Του Βασίλη Γεώργα
Να δείτε που ο κόσμος θα γυρίσει ανάποδα έπειτα από τη μεταμεσονύχτια συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με την Christine Lagarde στην Ουάσινγκτον.
Αντί για τα πλακάτ με το σύνθημα «στα τσακίδια ΔΝΤ», οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα ψάχνουν από αύριο να στρώσουν κόκκινο χαλί για τη θριαμβευτική επάνοδο του Ταμείου στην Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με το νέο κυβερνητικό αφήγημα το Ταμείο δεν επιστρέφει για να ζητήσει νέα μέτρα αλλά για να συνδράμει στην έξοδό μας από το Μνημόνιο και να «αντιδικήσει» με την ευρωζώνη προς όφελος της Ελλάδας στα μέτωπα των πλεονασμάτων, του χρέους και του τερματισμού της λιτότητας…
Σαν να πρόκειται για μια απόλυτα φυσιολογική εξέλιξη, η κυβερνώσα Αριστερά θα εξαγνίσει το ΔΝΤ στην κολυμπήθρα του εθνικού συμφέροντος. Και με νονούς τον Καμμένο και τον Τσίπρα, θα επιχειρήσει το επόμενο διάστημα να το αναβαπτίσει από εκπρόσωπο της διεθνούς των «οικονομικών δολοφόνων», σε πολύτιμο σύμμαχο της Ελλάδας που θα υπερασπιστεί τα συμφέροντά μας απέναντι στις αντιδραστικές φωνές των Γερμανών που δυσφορούν με το διαρκές αίτημα αναδιάρθρωσης του χρέους. Υπάρχει λόγος που συμβαίνει αυτό. Ο πρώτος είναι ότι χωρίς το ΔΝΤ που είναι ο εγγυητής των διεθνών κεφαλαίων δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επιτυχούς εξόδου στις αγορές για την Ελλάδα, και ο δεύτερος ότι χωρίς το Ταμείο οι ευρωπαίοι δανειστές θα στηλώσουν ακόμη περισσότερο τα πόδια αναζητώντας πρόσθετες εξασφαλίσεις.
Η μεταστροφή της κυβέρνησης προς το ΔΝΤ έχει ήδη ξεκινήσει εδώ και μερικά 24ωρα, αλλά στην πραγματικότητα υπαγορεύτηκε αμέσως μετά το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών όταν διαφάνηκε ότι ο νέος συνασπισμός Merkel-Φιλελεύθερων θα κάνει ακόμη πιο δύσκολα τα πράγματα σε σύγκριση με την κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών- Σοσιαλδημοκρατών. Σηματοδοτήθηκε δε από τις διφορούμενες δηλώσεις του Thomsen ότι δεν θα είναι το ΔΝΤ που θα ζητήσει πρόσθετα μέτρα για το 2018 (σ.σ: θα τα ζητήσει η Ευρώπη;) παρότι προβλέπει εκτροχιασμό 1,5 δισ. ευρώ στους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων, και επιβεβαιώθηκε μέσω της πανηγυρικής υποδοχής που επιφύλαξαν κυβερνητικά στελέχη στις δηλώσεις Lagarde ότι το ΔΝΤ παραμένει αταλάντευτο στις θέσεις του για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Στο Μαξίμου το πρώτο που έσπευσαν να διαρρεύσουν είναι ότι το ΔΝΤ όχι μόνο δεν ζητά νέα μέτρα πέραν των όσων έχουν ήδη ψηφιστεί για το 2019-2020, αλλά επιδιώκει να επισπεύσει τις συζητήσεις για την ελάφρυνση του χρέους ώστε αυτή να αποφασιστεί τον προσεχή Φεβρουάριο –αντί του καλοκαιριού- στο πλαίσιο της αξιολόγησης του δικού του προγράμματος με την Ελλάδα.
Το δεύτερο ήταν ότι η συνολική στάση του Ταμείου (μέτρα, χρέος, τράπεζες κλπ.) αποτελεί τη βάση για μια «ισχυρή συμμαχία» Ελλάδας-ΔΝΤ απέναντι σε μια Ευρώπη που έχει πολύ πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις για την οικονομίας αλλά και πιο αυστηρές θέσεις ως προς τις δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας, θεωρώντας την ανάπτυξη και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα ως κλειδί για την βιωσιμότητα του χρέους.
Κάτι μας λέει ότι θα ζήσουμε και πάλι μεγάλες στιγμές, αντίστοιχες με αυτές της περσινής διαπραγμάτευσης όπου τη Δευτέρα η κυβέρνηση ήταν με τους ευρωπαίους κατά των πρόσθετων μέτρων, και την Τρίτη με το ΔΝΤ υπέρ της μείωσης του χρέους. Μέχρι που από το διαρκές πινγκ – πονγκ στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, και το χρέος αναγκαστήκαμε να ξεχάσουμε και τα προκαταβολικά μέτρα των 5,5 δισ. ευρώ να ψηφίσουμε.
Το γεγονός ότι βρισκόμαστε στην τελευταία χρονιά του Μνημονίου δεν σημαίνει ότι τα πράγματα θα είναι ευκολότερα μόνο και μόνο επειδή όλοι θα ήθελαν το πρόγραμμα κάποια στιγμή να τελειώσει και η Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές. Το αντίθετο συμβαίνει καθώς καμία πλευρά δεν έχει πειστεί ότι η χώρα είναι σε θέση να κάνει το μεγάλο βήμα χωρίς να σκοντάψει. Και επειδή ο βαθμός δυσκολίας έχει αυξηθεί κατακόρυφα, για το μόνο που μπορούμε να είμαστε βέβαιοι είναι ότι στο τέλος ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί, θα επικρατήσει και πάλι η πιο εδραιωμένη συμμαχία. Αυτή μεταξύ του ΔΝΤ και του Βερολίνου.