Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Επιμένει αμερικανικά η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων υιοθετώντας πρακτικές που μπορούν να φέρουν πραγματικά αποτελέσματα στην προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγή. Μέχρι τώρα η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι και η φοροδιαφυγή παραμένει στα ύψη. Ενας από τους λόγους βέβαια που και οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών βρίσκονταν σε αυτή την κατάσταση είναι και η κακή κατάσταση της οικονομίας τα προηγούμενα χρόνια αλλά και οι μισθοί που συρρικνώθηκαν, εξέλιξη που οδήγησε στη μείωση του κινήτρου για ελέγχους σε βάθος.
Τα τελευταία χρόνια η φοροδιαφυγή οργιάζει. Οι απώλειες ΦΠΑ ξεπερνούν τα 6 δις. ευρώ, η φοροδιαφυγή στα καύσιμα υπολογίζεται στα 300-500 εκατ. ευρώ ετησίως, στα καπνικά στα 700 εκατ. ευρώ, ενώ στα αλκοολούχα ποτά δεν έχουν προσδιορισθεί.
Η φορολογική διοίκηση εκσυγχρονίζεται. Και πλέον υιοθετεί νέες μεθόδους που χρησιμοποιεί και η αμερικανική εφορία. Συγκεκριμένα η εφορία βάζει στην φαρέτρα της νέες ελεγκτικές διαδικασίες από τις οποίες θα μπορούν οι αρχές να αναγνωρίζουν εάν υπάρχει αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη. Οι τεχνικές αυτές είναι σύνθετες καθώς αφορούν τον έλεγχο της σχέσης της τιμής πώλησης των αγαθών ή υπηρεσιών προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών και την τεχνική των αναλογιών. Κοινό στοιχείο των δύο νέων έμμεσων τεχνικών ελέγχου, είναι ότι στοχεύουν στον εντοπισμό του πραγματικού τζίρου των επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου δίνεται στη δημοσιότητα το σχέδιο νόμου με νέες διατάξεις τόσο για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής όσο και τους λαθρεμπορίου. Επιτέλους μετά από 10 χρόνια θα λειτουργήσει το σύστημα εισροών- εκροών σε όλο το κύκλο της αλυσίδας των καυσίμων.
Με τις δυο νέες έμμεσες τεχνικές ελέγχου θα επιτευχθούν τα εξής:
1. Με την μέθοδο αυτή προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, οι εκροές και τα φορολογητέα κέρδη του ελεγχόμενου προσώπου βάσει αναλογιών και ιδίως, του περιθωρίου μικτού κέρδους. Κατόπιν επαλήθευσης του κόστους πωληθέντων/παρεχόμενων υπηρεσιών και ανάλυσης στοιχείων και πληροφοριών από το ελεγχόμενο πρόσωπο ή και από τρίτες πηγές, προσδιορίζεται με αξιόπιστο τρόπο το πραγματικό περιθώριο μικτού κέρδους, το οποίο εφαρμοζόμενο στο κόστος πωληθέντων/παρεχόμενων υπηρεσιών, οδηγεί στον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα του ελεγχόμενου προσώπου. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται ιδίως σε επιχειρήσεις των οποίων το απόθεμα είναι ελεγχόμενο ή μπορεί να προσδιοριστεί με αξιόπιστο τρόπο ή οι αγορές μπορούν εύκολα να κατανέμονται σε ομάδες με το ίδιο ή παρόμοιο ποσοστό περιθωρίου κέρδους. Μπορεί να αξιοποιηθεί από τους ελεγκτές για έλεγχο σε κάβες, σε εστιατόρια- ταβέρνες, σε πρατήρια καυσίμων, σε κοσμηματοπωλεία. Η βάση του ελέγχου είναι το κόστος αγοράς των αγαθών προς πώληση π.χ. τα ποτά για ένα εστιατόριο. Το «κλειδί» είναι το περιθώριο κέρδους που ο ελεγκτής θα χρησιμοποιήσει, έτσι ώστε να καταλήξει στα ακαθάριστα έσοδα του ελεγχόμενου.
2. Με τη μέθοδο σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών θα προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα αξιοποιώντας τη σχέση της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών. Επί του συνολικού όγκου του κύκλου εργασιών, ο οποίος προσδιορίζεται είτε από τα λογιστικά αρχεία του ελεγχόμενου προσώπου είτε από τρίτες πηγές, εφαρμόζεται η τιμή πώλησης ανά μονάδα προϊόντος/υπηρεσίας προκειμένου να προσδιοριστούν τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ο συνολικός όγκος του κύκλου εργασιών δύναται να προσδιορισθεί κατόπιν εύρεσης σχέσεων μεταξύ των εισροών (προϊόντων και υπηρεσιών) που απαιτούνται ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος/ παρεχόμενης υπηρεσίας του ελεγχόμενου προσώπου.
Η μέθοδος της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών εφαρμόζεται ιδίως για τον προσδιορισμό της πραγματικής φορολογικής υποχρέωσης όταν: α) δύναται να προσδιορισθούν οι εισροές που αναλώνονται ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος/παρεχόμενης υπηρεσίας και είναι γνωστή η τιμή πώλησης ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος/παρεχόμενης υπηρεσίας. β) το ελεγχόμενο πρόσωπο έχει περιορισμένα είδη προϊόντων ή παρεχόμενων υπηρεσιών, με σχετικά σταθερές τιμές πώλησης/αμοιβές σε όλη τη φορολογική περίοδο. Εδώ η βάση είναι ο αριθμός των αγαθών που πουλήθηκαν ή παράχθηκαν π.χ. πόσες φρατζόλες ψωμί μπορούν να παρασκευασθούν από μια ποσότητα αλεύρων, πόσα ποτά μπορούν να πωληθούν από ένα μπουκάλι ουίσκι και η σύγκριση γίνεται με τον αριθμό των δηλωμένων.