Του Βασίλη Γεώργα
Έχουν οι ανατιμήσεις στην αγορά ταξικό πρόσημο; Δυστυχώς έχουν, όταν προέρχεται από φόρους που επιβαρύνουν τα καθημερινά έξοδα εκατομμυρίων νοικοκυριών για φαγητό, νοσοκομειακή περίθαλψη και φάρμακα.
Μολονότι πρώτο μέλημα μιας κυβέρνησης της Αριστεράς -που υποτίθεται πως έχει μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία από «τους άλλους»- θα έπρεπε να ήταν η συμβολή της, ώστε να κρατηθούν σε υποφερτά επίπεδα οι τιμές στα τρόφιμα, στα φαρμακευτικά σκευάσματα και στα είδη πρώτης ανάγκης, παραδόξως εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ υφίστανται μια συγκλονιστική ήττα.
Όχι μόνο δεν κατάφερε να ανατρέψει την πραγματικότητα της ακρίβειας ή της επιχειρηματικής εκμετάλλευσης και του «ελεγχόμενου» ανταγωνισμού που εξακολουθεί να νοθεύει την αγορά εδώ και χρόνια, αλλά το τελευταίο δωδεκάμηνο της περήφανης διαπραγμάτευσης που κατέληξε στο τρίτο μνημόνιο και στο νέο φορολογικό μπαράζ, άνοιξε με τη σειρά του την πόρτα σε ένα πανίσχυρο νέο κύμα ακρίβειας, το οποίο πλήττει ακριβώς αυτές τις κοινωνικά πιο αδύναμες ομάδες πολιτών μέσα από τις διαρκείς ανατιμήσεις που γίνονται στα είδη διατροφής και στα φάρμακα.
Αυτές οι δύο βασικές κατηγορίες ειδών πρώτης ανάγκης είναι οι κύριες που επηρεάζονται από τις αλλεπάλληλες αυξήσεις του ΦΠΑ σε μια περίοδο διαρκούς συμπίεσης των εισοδημάτων. Δίπλα τους, όμως, προστίθενται και μια σειρά από άλλες, όπως οι μετακινήσεις και οι τηλεπικοινωνίες που επίσης ανεβάζουν το κόστος ζωής.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δημοσιοποιήθηκαν χθες για την πορεία των τιμών τον τελευταίο χρόνο έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι η κοινωνική ευαισθησία πάει περίπατο μπροστά στην στρατηγική πολιτική επιλογή να φορτωθούν νέοι φόροι στις πλάτες πλουσίων και φτωχών. Τον τελευταίο χρόνο και ενώ η χώρα διανύει πλέον τον 41ο συνεχόμενο μήνα αρνητικού πληθωρισμού (ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2013), σχεδόν όλα τα απαραίτητα αγαθά και υπηρεσίες πήραν την ανιούσα.
Να μιλήσουμε με μερικά παραδείγματα για τα τρόφιμα; Το ψωμί αυξήθηκε κατά 2,4%, τα νωπά λαχανικά κατά 13,2%, το μοσχάρι κατά 2,4%, τα ψάρια κατά 1,5% τα έλαια κατά 9,6%, τα ζαχαρώδη κατά 5,1%, ο καφές 7,2% και τα λοιπά τρόφιμα κατά 6,7%. Δεν είναι να περηφανεύεται κανείς για το επίτευγμα ότι αυξήθηκαν οι τιμές στα τρόφιμα σε μια περίοδο, που η ύφεση πολλαπλασιάστηκε και τα εισοδήματα συμπιέστηκαν ακόμη περισσότερο. Είναι, όμως, το αποτέλεσμα κυρίως της απόφασης της ελληνικής κυβέρνησης να μετακινήσει πέρυσι το καλοκαίρι μια σειρά από σημαντικά τρόφιμα από τον συντελεστή ΦΠΑ 13% στο 23% και εν συνεχεία να αυξήσει ξανά φέτος τον Ιούνιο τον συνολικό συντελεστή στο 24%.
Ούτε αποτελεί «παράσημο» για την Αριστερά, όταν ανακοινώνεται ότι από πέρυσι τον Ιούνιο μέχρι φέτος τον Ιούλιο οι αυξήσεις στον τομέα της Υγείας έφτασαν στο 3,4%, με τις τιμές των φαρμακευτικών προϊόντων να αυξάνονται κατά 5,6% και τα τιμολόγια των νοσοκομείων και των κλινικών κατά 6,7%. Και στην περίπτωση της Υγείας, οι αυξήσεις των φόρων που εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο του τρίτου μνημονίου, πέρασαν στους καταναλωτές. Τον Φεβρουάριο του 2016 πολλά φάρμακα και σκευάσματα επιβαρύνθηκαν με συντελεστή 13% αντί του χαμηλού 6% που είχαν πριν από την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου ενώ νωρίτερα είχε αυξηθεί και η φορολογία για τις κλινικές από το 13% στο 23%.
Ας μην «τσιμπάμε», όμως, πλέον ούτε με τον αποπληθωρισμό που τρέχει με 1% φέτος. Αν δεν ήταν η μεγάλη πτώση των διεθνών τιμών του πετρελαίου που έχει οδηγήσει σε μεγάλη πτώση τις τιμές των καυσίμων τον τελευταίο χρόνο (Πετρέλαιο θέρμανσης -22%, φυσικό αέριο -16,7% πετρέλαιο κίνησης -10,5% κλπ.), η Ελλάδα της ύφεσης θα κατατρύχονταν από πληθωρισμό και συνεπώς ακόμη μεγαλύτερη ακρίβεια.
Η μείωση των ενεργειακών προϊόντων, όμως, δεν είναι ένα επίτευγμα που οφείλεται σε κυβερνητικές πρωτοβουλίες, αλλά στις διεθνείς αγορές. Και ενώ έχει ωφελήσει τα μέγιστα την τσέπη των καταναλωτών και την πορεία της οικονομίας αποτρέποντας μια ακόμη βαθύτερη ύφεση, τα οφέλη έχουν ημερομηνία λήξης όταν τον προσεχή Ιανουάριο, θα εφαρμοστεί η νέα αύξηση στους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης που αποφάσισε η κυβέρνηση στα καύσιμα…