Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των διαπραγματεύσεων για τη μεταμνημονιακή εποχή, είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας ενδιαφέρεται περισσότερο για το πως θα ονομάζεται η σχέση με τους δανειστές και πολύ λιγότερο για το αν αυτή η σχέση θα συμπεριλαμβάνει στην ουσία ένα μνημόνιο ή μία προληπτική γραμμή στήριξης. Η βασική του ανησυχία είναι αν η λύση αυτή θα ακούγεται στα αυτιά των ψηφοφόρων ως συνώνυμο του μνημονίου.
Η στρατηγική αυτή, ωστόσο, κρύβει κινδύνους για τις τράπεζες. Διότι δεν είναι ξεκάθαρο αν η συμβιβαστική λύση, βάσει της οποίας ελληνική κυβέρνηση και δανειστές ετοιμάζονται να βαφτίσουν το νέο μνημόνιο «εργαλείο», θα πείσει την ΕΚΤ να διατηρήσει το waiver για τις ελληνικές τράπεζες (αν υποθέσουμε ότι η προληπτική γραμμή θα βαφτιστεί αλλιώς).
Το ότι η ΕΚΤ τάσσεται υπέρ της ύπαρξης προληπτικής γραμμής μετά τον Αύγουστο είναι γνωστό εδώ και πολύ καιρό. Το έχει δηλώσει ο ίδιος ο Μάριο Ντράγκι, ενώ επανειλημμένα το έχει επισημάνει ο Γιάννης Στουρνάρας προκαλώντας, μάλιστα, ακόμη περισσότερες τριβές στην ταραχώδη σχέση του με την κυβέρνηση.
Όμως η διελκυστίνδα μεταξύ κυβέρνησης και ΕΚΤ για την προληπτική γραμμή θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο. Όπως έχει αποκαλύψει από τα μέσα του περασμένου Δεκεμβρίου το Liberal.gr η ΕΚΤ αποφάσισε, ενόψει των stress tests και της λήξης του μνημονίου, να μην τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια των ελληνικών τραπεζών. Θα συνεχίσει να το κάνει όσο οι ελληνικές τράπεζες θα λειτουργούν σε περιβάλλον οικονομικής ασφάλειας. Αυτός είναι ο λόγος που ο Φραντσέσκο Ντρούντι επανέφερε το θέμα της προληπτικής γραμμής στο προσκήνιο.
Σήμερα η ΕΚΤ, βλέποντας ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι έτοιμη να παίξει προεκλογικά παιχνίδια, θέλει όχι έναν αλλά δύο μηχανισμούς ελέγχου για να διασφαλίσει ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα συμμορφώνεται με τα συμφωνηθέντα. Στόχος είναι οι μηχανισμοί αυτοί να λειτουργήσουν συμπληρωματικά με το σχέδιο ελάφρυνσης του χρέους, το οποίο επίσης θα δεσμεύει την κυβέρνηση μέσω των μέτρων αναδιάρθρωσης τα οποία θα συνδεθούν με την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.
Με τους μηχανισμούς αυτούς σε λειτουργία, κάθε πισωγύρισμα της ελληνικής κυβέρνησης μετά τον Αύγουστο θα έχει άμεσο αντίκτυπο στον τραπεζικό κλάδο και κατ'' επέκταση στην προσπάθεια του δημοσίου να επιστρέψει στην κανονικότητα και κυρίως στις αγορές. «Κόκκινα» δάνεια, φθηνός δανεισμός και χαλάρωση των capital controls, όλα θα εξαρτηθούν – εν μέρει ή εξολοκλήρου - από την... διαγωγή της κυβέρνησης.
1. Προληπτική γραμμή/waiver
Ο κυριότερος λόγος που η ΕΚΤ «φωνάζει» για την προληπτική γραμμή είναι προφανής: Η προληπτική γραμμή θα διατηρούσε αυτομάτως το waiver, την κατ'' εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών τίτλων στις πράξεις αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, μέσω του οποίου οι ελληνικές τράπεζες δανείζονται φθηνά και απεμπλέκονται σταδιακά από τον ακριβό ELA. Πρακτικά, το waiver είναι ένα «αντάλλαγμα» για τη συμμόρφωση του δημοσίου, το οποίο μεταφράζεται σε φθηνότερο χρήμα για τις τράπεζες και άρα σε ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
Η ΕΚΤ δέχεται τίτλους που αξιολογούνται στην επενδυτική βαθμίδα. Είτε, λοιπόν, θα πρέπει οι οίκοι αξιολόγησης να μας αναβαθμίζουν κατά 5 και 6 βαθμίδες (κάτι που κατά γενική ομολογία θα γίνει μετά από καιρό και μόνο αν η κυβέρνηση υλοποιεί τα συμφωνηθέντα και η οικονομία ανακάμπτει), είτε πρέπει να διατηρηθεί το waiver.
Σημειώνεται, επίσης, ότι οι τράπεζες έχουν θέσει ως μία από τις βασικές προτεραιότητες του 2018 τον μηδενισμό του ELA. Ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν διατηρηθεί το waiver, αφού ο δανεισμός από τις αγορές με χαμηλά επιτόκια φαντάζει ακόμη ως μακρινό όνειρο.
2. Ενσωμάτωση των stress tests στο SREP
Ένας ακόμη τραπεζικός όρος που θα μπει στη ζωή μας τους επόμενους μήνες είναι η «Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης» (SREP). Το SREP πρακτικά είναι η τακτική αξιολόγηση των τραπεζικών κινδύνων από την ΕΚΤ, μέσω της οποίας η κεντρική τράπεζα συνοψίζει όλες τις ενέργειες του έτους και προχωρά στις απαραίτητες συστάσεις προς τις τράπεζες.
Φέτος, στο SREP ενσωματώνονται τα αποτελέσματα των stress tests. Αυτό σημαίνει ότι οι ελληνικές τράπεζες θα αξιλογηθούν εκ νέου προς το τέλος του έτους για τις ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης που πραγματοποίησαν, την επίτευξη των στόχων μείωσης των «κόκκινων» δανείων και τον γενικότερο περιορισμό των κινδύνων.
Ένας από τους 4 βασικούς πυλώνες του SREP είναι η ρευστότητα των τραπεζών, η οποία θα επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από το waiver. Ένας άλλο πυλώνας του SREP είναι η αξιολόγηση των κεφαλαίων. Θα ελεγχθεί, δηλαδή, αν οι τράπεζες αύξησαν τις προσπάθειες ενίσχυσης της κεφαλαιακής τους βάσης, σε σύγκριση με τα αποτελέσματα των stress tests.
Ενσωματώνοντας τα stress tests στο SREP η ΕΚΤ μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει άμεσες ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης στις τράπεζες που δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα. Η ύπαρξη προληπτικής γραμμής και η διατήρηση του waiver μειώνει σημαντικά αυτόν τον κίνδυνο.