Μπορεί η επέλαση της μετάλλαξης να μην επιβαρύνει ακόμη τα συστήματα υγείας των χωρών-μελών της ΕΕ, επιδρά ωστόσο αρνητικά στην ψυχολογία της οικονομίας. Όσο τα κρούσματα θα αυξάνονται, τόσο και η οικονομία θα γίνεται πιο νευρική και οι πολιτικοί θα αναγκάζονται να πάρουν μέτρα, επισκιάζοντας το κλίμα αισιοδοξίας. Την άποψη αυτή εκφράζει στο liberal ο γνωστός Γερμανός οικονομολόγος Ντάνιελ Γκρος.
Ερωτηθείς για την Ελλάδα, απαντά ότι ο τουρισμός θα είναι αρνητικός παράγοντας για την φετινή της ανάπτυξη. Στο καλό σενάριο συμμερίζεται τις εκτιμήσεις για ρυθμούς 4%, ωστόσο σημειώνει ότι είναι οι ελάχιστοι δυνατοί που θα μπορούσε να πετύχει η χώρα, μπροστά και στην περυσινή μεγάλη ύφεση, καλύπτοντας ένα κομμάτι της απώλειας του 2020.
Όσον αφορά τα ρίσκα για την διεθνή οικονομία, παραμένουν, σύμφωνα με τον διευθυντή του think tank Centre for European Policy Studies (CEPS). «Και μόνο ο καθημερινός «βομβαρδισμός» με ειδήσεις για την πορεία της μετάλλαξης, τον αριθμό των νέων κρουσμάτων, τα μέτρα που σκέφτεται να πάρει μια κυβέρνηση, επισκιάζουν το κλίμα αισιοδοξίας. Ακόμη και όταν η ζημιά στην οικονομία από αυτή καθ' εαυτή τη μετάλλαξη δεν είναι μεγάλη, εντούτοις μπορεί να γίνει από το αρνητικό κλίμα που προκαλείται», τονίζει με νόημα.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Πόσο εκτιμάτε ότι θα πληγεί από την επέλαση των μεταλλάξεων η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας;
Τα καλά νέα είναι ότι το νέο στέλεχος του κορονοϊού χτυπά τις νεαρότερες ηλικίες, επομένως δεν έχουμε αύξηση στις νοσηλείες και στους θανάτους. Ο κίνδυνος είναι η επίπτωση αυτού του νέου κύματος στο ψυχολογικό κομμάτι της οικονομίας. Μπορεί η επέλαση της μετάλλαξης να μην επιβαρύνει τα συστήματα υγείας των χωρών-μελών της ΕΕ, επιδρά ωστόσο αρνητικά στην ψυχολογία της αγοράς. Όσο αυξάνονται τα κρούσματα, τόσο η οικονομία θα γίνεται πιο νευρική και οι πολιτικοί θα αναγκάζονται να πάρουν μέτρα. Τίποτα δεν μπορεί να αποκλείσει φυσικά η επόμενη μετάλλαξη να είναι πιο ισχυρή από τα διαθέσιμα εμβόλια.
Τι κινδύνους εγκυμονεί για τις χώρες του Νότου που εξαρτώνται από τον τουρισμό η αύξηση κρουσμάτων και η πορεία της μετάλλαξης;
Οι κίνδυνοι είναι προφανείς. Μεταφράζονται σε λιγότερο τουρισμό από τον αναμενόμενο. Κάποιοι Ευρωπαίοι θα είναι και φέτος πιο επιφυλακτικοί να ταξιδέψουν. Στη περίπτωση της Ελλάδας, οι εξελίξεις στον τουρισμό θα είναι αρνητικός παράγοντας για την φετινή της ανάπτυξη. Όχι όμως και για το σύνολο της Ευρωζώνης.
Πόσο σοβαρές επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει αυτό στο φετινό ρυθμό ανάπτυξης ; Οι εκτιμήσεις μιλούν για ανάπτυξη γύρω στο 4%...
Ρυθμοί 4%, όπως αυτοί των προβλέψεων για την φετινή πορεία ανάπτυξης της Ελλάδας είναι σωστοί ως εκτιμήσεις. Είναι όμως οι ελάχιστοι δυνατοί που θα μπορούσε να πετύχει η χώρα, μπροστά και στην περυσινή μεγάλη ύφεση. Καλύπτουν μόνο ένα κομμάτι της απώλειας του 2020.
Είναι γνωστό ότι ένα μεγάλο κομμάτι της οικονομίας είναι ψυχολογία. Και μόνο ο καθημερινός «βομβαρδισμός» με ειδήσεις για την πορεία της μετάλλαξης, τον αριθμό των νέων κρουσμάτων, τα μέτρα που σκέφτεται να πάρει μια κυβέρνηση, επισκιάζουν το κλίμα αισιοδοξίας. Ακόμη και όταν η ζημιά στην οικονομία από αυτή καθ' εαυτή τη μετάλλαξη δεν είναι μεγάλη, εντούτοις μπορεί να γίνει από το αρνητικό κλίμα που προκαλείται. Πόσω μάλλον για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, της οποίας η βαριά βιομηχανία δεν είναι οι εξαγωγές, όπως στη Γερμανία, αλλά ο τουρισμός. Η οικονομία, όπως σας είπα, είναι ψυχολογία.
Τι σημαίνει η χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ να αλλάξει το στόχο για τον πληθωρισμό ;
Καταρχήν, το γεγονός ότι η ΕΚΤ αποφάσισε ο νέος στόχος για τον πληθωρισμό να ορίζεται σε συμμετρική βάση και όχι σε λογική μέσου όρου, δίνει στον εαυτό της το δικαίωμα να κρατήσει αμετάβλητα τα επιτόκια ακόμη και αν ο πληθωρισμός αγγίξει ή και ξεπεράσει πρόσκαιρα το όριο του 2%. Όριο μέχρι χθες απαραβίαστο.
Από μόνο του αυτό πάντως δεν σημαίνει και πολλά πράγματα. Εκείνο που περίμενα, όπως και πολλοί άλλοι, ήταν να τηρήσει η ΕΚΤ την υπόσχεσή της ότι θα συμπεριλάβει στον δείκτη τιμών καταναλωτή και τις αυξανόμενες τιμές των κατοικιών, κάτι που τελικά το παρέπεμψε στις ελληνικές καλένδες. Ο ευρωπαϊκός δείκτης τιμών καταναλωτή είναι ένας από τους ελάχιστους στον ανεπτυγμένο κόσμο που δεν συμπεριλαμβάνει τις τιμές των ακινήτων. 'Η για να είμαι ακριβής δεν συμπεριλαμβάνει τις τιμές των ιδιόκτητων κατοικιών. Αν τις συμπεριελάμβανε, τότε ο μέσος πληθωρισμός στην ΕΕ θα ήταν ήδη κοντά στο 2%. Στην ουσία, η ΕΚΤ ανέβαλε κάτι το οποίο σχεδίαζε να κάνει και πλέον παραπέμπει την απόφαση για μετά το 2026. Αν είχε τηρήσει τη δέσμευσή της, τότε ο δομικός πληθωρισμός μαζί με το σκέλος των κατοικιών, θα διαμορφώνονταν στο 1,7%. Αν το είχε κάνει, θα προχωρούσε και διαφορετικές αποφάσεις.
Διότι η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι πρέπει να συνεχίσουμε να έχουμε μια ισχυρή επεκτατική πολιτική ακριβώς επειδή ο πληθωρισμός είναι πολύ χαμηλός, ωστόσο ο κόσμος αισθάνεται ότι στην πραγματικότητα ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος. Σημειωτέον ότι όλες οι χώρες της ευρωζώνης έχουν ένα δείκτη τιμών που συνδέεται με τις τιμές των ακινήτων, εκτός από μια, την Ελλάδα.