H έξοδος του Δημοσίου στις αγορές με την έκδοση του νέου 10ετούς ομολόγου με επιτόκιο κάτω από 1%, ανοίγει το δρόμο και στις τράπεζες να προχωρήσουν σε ανάλογες κινήσεις για την ενίσχυση των κεφαλαίων τους.
Στόχος των διοικήσεων είναι να αναπληρώσουν μέρος των ζημιών που θα αναγκαστούν να γράψουν στα αποτελέσματα τους οι οποίες προέκυψαν από την τιτλοποίηση των κόκκινων δανείων.
Έτσι στο βαθμό που συνθήκες στις αγορές παραμείνουν ευνοϊκές, ως έχουν προς το παρών, η Τράπεζα Πειραιώς δρομολογεί για το δεύτερο εξάμηνο του έτους έκδοση TIER II και ΑΤ Ι ομολόγου ύψους έως 600 εκατ.ευρω. Σε ανάλογη έκδοση αναμένεται να προχωρήσει και η Alpha Bank αντλώντας από την αγορά 500 – 600 εκατ.ευρώ προκειμένου να ανακτήσει μετά την ολοκλήρωση του Galaxy τα κεφαλαιακά της αποθέματα.
Υπενθυμίζεται ότι η Alpha είχε προχωρήσει και πέρυσι το Φεβρουάριο στην έκδοση ομολόγου TIER ΙI ύψους 500 εκατ.ευρω. με επιτόκιο 4,255% και τρέχουσα απόδοση 5,70%. Έτσι σύμφωνα με υπολογισμούς μία νέα έκδοση 600 εκατ.ευρω θα είχε ως αποτέλεσμα ο βασικός της κεφαλαιακός δείκτης να αυξηθεί κατά 150 μονάδεςβάσης.
Tον ίδιο μήνα και η Πειραιώς επίσης είχε εκδώσει άναλογο ομόλογο ύψους 400 εκατ.ευρω (με επιτόκιο κυμαίνομενο Εuribor + 60 μον.βασης, ήτοι περίπου 5,5%) . Ένα χρόνο νωρίτερα η Εθνική Τράπεζα (Ιούλιος 2019) είχε εκδώσει με επιτόκιο 8,25% αντίστοιχα ομόλογα αξίας 400 εκατ.ευρω. Η απόδοση του συγκεκριμένου ομολόγου στη δευτερογενή αγορά έχει υποχωρήσει σχεδόν στο μισό (4,7%).
Παρά ταύτα δεν φαίνεται να περιλαμβάνεται το σχεδιασμό της ΕΤΕ μία καινούργια έκδοση τέτοιου ομολόγου τουλάχιστον εντός του έτους. Τέλος η Εurobank διαθέτει ομόλογα ΤΙΕR II 950 εκατ.ευρω τα οποία προέκυψαν από την εξαγορά των προνομιούχων μετοχών που κατείχε το Ελληνικό Δημόσιο το 2017. Το κουπόνι των ομολόγων αυτών είχε διαμορφωθεί στο 6,4% και η Τράπεζα δεν σχεδιάζει την αναχρηματοδότηση τους με νέους τίτλους.
Σε γενικές γραμμές η ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των ελληνικών τραπεζών με τέτοια εργαλεία έχει τύχει θετικής υποδοχής από τους ξένους θεσμικούς αλλά και τους οίκους αξιολόγησης.
Έτσι, μετά το πρώτο «τεστάρισμα» των αγορών από το Δημόσιο για το 2021, το οποίο συνήθως επιτυγχάνει χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης, διαμορφώνονται κατάλληλες συνθήκες προκειμένου ν΄ ακολουθήσουν οι τράπεζες.
Ανασταλτικό παράγοντα για τις επικείμενες εκδόσεις αποτελεί η αβεβαιότητα που επικρατεί αναφορικά με το πιο θα είναι το «ακριβές αποτύπωμα της κρίσης στα κόκκινα δάνεια» κυρίως μετά τη λήξη των μορατορίων που ισχύουν σήμερα.
Οι τράπεζες από την πλευρά τους υπολογίζουν ότι τα νέα δάνεια που θα «κοκκινίσουν» δεν θα ξεπεράσουν τα 5 δισ. ευρώ. Ωστόσο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας διατυπώνει μία πιο απαισιόδοξη πρόβλεψη , σύμφωνα με την οποία ο «λογαρισμός της κρίσης» θα φθάσει τα 8 με 10 δισ. ευρω.
Η εκτίμηση αυτή εδράζεται στην παρατήρηση ότι το 34% των δανείων που βρίσκονται σε αναστολή δηλαδή περίπου 7,5 δισ. ευρώ, ανήκουν την κατηγορία «υψηλού κινδύνου».