Παρακολουθούμε ένα κύμα πολύ καλών θετικών σχολίων για την εξέλιξη της ανάκαμψης αλλά και του αξιόχρεου της Ελληνικής οικονομίας ιδίως μετά την αναβάθμιση από τη Standard and Poor’s και την πιθανή αναβάθμιση την 1η Δεκεμβρίου από τη Fitch. Δεν υπάρχουν μόνο σχόλια αλλά είδαμε και την κίνηση της Unit Credit να επενδύει στην Alpha Bank μετά από 17 χρόνια που είναι μία έμπρακτη επιβεβαίωση των ωφελειών της Ελληνικής αναβάθμισης.
Παράλληλα όμως ζούμε σ’ ένα περιβάλλον έκρηξης της αβεβαιότητας λόγω του μεσανατολικού και των πληθωριστικών πιέσεων. Μπορεί να μην έχουν κλείσει τα στενά του Hormuz (άρα και συνακόλουθα να μην έχουν πιεστεί αυξητικά οι τιμές των ενεργειακών προϊόντων) αλλά η έκρηξη, με άγνωστες συνέπειες, μπορεί να συμβεί.
Αυτό το συγκυριακό μείγμα έχει μία μακροπρόθεσμη και μία βραχυχρόνια διάσταση.
Η μακροπρόθεσμη διάσταση φέρνει στο φως τις χρόνιες αδυναμίες της Ελληνικής οικονομίας που έχουν δύο χαρακτηριστικά: από τη μία μεριά τη δύσκολη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας για να αναδιοργανωθεί το διαχειριστικό και παραγωγικό πρότυπο της Ελληνικής οικονομίας αλλά από την άλλη τη μέτρια δυνατότητα του ανθρώπινου διοικητικού και πολιτικού παράγοντα να διαχειριστεί τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις είτε αυτή έχει πολιτική είτε διοικητική προέλευση.
Στο πλαίσιο αυτό εισάγονται και οι συνεχείς κρίσεις με εξωγενή χαρακτήρα που έχουν είτε φυσική / κλιματική είτε γεωστρατηγική προέλευση οι οποίες αυξάνουν τις απαιτήσεις διαχείρισης.
Στο βραχυχρόνιο ορίζοντα εντοπίζονται τέσσερα δεδομένα απέναντι στα οποία πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί:
α) ο στασιμοπληθωρισμός στην Κεντρική Ευρώπη το τέταρτο τρίμηνο του 2023 δημιουργεί ένα ασθενές εξωτερικό οικονομικό περιβάλλον
β) τα διατηρούμενα (επί μακρύτερο από όσο υπολογιζόταν) υψηλά επιτόκια επιβαρύνουν κυρίως τις επιχειρήσεις (στην Ελλάδα)
γ) ο πληθυσμός βρίσκεται υπό την πίεση της χρονικής υστέρησης του πληθωρισμού (προηγήθηκε) και της βελτίωσης των εισοδημάτων του (έπεται)
δ) η επιδείνωση στη Μέση Ανατολή μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή ανατρέποντας και τους δημοσιονομικούς και τους ατομικούς προϋπολογισμούς.
Όμως οι πολίτες, όπως είναι φυσικό, έχουν προσδοκίες συνεχούς βελτίωσης της θέσης τους οι οποίες εμποδίζονται να υλοποιηθούν από την ταυτόχρονη αλληλεπίδραση του μακροπρόθεσμού και βραχυπρόθεσμου ορίζοντα των προβλημάτων.
Το κενό μεταξύ των προσδοκιών των πολιτών και της πραγματικότητας γεννά πολιτική ανισορροπία που βρίσκει την έκφρασή της στη μείωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στη θεσμική λειτουργία της κοινωνίας, στις πρόσκαιρες πολιτικές συμμαχίες και στη μειούμενη παρακίνηση της δημιουργικότητας.
Συνεπώς, αυτό που χρειάζεται επειγόντως είναι ένας επαναπροσανατολισμός της ιεράρχησης των στόχων της οικονομικής πολιτικής προς την αύξηση της ανθεκτικότητας της οικονομίας και της κοινωνίας ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις της μακροπρόθεσμης παράκαμψης των αναπτυξιακών εμποδίων.
Έτσι για να επιβεβαιωθεί ένας μακροπρόθεσμος ενάρετος οικονομικός κύκλος μέχρι το 2035 θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη δημοσιονομική ισορροπία (φορολογική εξυγίανση), την τραπεζική ευρωστία και τη συμπεριληπτική κοινωνική πολιτική.
Η οικονομία και κοινωνία χρειάζονται δυνάμεις αντοχής και οι απαιτήσεις σε πολιτικές και δυνατότητες του ανθρώπινου δυναμικού μεγεθύνονται.
* Ο Παναγιώτης Πετράκης είναι Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ