Η χώρα μας προετοιμάζεται για δυνατό «comeback» στις διεθνείς αγορές, με γνωστούς οίκους αξιολόγησης να εκτιμούν πως θα καταγράψει ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Οι ανησυχίες ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, που ήδη έχει μπει σε τροχιά εξυγίανσης, θα βρεθεί εκ νέου σε δύσκολη θέση λόγω των νέων κόκκινων δανείων της πανδημίας, υιοθετούνται εν μέρει από την DBRS. Καθοριστικής σημασίας, κατά τον ξένο οίκο είναι οι φετινοί ρυθμοί ανάπτυξης για την ταχύτερη αντιμετώπιση των πρόσθετων κόκκινων δανείων.
Η συνέχιση του προγράμματος «Ηρακλής» σε συνδυασμό με την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών, δείχνουν πως αυτές θα απορροφήσουν τους κραδασμούς που προκύπτουν από τις επιπτώσεις της πανδημίας και θα καταφέρουν να «ορθοποδήσουν» μετά από πολλά χρόνια.
Η DBRS Morningstar, σε έκθεσή της σημειώνει πως οι τράπεζες γύρισαν σελίδα κατά τη διάρκεια του 2020 και στοχεύουν στην περαιτέρω μείωση του κινδύνου στους ισολογισμούς τους, υπογραμμίζοντας την πρόοδο που έχουν σημειώσει στην αντιμετώπιση των NPEs. Επίσης ο γνωστός οίκος αξιολόγησης σημειώνει πως οι πρόσφατες εκδόσεις Tier 2 και οι κεφαλαιακές ενέργειες θα επιτρέψουν στις τράπεζες να απορροφήσουν τον αντίκτυπο των πρόσθετων πωλήσεων NPE.
Ποιες οι προβλέψεις του γνωστού οίκου αξιολόγησης για την ελληνική οικονομία; Τι εκτιμά για τις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις και το Ταμείο Ανάκαμψης; Πώς αποτιμά το ταχέως αναπτυσσόμενο εμβολιαστικό πρόγραμμα στη χώρα μας και έως πότε θα διαρκέσουν οι επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία;
Για όλα αυτά δύο υψηλόβαθμα στελέχη της DBRS Morningstar, η Λητώ Χουσιάδα, Assistant Vice President, European Financial Institution και η Σπυριδούλα Τζίμα, Assistant Vice President, Global Sovereign Rating μιλούν στο Liberal Markets.
Συνέντευξη στον Νικόλα Ταμπακόπουλο
- Κυρία Τζίμα, τι προβλέπετε για την ελληνική οικονομία; Θα καταφέρει να ανακάμψει από τη βαθιά ύφεση που καταγράφει;
Πιστεύουμε ότι οι επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης θα συνεχίσουν να επηρεάζουν την ελληνική οικονομία το τρέχον έτος. Ωστόσο, το εμβολιαστικό πρόγραμμα συνεχίζεται και θα είναι καθοριστικής σημασίας προκειμένου να έρθει η ανάκαμψη στην ελληνική οικονομία. Σε ό,τι αφορά στον τουρισμό, το επιτυχημένο εμβολιαστικό πρόγραμμα θα έχει θετικές επιπτώσεις στην τουριστική αγορά, καθώς η πορεία της ελληνικής οικονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πορεία του τουρισμού.
- Σε ποιους τομείς πρέπει να δοθεί έμφαση προκειμένου η χώρα μας να καταφέρει να καταγράψει βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης;
Κεντρικό ενδιαφέρον για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, όπως άλλωστε περιγράφεται και στο Σχέδιο Ανασυγκρότησης, είναι να προσελκύσει ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις. Το ποσοστό των επενδύσεων ήταν χαμηλό τα προηγούμενα χρόνια, απόρροια της οικονομικής κρίσης που διήλθε η χώρα. Οι δομικές μεταρρυθμίσεις θα αυξήσουν την παραγωγικότητα, ενώ το Ταμείο Next Generation Fund της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αναμόρφωση της χώρας.
- Εκτιμάτε πως ο φθηνός δανεισμός από τις αγορές θα συνεχιστεί;
Το PEPP της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) έχει συμβάλλει θετικά στους όρους χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας, με το κόστος δανεισμού το 2020 να καταγράφει ιστορικά χαμηλά. Το ίδιο αναμένουμε να συνεχιστεί και το 2021.
Το PEPP θα υπάρχει τουλάχιστον έως το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2022, ενώ οι επενδύσεις από την ΕΚΤ θα διαρκέσουν τουλάχιστον έως το τέλος του 2023. Τέλος, το κόστος δανεισμού θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Ελλάδας να ενισχύσει τα οικονομικά της μεγέθη, ανακάμπτοντας από την κρίση και να εξισορροπήσει τα δημόσια οικονομικά της.
- Κυρία Χουσιάδα, τι προβλέπετε για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και τα κόκκινα δάνεια; Αναμένεται να αυξηθούν εξαιτίας της πανδημίας;
Θεωρούμε πως η πανδημία του κορονοϊού θα προσθέσει πιέσεις στις προσπάθειες των τραπεζών να μειώσουν τα «NPE stock». Κατά τη διάρκεια του 2020 οι τέσσερις συστημικές τράπεζες εγγυήθηκαν την αποπληρωμή 20 δισ. ευρώ δανείων κατοικίας και θεωρούμε πως ένα ποσοστό αυτών των πελατών δεν θα είναι ικανό να αποπληρώσει πλήρως τις οφειλές του.
Μόνο 2,5 δισ. ευρώ αυτών των δανείων εξυπηρετούνταν στο τέλος του 2020. Ωστόσο, οι τελευταίες ενδείξεις είναι ενθαρρυντικές με το πρόγραμμα «Γέφυρα» και τις λύσεις που προχωρούν οι διοικήσεις των τραπεζών προκειμένου να μειώσουν το ρίσκο νέων κόκκινων δανείων.
Επίσης είναι πολύ σημαντικό ότι η Τράπεζα της Ελλάδας εκτιμά ότι περίπου 8-10 δισ. ευρώ θα είναι τα πρόσθετα κόκκινα δάνεια εξαιτίας της κρίσης, προσθέτοντας ένα 10-20% επιπλέον ποσοστό από τις εκτιμήσεις των τραπεζών. Επομένως, θεωρούμε πως ο ρυθμός ανάκαμψης κατά τη διάρκεια του 2021 θα είναι καθοριστικής σημασίας για τα κόκκινα δάνεια και την ποιότητα των assets των ελληνικών τραπεζών.