Για την υποχρεωτική ασφάλιση των σπιτιών και επιχειρήσεων για τις φυσικές καταστροφές μίλησε ο εκπρόσωπος Τύπου του Υπουργείου Οικονομικών, Όμηρος Τσάπαλος, στο Πρώτο Πρόγραμμα, τονίζοντας ότι «Νομίζω ότι ο νομοθέτης ήταν δίκαιος ως προς τη μέριμνά του για την ασφάλιση των κατοικιών».
«Αυτό το οποίο αλλάζει είναι ουσιαστικά ότι η έκπτωση του ΕΝΦΙΑ από το 10% πηγαίνει στο 20% εφόσον ασφαλίσεις το ακίνητό σου για πλημμύρα, φωτιά και σεισμό. Αυτό λοιπόν είναι κάτι το ευνοϊκό για τους ανθρώπους οι οποίοι θέλουν να ασφαλίσουν το ακίνητό τους. Αυτή τη μέριμνα την κάνουμε για ακίνητα έως 500.000 ευρώ το καθένα, δηλαδή για τη συντριπτική πλειονότητα των κατοικιών στη χώρα μας. Για τα υπόλοιπα, τα οποία είναι άνω του μισού εκατομμυρίου, παραμένει η έκπτωση του 10% ΕΝΦΙΑ σε περίπτωση ασφάλισης και τους λέμε το εξής. Σε περίπτωση που δεν το ασφαλίσετε και σε περίπτωση μιας φυσικής καταστροφής το κράτος δεν μπορεί να αντεπεξέλθει οικονομικά στο να σας βοηθήσει και θεωρώ ότι αυτό αν το σκεφτούμε και το λάβουμε υπόψιν και με βάση και υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και το τι συμβαίνει σε άλλες χώρες του δυτικού κόσμου, νομίζω ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση», επισήμανε.
«Να δίνουμε δηλαδή έμφαση και να κινητροδοτούμε από την ασφάλιση από τη μια και από την άλλη να στηρίζουμε εκείνους που είναι η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας που έχουν ακίνητη περιουσία κάτω από 500.000 ευρώ ακίνητο. Το δημόσιο δεν έχει ανεξάντλητους πόρους, δεν μπορεί να στηρίζει και είναι νομίζω λογικό αυτό το οποίο λέω, το σύνολο των κατοικιών, πόσο μάλλον εκείνων όπου με βάση την αντικειμενική τους αξία θεωρητικά μπορούν να στηριχθούν και από μόνα τους» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τσάπαλος, υπογραμμίζοντας πως «τα ακίνητα αντικειμενικής αξίας άνω του μισού εκατομμυρίου ευρώ αντιστοιχούν στη μειοψηφία των κατοικιών».
«Για τις επιχειρήσεις ίσχυε πάντοτε αντίστοιχα, η υποχρεωτική ασφάλιση από 2 εκατομμύρια και πάνω. Τώρα κατεβαίνει ο πήχης στις 500.000 για επιχειρηματικά ακίνητα», σύμφωνα με τον κ. Τσάπαλο.
Σε σχέση με τα στοιχεία που βγήκαν στη δημοσιότητα για τη φοροαποφυγή κάποιων κλάδων ελευθέρων επαγγελματιών, ο κ. Τσάπαλος ερωτηθείς πόσο το Υπουργείο Οικονομικών έχει τρόπους για να επιβάλει φορολογική δικαιοσύνη σε αυτούς που φοροδιαφεύγουν, ανέφερε τα εξής.
«Υπάρχουν τα τεχνολογικά μέσα και οι έλεγχοι, τα οποία και τα δύο λειτουργούν και εντείνουν τη λειτουργία τους και την αποτελεσματικότητά τους όσο περνάει ο καιρός. Αλλά από την άλλη έχουμε και μισό εκατομμύριο και παραπάνω ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, όπως καταλαβαίνετε, αντικειμενικά δεν μπορούμε να τους ελέγξουμε όλους. Μπορούμε να ελέγξουμε εκείνες όμως τις περιπτώσεις ακραίας απόκρυψης εισοδημάτων, το οποίο και θα το κάνουμε. Και η ΑΑΔΕ ήδη δρομολογεί διαδικασίες για εκείνους οι οποίοι για άλλη μια χρονιά συστηματικά δήλωσαν ζημίες ή εξαιρετικά χαμηλά εισοδήματα», τόνισε.
«Παράλληλα με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, ήδη αντιμετωπίζουμε αυτή τη φοροδιαφυγή που αναφέρατε, για παράδειγμα, μέσα από τη διασύνδεση των POS με τις ταμειακές μηχανές, αλλά και λόγω της ανάπτυξης που έχει επέλθει το τελευταίο διάστημα είχαμε 10,3% παραπάνω φορολογικά έσοδα το πρώτο εξάμηνο του '24 σε σχέση με το αντίστοιχο του '23. Να λοιπόν πώς χτυπάμε τη φοροδιαφυγή στη ρίζα της με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών. Ωστόσο, μέχρι να φτάσουμε σε ένα σημείο που να μπορούμε όλα να τα ελέγχουμε και να τα διεκπεραιώνουμε ηλεκτρονικά, θα πρέπει να έχουμε έσοδα που να πηγαίνουν και στην υγεία και στην παιδεία και να ενισχύουμε και το κοινωνικό κράτος. Γι’ αυτό λοιπόν και θεσπίστηκε το τεκμήριο αυτό, το οποίο εφαρμόστηκε για πρώτη φορά και ουσιαστικά ζήτησε από εκείνους που και φέτος σε μεγάλο βαθμό απέκρυψαν εισοδήματα, δεν αναφέρομαι σε όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, να δώσουν κάτι παραπάνω, προκειμένου να στηρίξουν και αυτοί με τους φόρους τους αυτή τη μεγάλη προσπάθεια», ανέφερε.
«Και αποδείχθηκε στην πράξη ότι το τεκμήριο κινούνταν στη σωστή κατεύθυνση, γιατί για άλλη μια χρονιά υπήρξαν εκτεταμένες αναφορές για ζημιές ή για μηδενικά εισοδήματα. Έξι στους δέκα ιδιοκτήτες μπαρ, για παράδειγμα, δήλωσαν ζημίες ή ελάχιστα εισοδήματα. Οι κομμωτές επίσης, οι μισοί ζημιές ή οι υπόλοιποι 328 ευρώ μέσο μηνιαίο εισόδημα. (…) Δεν θέλω να γενικεύσω. Δεν λέω ότι όλοι φοροδιαφεύγουν. Ωστόσο, το τεκμήριο ήρθε να διορθώσει αυτά τα κακώς κείμενα σε κάποιο βαθμό και να πάρει κάποιους φόρους από αυτούς τους ανθρώπους, ούτως ώστε για πρώτη φορά ο μη μισθωτός να πληρώσει λίγο παραπάνω φόρο από τον μισθωτό στη χώρα», δήλωσε.