Οι μαζικές αντιδράσεις κατά της στάσης των Γερμανών στο ενεργειακό αδιέξοδο της Ευρώπης έβαλαν και επίσημα από χθες στο τραπέζι το πλαφόν στο αέριο. Η αναφορά της Φον Ντερ Λάιεν, που δέχεται σφοδρή κριτική ότι παρακολουθεί παθητικά τη γερμανική στάση, για την ανάγκη περιορισμού των τιμών σε σχέση με τον TTF, (τον ολλανδικό χρηματιστηριακό δείκτη), αυξάνει την πίεση στο Βερολίνο ενόψει της αυριανής Συνόδου Κορυφής, γεννώντας ταυτόχρονα και ερωτήματα.
Το πρώτο είναι κατά πόσο ο καγκελάριος Σολτς, θα επιμείνει στο μοτίβο «πρώτα η Γερμανία, μετά η Ευρώπη» ή θα το εγκαταλείψει, συντονιζόμενος με τα νέα δεδομένα, προκειμένου να εκτονωθεί η πίεση που δέχεται ο ίδιος και η κυβέρνησή του. Το δεύτερο ερώτημα αφορά στο πως θα χρηματοδοτηθεί ένα πλαφόν στο φυσικό αέριο, το οποίο απαιτεί πολλές εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ, εφόσον φυσικά επιτυγχάνονταν ομοφωνία σε κάποια από τις προσεχείς τακτικές Συνόδους Κορυφής. Στην πράξη, η διαφωνία για κοινή ευρωπαϊκή λύση δεν αφορά τόσο σε αυτό καθ’ εαυτό το πλαφόν, όσο στο πως θα καλυφθεί το κόστος της όποιας κοινής στρατηγικής επιλεγεί. Της αποζημίωσης δηλαδή που θα πρέπει να καταβληθεί σε μια τέτοια περίπτωση μέσω κάποιου ευρωπαϊκού ταμείου προς τους προμηθευτές LNG για τη διαφορά ανάμεσα στην ανώτατη τιμή βάσει της οποίας θα πωλούν φυσικό αέριο στην Ευρώπη και τη τιμή του στις διεθνείς αγορές.
Στην επιστολή της προέδρου της Κομισιόν προς τους 27 απουσιάζει η οποιαδήποτε αναφορά για το κόστος της πρότασης, πιθανότατα για να αποφευχθούν νέες αντιδράσεις από το γερμανικό και ολλανδικό στρατόπεδο. Η πρόταση ωστόσο των Επιτρόπων Τζεντιλόνι και Μπρετόν για κοινή έκδοση χρέους, μέσω του προχθεσινού τους άρθρου, προφανώς και δεν έγινε τυχαία. Η δημοσιονομική ευρωπαϊκή απάντηση, παρότι προς ώρας φαίνεται να συγκεντρώνει μικρές πιθανότητες, είναι ο μόνος τρόπος για να χρηματοδοτηθεί ένα πλαφόν ή μια οποιαδήποτε κοινή λύση. Στο τραπέζι βρίσκεται και η ιδέα να αξιοποιηθούν τα αδιάθετα 230 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία ωστόσο δεν είναι σίγουρο αν αρκούν για να καλύψουν τα κόστη που θα απαιτηθούν για τις ανάγκες προμήθειας αερίου 27 χωρών-μελών, προκειμένου να αποζημιωθούν οι προμηθευτές τους.
Στο κείμενο προς τους Ευρωπαίους ηγέτες, που αποτελεί έναν «οδικό χάρτη», η Πρόεδρος της Κομισιόν, αφού επισημαίνει ότι μεγάλος μέρος της Ηπείρου πληρώνει υψηλότερη τιμή για το αέριο, ιδίως το LNG, απ’ ότι οι παγκόσμιοι ανταγωνιστές της, τονίζει ότι το κύριο σημείο αναφοράς τιμής για την ΕΕ, δηλαδή ο TTF, δεν είναι πλέον αντιπροσωπευτικός, γι αυτό και οι κοινοτικές υπηρεσίες δουλεύουν πάνω σε ένα συμπληρωματικό benchmark, προκειμένου να αντικατοπτρίζει καλύτερα την ενεργειακή πραγματικότητα.
Στο επίμαχο σημείο, χωρίς να υπάρχει αναφορά στη λέξη πλαφόν, τονίζεται ότι «εν αναμονή της εισαγωγής ενός τέτοιου συμπληρωματικού δείκτη αναφοράς, πρέπει να εξετάσουμε μια τιμή περιορισμού σε σχέση με το TTF με τρόπο που να συνεχίζει να εξασφαλίζει την προμήθεια αερίου στην Ευρώπη και όλα τα κράτη μέλη, ώστε να σταλεί το μήνυμα ότι η ΕΕ δεν είναι έτοιμη να αγοράζει αεριο έναντι οποιουδήποτε τιμήματος». Η αλήθεια είναι πως η πρόταση έχει υψηλό βαθμό δυσκολίας, αφού προυποθέτει ότι Γερμανοί και Ολλανδοί θα δεχθούν για κάποιο διάστημα να αγοράζουν το αέριο όσο και η υπόλοιπη Ευρωπαίοι, απεμπολώντας έτσι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα μέσω των μακροχρόνιων συμβολαίων που έχουν συνάψει σε χαμηλές τιμές.
Τα ερωτήματα είναι πολλά και παρ’ ότι η τιμή του αερίου αποκλιμακώνεται, (175 ευρώ / MWh χθες), στον απόηχο της κινητικότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και λόγω της πλήρωσης κατά 90% των ευρωπαϊκών αποθηκών, ουδείς μπορεί να πει ότι θα παραμείνει εκεί. Ο ένας κίνδυνος είναι καθώς θα προχωρά ο χειμώνας, θα αυξάνεται η ζήτηση για αέριο και θα μειώνεται η στάθμη των αποθηκών, οι τιμές να εκτιναχθούν εκ νέου. Η κοινή ευρωπαϊκή λύση σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα έχει και τόσο προσωρινό χαρακτήρα, όπως αναφέρεται στην επιστολή. Ο άλλος κίνδυνος έρχεται από το μέτωπο του πετρελαίου, όπου μετά και την μείωση παραγωγής από τον ΟΠΕΚ κατά 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα, οι τιμές μπορεί να αυξηθούν.
Η επιστολή Φον Ντερ Λαινεν κινείται αρκετά κοντά στις ελληνικές θέσεις και σε άλλα ζητήματα. Συμπεριλαμβάνει ένα ακόμη αίτημα της Αθήνας, όπως και άλλων κυβερνήσεων, δηλαδή την αποσύνδεση της τιμής του ρεύματος από εκείνη του φυσικού αερίου (decoupling). Και αυτό καθώς προτείνει την επιβολή πλαφόν στο φυσικό αέριο που προορίζεται για την ηλεκτροπαραγωγή.
Το σκεπτικό του κειμένου της Κομισιόν για το οποίο δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες, πέραν του πλαφόν, συνοψίζεται στην πρωτοβουλία για κοινή προμήθεια αερίου, κατά το μοντέλο της αγοράς εμβολίων το 2020 και σε ειδική συμφωνία με προμηθευτές, όπως η Νορβηγία στο πλαίσιο μιας μακροπρόθεσμης ενεργειακής εταιρικής σχέσης με το Οσλο, ενώ ανάλογες συζητήσεις γίνονται και με άλλους παραγωγούς.