Το τέλος του 2018 συνοδεύτηκε από την αποχώρηση σημαντικών κινεζικών κεφαλαίων από την αγορά ακινήτων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Στο τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους, οι Kινέζοι επενδυτές προέβησαν σε μαζικές πωλήσεις ακινήτων, συνολικού ύψους πάνω από $1 δισ ευρώ.
Είναι το δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο κατά το οποίο οι πωλήσεις ακινήτων, όπως ξενοδοχείων, επαγγελματικών γραφείων, εμπορικών ακινήτων και κατοικιών, υπερβαίνουν τις αγορές από την πλευρά των Kινέζων επενδυτών. Αυτό το αρνητικό ισοζύγιο εμφανίζεται για πρώτη φορά μετά το 2008 και ανατρέπει το σκηνικό διαρκείας των εμβληματικών αγορών από την πλευρά των κινεζικών εταιρειών.
Οι Κινέζοι επενδυτές έχουν επενδύσει δεκάδες δισ. στην αγορά του real estate σε όλη την Αμερική, εστιάζοντας σε μητροπολιτικές περιοχές, από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Λος Άντζελες και από το Σαν Φρανσίσκο μέχρι το Σικάγο. Η πιο πρόσφατη μεγάλη αγορά ήταν αυτή του ξενοδοχείου Waldorf Astoria της Νέας Υόρκης από την κινεζική ασφαλιστική εταιρεία Anbang Insurance Group έναντι $1,95 δισ., που αποτελεί τιμή ρεκόρ στον ξενοδοχειακό κλάδο των ΗΠΑ.
Οι αγοραστές ακινήτων από την Κίνα αποτελούν ένα σεβαστό αλλά όχι προσδιοριστικό ποσοστό στο real estate των ΗΠΑ. Η παρέμβασή τους όμως στη διαμόρφωση υψηλών τιμών σε ειδικής κατηγορίας ακίνητα ήταν καταλυτική. Ως αποτέλεσμα, η αποχώρηση των Κινέζων από την αγορά ακινήτων δεν περνάει απαρατήρητη. Ο αυξανόμενος εταιρικός δανεισμός στην Κίνα, συνεπικουρούμενος από τους περιορισμούς κινήσεων κεφαλαίου για λόγους σταθεροποίησης του κινεζικού νομίσματος, έχει προκαλέσει ένα ανάχωμα στις εξαγορές εταιρειών και ακινήτων εκτός Κίνας και έχει οδηγήσει στη σταδιακή αποεπένδυση.
Έτσι η Ping An Insurance Group of China ρευστοποίησε τον περασμένο Αύγουστο ένα μεγάλο εμπορικό ακίνητο στη Βοστόνη προς $450 εκατ. και η Dalian Wanda Group πούλησε ένα μεγάλο οικιστικό project στο Beverly Hills, προς $420 εκατ. Και η Anbang Insurance Group ανέθεσε στην Bank of America Corp. να αναζητήσει αγοραστές για μια ομάδα ακινήτων της, με τίμημα τα $5,5 δισ.
Σημαντικός παράγοντας σε αυτήν την αλλαγή στάσης αποτελεί και η κλιμάκωση της έντασης στον εμπορικό πόλεμο ανάμεσα στο Πεκίνο και την Ουάσινγκτον. Οι Κινέζοι επενδυτές δεν έχουν αλλάξει στάση ως προς την εκτίμησή τους για την πορεία των τιμών των αμερικανικών ακινήτων. Έχουν αλλάξει όμως τον τρόπο που αντιλαμβάνονται και υπολογίζουν τον βαθμό ρίσκου των κεφαλαιακών επενδύσεων και εξαγορών, μέσα σε ένα περιβάλλον περιορισμού της ελευθερίας διακίνησης κεφαλαίων.
Ψηφιακή κυριαρχία
Παρ' όλες τις δηλώσεις ενθουσιασμού του προέδρου Τραμπ για την πορεία των διαπραγματεύσεων με την Κίνα, η μη υπογραφή του Μνημονίου Συνεργασίας δεν έχει ενθουσιάσει την άλλη πλευρά του τραπεζιού. Η αμερικανική πλευρά δεν αναστέλλει την επιβολή των δασμών στις εισαγωγές από την Κίνα και η κινεζική πλευρά δεν προσφέρει εγγυήσεις στο θέμα της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας των αμερικανικών τεχνολογικών προϊόντων που εξάγονται στην Κίνα.
Οι κινεζικές αρχές δεν δείχνουν διατεθειμένες να υποχωρήσουν στα θέματα της προστασίας δεδομένων των φαρμακευτικών εταιρειών, ούτε στα θέματα κατοχύρωσης πατεντών, ούτε στα θέματα της επεξεργασίας και παροχής δεδομένων. Το κινεζικό δίκαιο δεν προστατεύει ιδιαίτερα ή και καθόλου τα εξ Αμερικής προϊόντα, τα οποία με ευκολία αναλύει, κλωνοποιεί και αντιγράφει. Ο αμερικανικός φόβος επικεντρώνεται βασικά στα ψηφιακά προϊόντα, γι' αυτό και τα τοποθετεί στην ίδια βάση διαπραγμάτευσης με τις κλασικές εμπορικές συναλλαγές, που έχουν ύψιστη προτεραιότητα για την κινεζική πλευρά.
Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. επιθυμούν να θέσουν μεγαλύτερα εμπόδια στην επιθετική επενδυτική διάθεση των κινεζικών επιχειρήσεων για εξαγορά εταιρειών υψηλής τεχνολογίας στη Δύση. Οι δασμοί συνολικού ύψους $360 δισ. που έχουν επιβαρύνει το παγκόσμιο εμπόριο είναι η κορυφή του παγόβουνου, καθώς η σημαντικότερη διαμάχη αφορά την κυριαρχία του ψηφιακού κόσμου, των πνευματικών δικαιωμάτων και των πατεντών. Μια κυριαρχία που ίσως να ανατρέψει την οικονομική παντοκρατορία της Δύσης.
Το 2020 πλησιάζει. Μαζί με αυτό και η ύφεση στις ΗΠΑ;
Οι καμπύλες αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων παρουσιάζουν, σύμφωνα με τους αναλυτές, συμπτώματα αντίστοιχα με αυτά που είχαν οδηγήσει στις υφέσεις του 1990, του 2001 και της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Με βάση αυτές τις αναλύσεις, η εκδήλωση της ύφεσης στις ΗΠΑ τοποθετείται χρονικά στο τέλος του 2020. Σε αυτές τις χρηματιστηριακές αναλύσεις έρχεται και συνεπικουρεί το UCLA Anderson Forecast, το οποίο στην τελευταία έκθεσή του αναφέρει πως το ρίσκο για τη στροφή της αμερικανικής οικονομίας στην ύφεση είναι υπαρκτό και δεδομένο.
Το Πανεπιστήμιο UCLA Anderson School of Management που εκδίδει το UCLA Anderson Forecast, είναι από τις πλέον αναγνωρίσιμες διεθνώς δεξαμενές σκέψης, ειδικά μετά την πρόβλεψή του για την ύφεση του 2001. Υποστηρίζει στην ανάλυσή του, πως οι πολιτικές του προέδρου Τραμπ θα οδηγήσουν πιθανότατα την αμερικανική οικονομία στον δρόμο της ύφεσης εν μέσω των προεδρικών εκλογών των ΗΠΑ. Υποστηρίζει ακόμα πως θα είναι αδύνατον για την αμερικανική οικονομία να μην ακολουθήσει την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας.
Η πορεία του αμερικανικού ΑΕΠ υπολογίζεται πως θα είναι καθοδική και από το 3,1% του 2018 θα οδηγηθεί στο 1,3% στο 2019, καταλήγοντας στο επισφαλές 1,1% το 2020. Επιπλέον προβλέπεται αύξηση της ανεργίας στο ύψος του 4,2% στο τέλος του 2020.
Η έκθεση εστιάζει στο αρνητικό γεγονός, πως η στεγαστική αγορά δεν ανταποκρίνεται στη ζήτηση που υπάρχει στις ΗΠΑ. Τα απόνερα της στεγαστικής φούσκας του 2008, τα υψηλά επίπεδα των φοιτητικών δανείων και η έλλειψη κινητικότητας από τη γενιά των baby boomers, είναι οι παράγοντες που δρουν αποτρεπτικά, προς την αναθέρμανση της οικοδομικής δραστηριότητας.
Το UCLA Anderson Forecast εστιάζει επίσης θετικά σε έναν τομέα της οικονομίας που χαρακτηρίζεται από εκπληκτικούς αναπτυξιακούς ρυθμούς, που είναι ο κλάδος των πνευματικών δικαιωμάτων που στηρίζεται πάνω στην ψηφιακή τεχνολογία, στην ανάπτυξη του λογισμικού, των τηλεοπτικών παραγωγών, των κινηματογραφικών παραγωγών, της έρευνας και της ανάπτυξης εφαρμογών. Εκτιμά πως ο κλάδος αυτός μαζί με τον κλάδο των εφαρμογών στο υπολογιστικό περιβάλλον που ονομάζουμε cloud, θα αναπτύσσεται για τα επόμενα χρόνια με ρυθμούς πολύ υψηλότερους από τους αντίστοιχους της παραδοσιακής οικονομίας.
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 29 Μαρτίου