεπεραστούν σε πολιτικό επίπεδο, οι τράπεζες που θα καταφέρουν να φτάσουν στον τελικό προορισμό θα είναι πολύ λιγότερες σε αριθμό απ'' ότι σήμερα. Αυτή είναι η αντίληψη που κυριαρχεί στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, όπως η Φρανκφούρτη και οι Βρυξέλλες.
Πηγές με γνώση των διεργασιών στην ΕΚΤ αναφέρουν ότι η απόφαση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι ειλημμένη: «Όποιες τράπεζες δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα καλύτερα θα είναι να κλείσουν», είναι η άτυπη ντιρεκτίβα που εκτός από το ότι δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού, ικανοποιεί παράλληλα τη γερμανική πλευρά, η οποία αντιτίθεται στην επιτάχυνση της τραπεζικής ενοποίησης, όσο υπάρχουν τράπεζες με αβέβαιο μέλλον. Αυτό που μένει να αποδειχθεί είναι το κατά πόσο η ΕΚΤ θα λειτουργήσει μόνο με γνώμονα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αν θα συνεχίσει να εξαντλεί σε συγκεκριμένες περιπτώσεις την αυστηρότητά της και σε άλλες την ανοχή της...
Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Mario Draghi τον περασμένο Σεπτέμβριο. Ο Ιταλός «κάρφωσε» τις τράπεζες που κατηγορούν την ΕΚΤ για το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, υποστηρίζοντας ότι ένας από τους βασικούς παράγοντες που ευθύνονται για τα μειωμένα κέρδη είναι ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός τραπεζών που δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά. Γερμανοί και Ιταλοί τραπεζίτες έχουν προβεί σε ανάλογες δηλώσεις, υποδηλώνοντας μία τάση που αναμένεται να κυριαρχήσει μεσοπρόθεσμα.
Με την Οδηγία του bail-in που προβλέπει τη συμμετοχή ακόμη και των καταθετών με καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ στις διασώσεις τραπεζών, το γιγαντιαίο project της συρρίκνωσης του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αλλά και κινδύνους. Στο μεταξύ, οι ευρωπαϊκές τράπεζες καλούνται να μειώσουν τα «κόκκινα» δάνεια κυρίως μέσω της δημιουργίας μίας λειτουργικής αγοράς προβληματικών χορηγήσεων.
Σημειώνεται ότι για το κλείσιμο των τραπεζών που δεν θα καταφέρουν να επιβιώσουν έχει συσταθεί το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (Single Resolution Board), το οποίο αποτελείται από εκπροσώπους της Κομισιόν, της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών.
Οι ελληνικές τράπεζες, από την πλευρά τους, έχουν ήδη περάσει από τρεις γύρους ανακεφαλαιοποίησης και διαθέτουν ισχυρούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αν και μεγάλο ποσοστό των κεφαλαίων τους αναλογούν στον αναβαλλόμενο φόρο. Καλούνται, παράλληλα, να φέρουν εις πέρας ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο, αυτό της μείωσης των «κόκκινων» δανείων κατά περίπου 40% σε περιβάλλον αβέβαιης οικονομικής ανάπτυξης.
Η νέα πιο αυστηρή στάση των ρυθμιστικών Αρχών συνεπάγεται πως οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να δείξουν απτά αποτελέσματα στη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και να προχωρήσουν ταχύτατα στην ολοκλήρωση των σχεδίων αναδιάρθρωσης. Έτσι θα καταφέρουν να περάσουν χωρίς προβλήματα τα stress tests του 2018 και να δουν με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον. Το γεγονός αυτό καθιστά ακόμη πιο σημαντικές τις προειδοποιήσεις των τραπεζών για την αναποτελεσματικότητα του σχεδίου νόμου που έχει κατατεθεί στη Βουλή για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, καθώς εκτιμάται ότι ένας δυσλειτουργικός νόμος μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα ενόψει των stress tests.
Οι μακροοικονομικές συνθήκες και η πολιτική κατάσταση στη χώρα, αποτελούν σύμφωνα με τους αναλυτές που καλύπτουν τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές, δύο από τους βασικότερους κινδύνους.