Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Ένα πολύ ξεκάθαρο μάθημα, που καλό θα είναι να πάρει πολύ σοβαρά ο Αλέξης Τσίπρας για τη μεταμνημονιακή εποχή, μας δίδαξαν οι μίνι κρίσεις που πέρασαν τον τελευταίο μήνα η Ιταλία, η Τουρκία και η Ισπανία.
Δύο ευρωσκεπτικιστικά κόμματα που τρόμαξαν την Ευρώπη και τελικά αναγκάζονται να – ή προσποιούνται ότι θα - κάνουν πίσω, ένας σουλτάνος που δεν έχει μάθει να χάνει αλλά είδε την οικονομία του να καταρρέει λίγο πριν τις εκλογές και μία ανατροπή κυβέρνησης που δεν «άγγιξε» καν τις αγορές.
Τα διδάγματα πολλά όμως το βασικό μήνυμα προς τον Έλληνα πρωθυπουργό είναι ότι αν κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις μετά τον Αύγουστο ή αν επιλέξει την οδό της σκληρής ρητορικής και των προεκλογικών παροχών, τότε κανένα κεφαλαιακό μαξιλάρι και καμία προληπτική γραμμή δεν τον σώζει.
Όπως πολύ εύστοχα είχε πει ο Ζολτ Ντάρβας, του think tank Bruegel, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Liberal, το κεφαλαιακό μαξιλάρι θα αποδειχθεί πολύ μικρό αν η ελληνική κυβέρνηση πάρει πίσω τις μεταρρυθμίσεις ή αν οι συνθήκες διεθνώς επιδεινωθούν.
Οι αγορές πλέον είναι τόσο ευαίσθητες απέναντι στην Ελλάδα που στο παραμικρό πισωγύρισμα, το ελληνικό δημόσιο θα αποκλείεται από τις αγορές και αυτό θα προκαλεί τέτοια νευρικότητα που πολύ δύσκολα θα μας εμπιστευτούν ξανά οι επενδυτές.
Ο κ. Τσίπρας δεν θα έχει, λοιπόν, την πολυτέλεια να… δοκιμάζει την αντίδραση των αγορών κάθε φορά που θα θέλει να πάρει πίσω κάποιο από τα σκληρά μέτρα του μνημονίου ή να δώσει παροχές με φόντο τις εκλογές. Οι επιλογές του θα πρέπει να έχουν την έγκριση των «κακών» αγορών γιατί ο ίδιος είναι αυτός που επέλεξε τον δρόμο της εξόδου από το μνημόνιο χωρίς δίχτυ ασφαλείας.
Άλλωστε, το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να χτίσει η ελληνική κυβέρνηση μετά τον Αύγουστο είναι μία σχέση εμπιστοσύνης με τους επενδυτές. Τη σχέση που καταστράφηκε εντελώς την τελευταία δεκαετία και μόνο η αποκατάστασή της μπορεί να μας βγάλει μια για πάντα από τα μνημόνια και κανείς άλλος.
Αν θέλουμε να πάρουμε μία εικόνα για το τι μας περιμένει, αρκεί να κάνουμε τη σύγκριση μεταξύ της συμπεριφοράς των επενδυτών απέναντι στην πολιτική κρίση στην Ιταλία και την αντίστοιχη στην Ισπανία. Το συμπέρασμα είναι ότι οι αγορές δίνουν βάση στην οικονομία. Αυτό που τις ενδιαφέρει είναι να εφαρμόζονται οι πολιτικές που δεν θέτουν σε κίνδυνο την οικονομία και όχι ποιος πολιτικός είναι στην εξουσία ή από πού αυτός προέρχεται.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ενώ η πολιτική κρίση στην Ισπανία, με την πρόταση μομφής κατά του Ραχόι, βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη, οι αποδόσεις των ισπανικών ομολόγων μεταβάλλονταν ανάλογα με τις εξελίξεις στην Ιταλία. Διότι η ισπανική οικονομία βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από την ιταλική, ενώ τα κόμματα στην Ισπανία έχουν δεσμευτεί ότι η χώρα οδεύει προς συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Στον αντίποδα, στην Ιταλία οι πολιτικοί που θα σχημάτιζαν – και σχημάτισαν εντέλει μετά από τόσα επεισόδια – κυβέρνηση απειλούσαν τόσο προεκλογικά όσο και στις αρχικές προγραμματικές τους δηλώσεις την Ευρώπη, ότι θα ζητήσουν «κούρεμα» χρέους και αλλαγή των Συνθηκών. Θα οδηγούσαν, επίσης, την Ιταλία σε έξοδο από το ευρώ (αν και ποτέ δεν το είπαν ξεκάθαρα, το έδειχναν σε κάθε τους δήλωση) και αυτό θα είχε τρομακτικά αποτελέσματα για την οικονομία. Στην Ιταλία, λοιπόν, ήταν ο συνδυασμός πολιτικών και οικονομικών φόβων που «ερέθισαν» τις αγορές, με τελικό ωστόσο γνώμονα την υγεία της οικονομίας.
Επιπλέον, διαβάζαμε στις αναλύσεις που προσπαθούσαν να εξηγήσουν το αδιέξοδο στην Ιταλία ότι ο μοναδικός τρόπος για να ηρεμήσουν οι αγορές δεν είναι οι εκλογές αλλά να δεσμευτούν Λέγκα και Κίνημα Πέντε Αστέρων για την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Η μη τοποθέτηση του Πάολο Σαβόνα στο υπουργείο Οικονομικών είχε πυροσβεστικό χαρακτήρα και έστειλε το μήνυμα που ήθελαν οι αγορές.
Σε ότι αφορά την Τουρκία, μένει να δούμε την έκβαση που θα έχει η διελκυστίνδα μεταξύ του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και των αγορών ενόψει των εκλογών της 24ης Ιουνίου. Πιθανότατα θα βγει νικητής, όμως οι αγορές κατάφεραν να τιθασεύσουν τον Τούρκο πρόεδρο. Τον άνθρωπο που πιστεύει ότι είναι άτρωτος και ότι αυτός χτυπάει τα… νταούλια και οι αγορές χορεύουν.
Όμως μέσα σε λίγες μόλις ημέρες οι αντιδράσεις των επενδυτών στον οικονομικό παραλογισμό του Ερντογάν ότι μέσω της μείωσης των επιτοκίων θα καταφέρει να μειώσει τον πληθωρισμό και στην απειλή του ότι θα αναλάβει τον έλεγχο της κεντρικής τράπεζας, οδήγησαν στην πλήρη κατάρρευση την τουρκική λίρα. Ήταν τέτοιος ο πανικός και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο που ο σουλτάνος λύγισε.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι αγορές ξέρουν τον τρόπο με τον οποίο θα «πείσουν» τον Έλληνα πρωθυπουργό να αλλάξει πολιτική όταν τον δουν να… γυρίζει το τιμόνι. Και αν οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων εκτιναχθούν και πάλι στον ουρανό, τότε ο κ. Τσίπρας θα έχει να διαλέξει μεταξύ του «μνημονίου των αγορών» ή της επιστροφής στο μνημόνιο της Τρόικας. Και τότε θα είναι αργά να νέα «kolotoumba».