Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Ευθεία επίθεση στον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ εξαπέλυσε ο «γκουρού» των αγορών και ακριβοθώρητος επενδυτής, Ρέι Ντάλιο, προειδοποιώντας ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις ΗΠΑ είναι το τεράστιο χάσμα μεταξύ των εχόντων και των μη εχόντων. Την ώρα που ο Τραμπ θέτει ως εθνική ανάγκη την προστασία των συνόρων με το Μεξικό, ο Ντάλιο εκτιμά ότι το αμερικάνικο όνειρο έχει χαθεί και ότι το υφιστάμενο σύστημα θα οδηγήσει σε σύγκρουση.
Ο Ρέι Ντάλιο δεν είναι ένας οποιοσδήποτε διαχειριστής κεφαλαίων. Είναι ο ιδρυτής του μεγαλύτερου επενδυτικού fund στον κόσμο, Bridgewater Associates, το οποίο θεωρείται από τα πιο επιτυχημένα – αν όχι το πιο επιτυχημένο – fund στην ιστορία καθώς έχει αποφέρει κέρδη για τους πελάτης του στα 25 από τα 28 τελευταία έτη. Για να γίνει αντιληπτή η ισχύς του Bridgewater, αρκεί να σημειωθεί ότι το 2018, όταν σχεδόν όλες οι κατηγορίες επενδύσεων ολοκλήρωσαν το έτος με αρνητικές αποδόσεις και ο S&P 500 σημείωσε βουτιά 4,5%, οι επενδύσεις του Ντάλιο κατέγραψαν κέρδη της τάξης του 15%.
Την περασμένη Κυριακή, ο Ντάλιο έδωσε συνέντευξη στην εκπομπή «60 minutes» του αμερικανικού δικτύου CBS, ενώ ήταν η πρώτη φορά που επέτρεψε τηλεοπτικό συνεργείο να εισέλθει στα… άδυτα του επενδυτικού κολοσσού που ίδρυσε το 1975 και σήμερα διαχειρίζεται κεφάλαια άνω των 150 δισ. δολαρίων για περίπου 350 από τους κορυφαίους θεσμικούς επενδυτές στον κόσμο.
Ο Ντάλιο, λοιπόν, περιέγραψε με μελανά χρώματα το μέλλον και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τις ΗΠΑ και κατ' επέκταση για την παγκόσμια οικονομία, ακόμα και την ειρήνη στον πλανήτη, από τη στιγμή που ο λαϊκισμός τόσο από αριστερά όσο και από δεξιά καλπάζει.
Ο άγνωστος στο ευρύ κοινό δισεκατομμυριούχος με περιουσία της τάξης των 18 δισ. δολαρίων προβλέπει ότι η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε παρατεταμένη περίοδο αναιμικής ανάπτυξης και επισημαίνει τη μεγάλη απειλή της σύγκρουσης μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας. Όμως, ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα για τον Ντάλιο είναι το μεγάλο χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών.
«Ιστορικά φαίνεται πως όταν υπάρχουν μεγάλες διαφορές στις οικονομικές συνθήκες που αντιμετωπίζουν διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες και ταυτόχρονα έρχεται ύφεση, τότε σημειώνονται συγκρούσεις», σημείωσε. «Στη δεκαετία του '30, για παράδειγμα, υπήρχαν τέσσερις μεγάλες χώρες που ενώ ήταν δημοκρατικές, επέλεξαν να αλλάξουν δρόμο επειδή ήθελαν ηγεσίες που θα έβαζαν σε τάξη τις συγκρούσεις», πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας ότι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος διχασμού.
Τι προτείνει, λοιπόν, ο Ντάλιο; Να φορολογηθούν οι ζάπλουτοι των ΗΠΑ και να δίνει το κράτος καλύτερες παροχές για να βλέπουν οι πολίτες ότι δεν πάνε χαμένοι οι φόροι που πληρώνουν. Στα 69 του χρόνια, μάλιστα, ο ιδρυτής της Bridgewater έχει μπει στο κλαμπ των δισεκατομμυριούχων, όπως ο Μπιλ Γκέιτς, οι οποίοι πιστεύουν ότι η συγκέντρωση πλούτου στα χέρια λίγων αποτελεί απειλή για τη δημοκρατία.
Σε αυτό το πλαίσιο, έχει αποφασίσει να δωρίσει τη μισή περιουσία του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς για να βοηθήσει να «διορθωθεί» το σύστημα που τον έκανε πλούσιο. Όμως την ίδια ώρα, ο Ντάλιο προειδοποιεί για την άνοδο των λαϊκιστών, υποστηρίζοντας ότι ο χρόνος τελειώνει και γι' αυτό το λόγο το καπιταλιστικό σύστημα πρέπει να αλλάξει. Όχι να αντικατασταθεί αλλά να προσαρμοστεί ώστε να λειτουργεί καλύτερα.
«Όπως όλα, τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα, το εκπαιδευτικό σύστημα, όλα χρειάζονται αλλαγές για να λειτουργούν καλύτερα», λέει χαρακτηριστικά, εκτιμώντας ότι το υφιστάμενο σύστημα δεν δίνει αρκετές ευκαιρίες στους Αμερικανούς, δημιουργώντας έτσι ένα τεράστιο χάσμα. Σύμφωνα με τον μεγιστάνα Ντάλιο, ο αμερικανικός καπιταλισμός δεν είναι βιώσιμος και σήμερα βρισκόμαστε σε σταυροδρόμι. Ή θα κάνουμε την αλλαγή όλοι μαζί ή θα φτάσουμε στα όρια της σύγκρουσης. Δίνει δε, πιθανότητες 60% ή 65% να ακολουθήσει η ανθρωπότητα τον… κακό δρόμο της σύγκρουσης.
Οι βασικοί λόγοι που δείχνουν ότι το σημερινό σύστημα δεν είναι αποτελεσματικό είναι η σχεδόν μηδενική αύξηση των μισθών, το εισοδηματικό χάσμα που θυμίζει εποχές πριν το 1930, το γεγονός ότι τα δύο τρίτα από το 60% των Αμερικανών με τα χαμηλότερα εισοδήματα δεν αποταμιεύουν και ότι το 17,5% των παιδιών στις ΗΠΑ ζουν σε συνθήκες φτώχειας.