Του Χρήστου Ν. Κώνστα
Στην κυβέρνηση πανηγυρίζουν γιατί με την «καλή τους διαγωγή» στο Μακεδονικό και στο Προσφυγικό, «αγόρασαν» την προσωρινή ευμένεια της Άνγκελα Μέρκελ στο θέμα των συντάξεων.
Δεν αποκόμισαν κάτι συγκεκριμένο για τις επενδύσεις, για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, για την βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών.
Απλά κέρδισαν χρήσιμο και κρίσιμο πολιτικό χρόνο ώστε να μπουν δυναμικά στον προεκλογικό στίβο χωρίς την Δαμόκλειο Σπάθη των συντάξεων.
Ο Αλέξης Τσίπρας κάνει «πολιτική διαπραγμάτευση». Βάζει στο τραπέζι το Εθνικά θέματα, τα ζητήματα ασφαλείας και παρεμπιπτόντως ανοίγει και ορισμένα οικονομικά κεφάλαια.
Όπως συνήθως συμβαίνει, όταν αναμιγνύει κάποιος το κόκκινο κρασί με το λευκό, το αποτέλεσμα δεν είναι ροζέ, είναι απλώς κάτι που δεν πίνεται.
Η Ελλάδα χάνει χρόνο και πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο σε μάχες χαρακωμάτων που ποτέ δεν οδηγούν στην τελική νίκη.
Η πολιτικός Μέρκελ, παίζει το δικό της προεκλογικό χαρτί προσπαθώντας να δείξει ότι είναι «κοινωνικά ευαίσθητη». Μετά τις εκλογές στην Βαυαρία, οι συνθήκες θα είναι εντελώς διαφορετικές και ενδεχομένως να οδηγήσουν σε διαφορετική αντιμετώπιση του «ελληνικού ζητήματος».
Σε κάθε περίπτωση, όπως ακριβώς έκανε και το 2014, η Άνγκελα Μέρκελ προσπαθεί να βάλει και την αντιπολίτευση στο παιχνίδι των μεταρρυθμίσεων. Η Μέρκελ θέλει και την υπογραφή Μητσοτάκη στο πακέτο των διαρθρωτικών αλλαγών που υποχρεώθηκε να υπογράψει ο Τσίπρας. Ξεκινά λοιπόν από το μέτρο των συντάξεων για το οποίο όλα τα πολιτικά κόμματα φαίνεται να συμφωνούν…
Στο μεταξύ όμως οι αγορές τιμωρούν την Ελλάδα για τις επιλογές της ηγεσίας της…
Η απάθεια και η αδιαφορία με την οποία αντιμετώπισαν οι ξένοι διαχειριστές τον Ευκλείδη Τσακαλώτο στο Λονδίνο και τον Αλέξη Τσίπρα στη Νέα Υόρκη, οι αρνητικές αντιδράσεις στα διαδοχικά road shows όπου συμμετείχαν οι Έλληνες τραπεζίτες και ο βομβαρδισμός των εκθέσεων από επενδυτικούς οίκους, οδήγησαν τελικά σε μία ακόμη καταστροφική μέρα στο Χρηματιστήριο και στην αγορά ομολόγων.
Ο προκλητικός τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση αγνοεί τις αγορές και «διαπραγματεύεται πολιτικά» μόνο με τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών για την ακύρωση των συμφωνηθέντων, έδωσε την ευκαιρία για την αποκόμιση εύκολων κερδών σε όσους «σόρταραν» την ελληνική οικονομία.
Σήμερα όλοι διαπιστώνουν ότι αν η Ελλάδα είχε προσφύγει στην ασφάλεια μιας προληπτικής γραμμής πίστωσης, αν είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ώστε να συμπεριλαμβάνεται στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και αν η μη τήρηση των συμφωνηθέντων δεν ήταν το αποκλειστικό θέμα συζήτησης στην πολιτική επικαιρότητα, ίσως οι πιέσεις στις ελληνικές αξίες να ήταν διαφορετικού επιπέδου….