Οριστικό μαύρο στο Mega από το Συμβούλιο της Επικρατείας

Οριστικό μαύρο στο Mega από το Συμβούλιο της Επικρατείας

Αυλαία στο Mega ρίχνει με δύο αποφάσεις της η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας, σύμφωνα με τις οποίες ουσιαστικά επικυρώνεται η απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) που επέβαλλε το «μαύρο», απορρίπτοντας τόσο την αίτηση ακύρωσης του τηλεοπτικού σταθμού όσο και 112 εργαζομένων. 

Σύμφωνα με το dikastiko.gr, με τις αποφάσεις αυτές ζητούσαν να  ακυρωθεί η υπ΄ αριθμ. 18/2018 απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης με την οποία διατάχθηκε ο τερματισμός λειτουργίας του Mega, σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου 4496/2017.

Ο νομικός επίλογος γράφτηκε με τις 2018-2019/18 αποφάσεις της Ολομέλειας με προεδρεύοντα τον αντιπρόεδρο Γεώργιο Παπαγεωργίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Ηλία Μάζο. Ο βασικός, λόγος είναι (πλέον) η μη συμμετοχή του σταθμού στην τελευταία αδειοδοτική διαδικασία που αυτόματα είχε ως συνέπεια τον τερματισμό της λειτουργίας του. Το δικαστήριο απέρριψε με 4 άλλες αποφάσεις της (2014-2017) τις αιτήσεις ακύρωσης της Ένωσης Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας και των τηλεοπτικών σταθμών Σκάι, Σταρ και Αντένα που στρέφονταν κατά της τελευταίας αδειοδοτικής διαδικασίας.

Το σκεπτικό για το Mega

Το Mέγκα από τον Σεπτέμβριο του 2016 διέκοψε τη μετάδοση ειδήσεων και ενημερωτικών προγραμμάτων. Στην συνέχεια δεν υπέβαλλε δήλωση αλλαγής φυσιογνωμίας του προγράμματος του, ούτε συμμετείχε στη διαδικασία χορήγησης αδειών και το ΕΣΡ αποφάσισε τον τερματισμό λειτουργίας του. Η απόφαση του ΕΣΡ είχε ανασταλεί προσωρινά από το Συμβούλιο της Επικρατείας και σήμερα εκδόθηκαν οι απορριπτικές αποφάσεις της Ολομέλειας.

Στο σκεπτικό αναφέρεται πως  «μετά την εφαρμογή του Ν. 4496/2017 οι τηλεοπτικοί σταθμοί εξαρτούν τη συνέχιση της λειτουργίας τους από τη συμμετοχή τους σε προκηρυχθείσα διαγωνιστική διαδικασία αδειοδότησης….Στην περίπτωση μη συμμετοχής ή απαράδεκτης ή ανεπιτυχούς συμμετοχής τηλεοπτικού σταθμού σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης επιβάλλεται κατά δέσμια αρμοδιότητα ο τερματισμός λειτουργίας του μετά την τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας, χωρίς να καταλείπεται στάδιο εκτίμησης των κατ' ιδίαν περιστάσεων…Σύμφωνα με τη συνταγματική αρχή τους κράτους δικαίου που επιβάλλει τη διαφύλαξη του κύρους του νόμου, ως τύπος προγράμματος που αφορά την ενεστώσα λειτουργία τηλεοπτικού σταθμού, νοείται ο δηλωθείς κατά την προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία τύπος του προγράμματος, ο οποίος και προσδιορίζει το χαρακτήρα του σταθμού ως ενημερωτικού ή μη και όχι ο τύπος προγράμματος ο οποίος έχει τυχόν δημιουργηθεί αυθαιρέτως με τη μεταβολή της φυσιογνωμίας του δηλωθέντος προγράμματος του σταθμού, κατά παράβαση των κειμένων διατάξεων με τις οποίες κρίθηκε νόμιμη η επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε τηλεοπτικούς σταθμούς για μη νόμιμη μετατροπή του προγράμματός τους από ενημερωτικό, όπως είχε δηλωθεί, σε μη ενημερωτικό». 

Τερματισμός 

Η αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή -συνεχίζει η Ολομέλεια του ΣτΕ-«δεν ευρίσκει έρεισμα ούτε στις προπαρασκευαστικές εργασίες του άρθρου 14Α του εν λόγω νόμου, από τις οποίες ουδόλως προκύπτει ότι ο νομοθέτης σκοπούσε στην προστασία de facto δημιουργηθεισών καταστάσεων και τούτο ανεξαρτήτως της συνταγματικότητας μιας διάταξης με τέτοιο περιεχόμενο με την οποία απαγορεύεται η εκτός αδειοδοτικής διαδικασίας μεταβολή της φυσιογνωμίας του προγράμματος (και της εμβέλειας εκπομπής) των παρόχων… Η τηλεοπτική εκπομπή τελεί (κατ' άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος) υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι επιδιωκόμενοι σκοποί (εξασφάλιση τηλεοπτικής στάθμης προγραμμάτων, πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας κ.λπ.) και δύναται να συνίσταται ο έλεγχος αυτός στην υπαγωγή της τηλεοπτικής εκπομπής σε καθεστώς προηγούμενης άδειας, χορηγούμενης κατά ισότιμο, αντικειμενικό και αμερόληπτο τρόπο, σχετικοί όροι και προϋποθέσεις».

Οι δικαστές καταλήγουν πως δεν αντίκειται στην συνταγματική διάταξη το του άρθρου 15 ατομικό ή στις αρχές της αναλογικότητας και του κράτους δικαίου νόμος που επιβάλλει τον κατά δέσμια αρμοδιότητα τερματισμό της λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλήρως τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις λειτουργίας.