Το φαινόμενο της ανόδου των τιμών εξελίσσεται σε χιονοστιβάδα και αναγκάζει τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τόσο πολύ τα επιτόκια πάνω από το στόχο που οι ίδιες θέτουν, έτσι ώστε να προκαλέσουν επίτηδες ύφεση για να καταπολεμήσουν την ακρίβεια. Αυτό είναι το δυσμενές σενάριο που εξετάζουν σήμερα οι αναλυτές για την εξέλιξη του πληθωρισμού. Είναι επίσης ο βασικός κίνδυνος για την ελληνική και την παγκόσμια οικονομία στη νέα κανονικότητα που θα βιώσουμε στη μετά την πανδημία εποχή. Ορισμένοι, μάλιστα, αναλυτές, εκτιμούν ότι η επόμενη ύφεση δεν θα αργήσει να έρθει και τοποθετούν την έναρξή της το φθινόπωρο του 2023 από τις ΗΠΑ.
Για την Ελλάδα, μία τέτοια εξέλιξη θα είχε πολλαπλές επιπτώσεις. Μετά από μία δεκαετία ύφεσης, η ελληνική οικονομία… σχεδίαζε να ανακτήσει σημαντικό μέρος του ΑΕΠ που έχασε την περίοδο 2010-2017, μέσω της αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και της προσέλκυσης ξένων επενδύσεων. Αν η αμερικανική οικονομία βρεθεί σε ύφεση, θα προκληθεί ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων που θα χτυπήσει την ελληνική οικονομία στο χειρότερο σημείο, σε μία περίοδο που θα καταβάλλει τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια για να επανέλθει στο επίπεδο ΑΕΠ του 2007.
Οι επενδυτές παγκοσμίως δείχνουν να εισέρχονται σε μία νέα φάση αβεβαιότητας και διστάζουν να αναλάβουν εύκολα ρίσκα, παρά το διαφαινόμενο τέλος της πανδημίας. Διότι μετά από την απίστευτη διοχέτευση ρευστότητας στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι ενέσεις φθηνού χρήματος φτάνουν στο τέλος τους. Αρκεί να πούμε ότι από το 2008 έως το 2014, η Fed αγόρασε ομόλογα αξίας άνω των 3,5 τρισ. δολαρίων, ποσό τριπλάσιο του συνολικού χρήματος που είχε τυπώσει στα πρώτα 95 χρόνια της ύπαρξής της.
Την ίδια ώρα, οι αποτιμήσεις όλων σχεδόν των assets έχουν φουσκώσει και το ιδιωτικό και δημόσιο χρέος βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Ολοένα και περισσότεροι σχολιαστές θυμούνται την περίοδο του «Μεγάλου Πληθωρισμού» 1965-1982, όταν ο τότε διοικητής της Fed (1979-1987), Πολ Βόλκερ, αναγκάστηκε να αυξήσει τα επιτόκια έως το 20% για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, με αποτέλεσμα η αμερικανική οικονομία να πέσει σε ύφεση την περίοδο 1981-82.
Όπως προειδοποιεί ο Αμερικανός οικονομολόγος και πρώην στέλεχος της Fed, Τόμας Χόενινγκ, κινδυνεύουμε να ζήσουμε το σκάσιμο της φούσκας που έλαβε χώρα μετά την αύξηση των επιτοκίων από τον Βόλκερ.
Μία σύγκριση αρκεί. Το ομοσπονδιακό χρέος των ΗΠΑ διαμορφωνόταν στο 24% του ΑΕΠ όταν ο Βόλκερ ανέλαβε τα ηνία της Fed το 1979. Λίγο πριν το τέλος του 2021 έφτασε στο 96% του ΑΕΠ, ενώ το εταιρικό χρέος στις ΗΠΑ εκτιμάται στα 11,4 τρισ. δολάρια, σχεδόν διπλάσιο από την εποχή λίγο πριν τη Μεγάλη Ύφεση. Αν ο πληθωρισμός μείνει σε υψηλό επίπεδο για πολύ, δεν θα αργήσει να επηρεάσει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και να πλήξει κυβερνήσεις και επιχειρήσεις.
Στην παρούσα φάση όλα αυτά είναι σενάρια, όμως με τον πληθωρισμό να καλπάζει και να διαψεύδει κάθε μήνα τις προσδοκίες, το βασικό σενάριο συνεχώς χειροτερεύει. Ο Ιανουάριος ήταν ο πιο «καυτός» μήνας για τον πληθωρισμό, μέχρι τον επόμενο. Στις ΗΠΑ εκτινάχθηκε στο 7,5% που είναι το υψηλότερο επίπεδο από το 1982, στην Ευρωζώνη ανήλθε στο 5,1% που είναι υψηλό της εποχής του ευρώ, ενώ στην Ελλάδα έφτασε στο 6,1%. Χθες, έγινε γνωστό ότι στη Μ. Βρετανία ο πληθωρισμός αναρριχήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών, στο 5,5%, καθώς η επίδραση του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους πέρασε σε προϊόντα και υπηρεσίες, συρρικνώνοντας ακόμη περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Στη Μ. Βρετανία μιλούν για μια νέα κρίση, η οποία σχετίζεται με το δυσβάσταχτο κόστος διαβίωσης, αφού οι τιμές αυξάνονται συνεχώς σε ρούχα, παπούτσια, έπιπλα και όλων των ειδών τις υπηρεσίες, για 13ο διαδοχικό μήνα. Δεν αναμένεται μάλιστα να σταθεροποιηθούν πριν τον Απρίλιο με τον πληθωρισμό να εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 7%. Ήδη, επαγγελματικοί φορείς κάνουν λόγο για ένα ντόμινο εταιρικών «λουκέτων» που δεν θα αργήσει να πλήξει την οικονομία και να εκτροχιάσει την ανάπτυξη πριν προλάβει ο πλανήτης να αφήσει πίσω του την μεγάλη κρίση της πανδημίας.
Όπως αναφέρει σε νέα έκθεσή της για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας στη μετά την πανδημία εποχή η αμερικανική τράπεζα Citi, ο πληθωρισμός είναι ο μεγάλος κίνδυνος για την οικονομία, αν και υπάρχουν και άλλες εστίες ανησυχίας, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις και το δημογραφικό. «Ο κυρίαρχος κίνδυνος είναι η πιθανότητα το υφιστάμενο πληθωριστικό επεισόδιο να αποδειχθεί πιο σφοδρό από ότι αναμένεται, βάζοντας τις κεντρικές τράπεζες στη δυσάρεστη θέση να δεχθούν τον πληθωρισμό πάνω από τον στόχο ή να οδηγήσουν την οικονομία σε ύφεση για να κοπάσουν οι πληθωριστικές πιέσεις», σημειώνει.