Από την ημέρα που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και έγινε ορατός ο κίνδυνος απομόνωσης της Μόσχας τόσο ενεργειακά όσο και εμπορικά, κάνουν την εμφάνισή τους σχεδόν καθημερινά αναλύσεις για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού και την πιθανότητα νέας ύφεσης. Σήμερα που ο ενεργειακός πόλεμος κλιμακώνεται με τη Ρωσία να εκβιάζει ανοιχτά την Ευρώπη, μπλοκάροντας τη ροή φυσικού αερίου προς Πολωνία και Βουλγαρία και προειδοποιώντας με διακοπή παροχής ακόμη και τη Γερμανία, παίρνουν σάρκα και οστά οι χειρότεροι εφιάλτες και το δυσμενές σενάριο γίνεται βασικό.
Αμέσως μετά την είδηση, η Capital Economics έσπευσε να σχολιάσει ότι αυξάνεται ο κίνδυνος σημαντικών ελλείψεων φυσικού αερίου, ένας κίνδυνος που επιδεινώνει την ύφεση στην Ευρωζώνη που ο βρετανικός οίκος ήδη προεξοφλεί. Αν η Ρωσία διακόψει τις εξαγωγές φυσικού αερίου στη Γερμανία, προσθέτει η Capital Economics, η γερμανική κυβέρνηση μάλλον θα βάλει όριο στην κατανάλωση. Τα νοικοκυριά πιθανότατα θα προστατευτούν, επομένως η βιομηχανία και κυρίως των χημικών και της μεταλλουργίας θα δεχθούν το μεγαλύτερο πλήγμα, προκαλώντας βαθιά ύφεση.
Η κίνηση θα αναγκάσει επίσης την Ευρώπη να επιταχύνει τη διαδικασία απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, με ό,τι βέβαια αυτό συνεπάγεται. Στο γράφημα που ακολουθεί, η Capital Economics παραθέτει την εξάρτηση ευρωπαϊκών χωρών από το ρωσικό φυσικό αέριο:
Ακόμη και πριν κάνει πραγματικότητα την απειλή του ο Πούτιν, η Bundesbank προειδοποιούσε ότι αν η Ευρώπη αποφάσιζε ένα εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου, η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να βυθίσει τη Γερμανία σε ύφεση μέσα στο 2022. Σε αυτό το ενδεχόμενο, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα μπορούσε να χάσει οικονομική παραγωγή ύψους 165 δισ. ευρώ ή 4,3% του ΑΕΠ. Αποτέλεσμα θα είναι η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2% φέτος να υποβαθμιστεί σε ύφεση της τάξης του 2%.
Είναι η Ευρώπη διατεθειμένη να διαβεί αυτό το μονοπάτι; Αν υπάρχει θετική πλευρά αυτή είναι ότι η ύφεση δεν προβλέπεται σε καμία περίπτωση να φτάσει τη βαθιά ύφεση της πανδημίας. Επίσης, εκτιμήσεις για ύφεση υπήρχαν και πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, πολύ πριν από τους εκβιασμούς του Πούτιν. Η διαφορά είναι ότι τότε αφορούσαν το ακραία δυσμενές σενάριο ενώ τώρα αφορούν το βασικό.
Λίγο πριν από την Bundesbank και ανεξάρτητα από την εξέλιξη με το ρωσικό φυσικό αέριο, η Deutsche Bank εξέφραζε την έκπληξή της για το γεγονός ότι ήταν η μοναδική που προέβλεπε ότι θα χρειαστεί βαθιά ύφεση στις ΗΠΑ για να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός. Η γερμανική τράπεζα συνεχίζει να υποστηρίζει την εκτίμησή της, την ώρα που η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, προσπαθεί να καθησυχάσει τις αγορές λέγοντας ότι η οικονομία αντέχει και πως δεν βλέπει ύφεση στον ορίζοντα.
Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι ευρύτερο και δεν σχετίζεται μόνο με τις απειλές της Μόσχας. «Η βασική εκτίμηση της εταιρείας μας είναι για ήπια ύφεση στις ΗΠΑ και αυτό που μας εκπλήσσει είναι ότι η εν λόγω πρόβλεψη δεν έχει γίνει η βασική πεποίθηση και των υπόλοιπων αναλυτών της αγοράς», δήλωνε προχθές ο Πίτερ Χούπερ, παγκόσμιος επικεφαλής οικονομικής ανάλυσης της Deutsche Bank, στο αμερικανικό δίκτυο MarketWatch. Μάλιστα, όπως πρόσθεσε, η DB πιστεύει ότι ακόμα και η απαισιόδοξη σε σύγκριση με τους υπόλοιπους αναλυτές πρόβλεψή της, κινδυνεύει να αποδειχθεί αισιόδοξη, δεδομένου ότι η άνοδος των τιμών θα συνεχιστεί και αναμένονται περαιτέρω ανοδικές εκπλήξεις.
Έτσι το βασικό σενάριο είναι για ύφεση στις ΗΠΑ προς τα τέλη του 2023, υπογραμμίζοντας όμως ότι ενδεχομένως θα χρειαστεί βαθύτερη ύφεση για να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός. Μία πιο βαθιά ύφεση συνεπάγεται συρρίκνωση του ΑΕΠ για αρκετά διαδοχικά τρίμηνα, ίσως και 18 μήνες, με παράλληλη άνοδο της ανεργίας κατά 5-6 ποσοστιαίες μονάδες.
Η Deutsche Bank επανήλθε προχθές προειδοποιώντας για ύφεση και οικονομική κρίση στη Μ. Βρετανία, όπου ο πληθωρισμός θα πλησιάσει στο 10% φέτος και θα στείλει στα ύψη το κόστος διαβίωσης. Η γερμανική τράπεζα τονίζει ότι η καταναλωτική εμπιστοσύνη έχει πέσει στα τάρταρα, ήτοι σε υφεσιακά επίπεδα, ενώ οι πραγματικοί μισθοί αναμένεται να συρρικνωθούν εξαιτίας του πληθωρισμού κατά 4% φέτος, που είναι το χειρότερο πλήγμα για το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ευρώπη σήμερα είναι, σύμφωνα με την Deutsche Bank, η μεγάλη αλλαγή στην «ψυχολογία του πληθωρισμού». Όσο συνεχίζεται η άνοδος των τιμών και η ακρίβεια, τόσο ο κόσμος συνηθίζει σε υψηλότερα επίπεδα τιμών και οι πληθωριστικές προσδοκίες ξεφεύγουν εκτός ελέγχου. Έτσι οι αυξήσεις στο κόστος περνούν πολύ πιο εύκολα στις τιμές καταναλωτή γιατί οι αγοραστές τις δέχονται.