Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Την Παρασκευή 3 Μαΐου οι αγορές έκλεισαν σε πολύ καλό κλίμα με τον S&P 500 να ολοκληρώνει την εβδομάδα στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών στις 2.945,64 μονάδες. Ποιος θα περίμενε ότι το ξημέρωμα της Δευτέρας θα τις έβρισκε σε ταραχή και με το φόβο πλήρους γενίκευσης του εμπορικού πολέμου. Η διαφορά μεταξύ των δύο καταστάσεων ήταν ένα μόνο – δύο για την ακρίβεια - tweet του Ντόναλντ Τραμπ.
Εκεί που όλοι περίμεναν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος κατάφερε να ταρακουνήσει την Κίνα και να την κάνει να υπογράψει μία εμπορική συμφωνία που θα είναι περισσότερο στα μέτρα των ΗΠΑ, οι παγκόσμιες αγορές δέχθηκαν ένα αναπάντεχο και ηχηρό χτύπημα. Είτε πρόκειται για μία από τις συνήθεις μπλόφες του Ντόναλντ Τραμπ είτε για πραγματική κατάρρευση των διαπραγματεύσεων για τη λήξη του εμπορικού πολέμου, το θέμα είναι ότι οι αγορές πανικοβλήθηκαν και οι ακραίες ανησυχίες του δεύτερου μισού του 2018 επέστρεψαν.
Κανείς δεν είναι βέβαιος αν ο Τραμπ εννοεί αυτά που λέει. Άλλωστε, είναι γνωστό πλέον ότι ο Αμερικανός πρόεδρος μπορεί με ένα tweet να προκαλέσει σεισμικές δονήσεις στα παγκόσμια χρηματιστήρια. Αυτό έκανε και το βράδυ της Κυριακής 5 Μαΐου, όταν απείλησε την Κίνα ότι θα αυξήσει έως την ερχόμενη Παρασκευή τους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα ύψους 200 δισ. δολαρίων στο 25% από 10% που ισχύει σήμερα.
Με... απλά μαθηματικά, ο Τραμπ ενημέρωσε την αμερικανική και παγκόσμια κοινή γνώμη ότι οι δασμοί σε κινεζικά προϊόντα είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η οικονομία των ΗΠΑ «καλπάζει» τελευταία. Ο Λευκός Οίκος έχει επιβάλλει δασμούς 25% σε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας ύψους 50 δισ. δολαρίων και 10% σε άλλα κινεζικά προϊόντα ύψους 200 δισ. δολαρίων. Αυξάνοντας, λοιπόν, τους δασμούς στη μεγάλη πίτα από 10% σε 25% το όφελος για την αμερικανική οικονομία μεγαλώνει. Τόσο απλά...
Είναι αλήθεια ότι τα έσοδα από δασμούς έχουν εκτιναχθεί από 3,5 δισ. δολάρια το μήνα σε 6,6 δισ. δολάρια και η αμερικανική οικονομία «τρέχει» με 2,9% τα τελευταία τρίμηνα. Όμως αναλυτές της Oxford Economics διαφωνούν, τονίζοντας ότι οι δασμοί όχι μόνο δεν δίνουν ώθηση στην οικονομία των ΗΠΑ αλλά την συγκρατούν. Αυτό που έχουν καταφέρει οι δασμοί είναι να αναγκάσουν τους Κινέζους να διαπραγματευτούν.
Σύμφωνα με την Morgan Stanley, το βασικό σενάριο είναι ότι οι δύο πλευρές θα καταλήξουν σε συμφωνία για τη σταδιακή άρση των δασμών, ωστόσο τα εμπόδια για το ελεύθερο εμπόριο θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Επιπλέον, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την επιβολή νέων δασμών στο πλαίσιο της διελκυστίνδας πριν την τελική συμφωνία. Και αυτή είναι μία πραγματική και ορατή ανησυχία που στοιχειώνει τις αγορές.
Ακόμη και αν δεν επιβληθούν νέοι δασμοί, η Morgan Stanley εκτιμά ότι και μόνο η πιθανότητα μιας τέτοιας εξέλιξης θα επηρεάσει σημαντικά επενδύσεις ρίσκου. Όπως σημειώνει σε χθεσινή της έκθεση, η ρητορική των ΗΠΑ σχετίζεται περισσότερο με την στρατηγική ενόψει των τελικών συνομιλιών στην Ουάσινγκτον και λιγότερο με την πιθανότητα αδιεξόδου.
«Με τα δημοσιεύματα να αναφέρουν ότι η συμφωνία είναι κοντά και την πρόσφατη κριτική για αμερικανικές παραχωρήσεις σε θέματα βιομηχανικά και του κυβερνοχώρου, μία τέτοια τακτική πίεσης εξυπηρετεί δύο σκοπούς για την κυβέρνηση των ΗΠΑ: να επιταχύνει την επίτευξη συμφωνίας και να ενισχύσει την αντίληψη για την διαπραγματευτική της ισχύ. Αυτό θα σήμαινε ότι η πρόοδος συνεχίζεται και η επιβολή νέων δασμών θα μπορούσε να αποφευχθεί μετά από μικρές παραχωρήσεις στις επαφές αυτής της εβδομάδας», σημειώνει η Morgan Stanley.
Για μία ακόμη φορά οι αγορές υποχρεώθηκαν σε πτώση μετά από μια αιφνιδιαστική κίνηση του Τραμπ, ενώ το χρηματιστήριο της Σαγκάης ήταν σαν να δέχθηκε... πύραυλο. Ο βασικός δείκτης Shanghai Composite κατέρρευσε με πτώση 5,6%. Ήταν η χειρότερη συνεδρίαση από τον Φεβρουάριο του 2016 για τον κινεζικό δείκτη, ο οποίος υποχώρησε κάτω από τις 3.000 μονάδες παρά την ενεργοποίηση κρατικών κεφαλαίων για να αντιμετωπιστούν οι μαζικές ρευστοποιήσεις.
Το Πεκίνο προσπάθησε να μετριάσει τις ανησυχίες ανακοινώνοντας ότι προετοιμάζεται κανονικά για τις συνομιλίες με τις ΗΠΑ αυτή την εβδομάδα στην Ουάσινγκτον, θέλοντας να δείξει ότι δεν κατέρρευσαν οι διαπραγματεύσεις, ενώ η κεντρική τράπεζα της χώρας ανακοίνωσε ότι θα μειώσει το ελάχιστο όριο αποθεματικών για τις μικρές τράπεζες, ξεκλειδώνοντας ρευστότητα ύψους 280 δισ. γουάν. Τίποτα όμως δεν μπορούσε να σταματήσει την κατρακύλα...
Τα χρηματιστήρια σε Φρανκφούρτη, Παρίσι και Μιλάνο έφτασαν να υποχωρούν έως και άνω του 2%, ενώ η απόδοση των γερμανικών 10ετών ομολόγων βρέθηκαν – έστω προσωρινά – ξανά σε αρνητικό έδαφος.
Αν, λοιπόν, η αμερικανική οικονομία ετοιμάζεται να ζήσει ημέρες δόξας και ευημερίας, όπως υποστηρίζει ο Τραμπ, τότε γιατί οι αμερικανικοί δείκτες υποχωρούν από τα ιστορικά υψηλά που κατέγραφαν όσο συντηρούνταν οι ελπίδες επίτευξης συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας;
Αναλυτές εκτιμούν ότι αυξάνεται ο κίνδυνος οι αγορές να γίνουν και πάλι «υπερευαίσθητες» στο θέμα του εμπορικού πολέμου και μάλιστα όχι μόνο στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας αλλά ευρύτερα. Η UBS δίνει πιθανότητα 30% να καταρρεύσουν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών, εκτιμώντας ότι αν κλιμακωθούν οι εμπορικές εντάσεις όσο οι ΗΠΑ θα εισέρχονται σε έτος εκλογών τόσο οι επενδυτές θα εγκαταλείπουν τις επενδύσεις ρίσκου για ασφαλή καταφύγια. Στην περίπτωση δε, που η κινεζική αντιπροσωπεία ακυρώσει την προγραμματισμένη επίσκεψή της στην Ουάσινγκτον, τότε το πιθανότεροι σενάριο είναι να βιώσουμε μια έκρηξη μεταβλητότητας.